«Κανείς μας δεν θέλει να είναι παράνομο το ΚΚΕ». Οταν βρίσκεσαι στην ανάγκη να κάνεις αυτή τη δήλωση, σίγουρα κάτι δεν έχει πάει καλά. Ιδίως όταν εκπροσωπείς μια αντιπολίτευση που το τελευταίο διάστημα έχει επενδύσει όλη της την ενέργεια στην υπεράσπιση των θεσμών.

Σαν να λέμε, «ναι, είμαστε, όπως λέει ο πρόεδρος, ανάχωμα δημοκρατίας –από τα τελευταίας τεχνολογίας αναχώματα, που δεν φυλακίζουν πια κομμουνιστές»: τέτοια είναι η ζημιά που έγινε στο μήνυμα της Νέας Δημοκρατίας.

Η ασυναίσθητα αυτοενοχοποιητική απολογία περί ΚΚΕ προήλθε από την Αννα-Μισέλ Ασημακοπούλου. Απολογούνταν για λογαριασμό του Αδωνη Γεωργιάδη, ο οποίος μπορεί τουλάχιστον να επικαλείται ως άλλοθι ότι μιλούσε σε κομματικό κοινό, όταν θύμιζε ότι στην Ανατολική Ευρώπη έγιναν μετά το ’89 προσπάθειες να ποινικοποιηθεί η έκφραση κομμουνιστικού φρονήματος. Μπορεί να επικαλείται την ανάγκη να εμψυχωθεί το δεξιότερο άκρο του δεξιού ακροατηρίου –αν υποθέσουμε ότι υπάρχει τέτοια ανάγκη. Αν υποθέσουμε ότι η ΝΔ έχει αποφασίσει ότι σε αυτή τη φάση χρειάζεται να πείσει ακόμη και τους δεξιούς να την ψηφίσουν.

Κι εντάξει ο Αδωνις. Είναι τόσο σεσημασμένος που δικαιούται να νομίζει ότι με το προσωπικό του brand συσπειρώνει τους ήδη προσηλυτισμένους. Αλλά η Αννα-Μισέλ Ασημακοπούλου τι λόγο είχε να πάθει Αδωνη; Πώς φαντάστηκε ότι εξυπηρετούσε το κόμμα της όταν παραλλήλιζε την κυβέρνηση με το καθεστώς του Χίτλερ;

Η απάντηση που δίνουν κάποιοι στη ΝΔ είναι ότι στο κόμμα παραμένει ενεργός μια ακραία συνιστώσα, που συγκροτήθηκε επί Σαμαρά. Μια συνιστώσα που πιστεύει ότι, επιτέλους, η Δεξιά πρέπει να αντεπιτεθεί μετωπικά και ακομπλεξάριστα σε αυτό που ορίζεται ως «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς». Μια τέτοια αντεπίθεση, όποτε δοκιμάστηκε, κατέληξε να νομιμοποιεί το ιδεολογικό ρετρό του ΣΥΡΙΖΑ, που θα απέμενε εντελώς παράταιρο αν η ΝΔ δεν το τροφοδοτούσε ενίοτε με εμφυλιακούς καβγάδες.

Oμως, η θεωρία περί ημιαυτόνομης ακροδεξιάς πτέρυγας μοιάζει περισσότερο με εκ των υστέρων εκλογίκευση, παρά περιγράφει με ακρίβεια την πραγματικότητα. Οι οπαδοί της θεωρίας –εντός και εκτός ΝΔ –συσχετίζουν εμπρηστικά αμόκ στελεχών που, πριν από κάθε ιδεολογική συγγένεια, χαρακτηρίζονται από την απύλωτη τηλεφλυαρία τους.

Η μία εκδοχή είναι ότι, προκειμένου να «βγαίνει» κάπου διαρκώς, η Ασημακοπούλου δεν προλαβαίνει να αρθρώσει αυτά που εκστομίζει. Και η άλλη είναι ότι προχθές, πρωί πρωί, της τηλεφώνησε ο Σαμαράς και της είπε: «Αννα μου, δεν βγαίνεις στην ΕΡΤ να τους παρομοιάσεις με τους ναζί, να ευτελίσεις το Ολοκαύτωμα, για να τους δείξουμε πώς χτυπάμε εμείς, οι πούροι Δεξιοί;».

Oποια εκδοχή κι αν πιστέψει κανείς, το κακοφωνικό αποτέλεσμα για τη ΝΔ δεν αλλάζει. Το κόμμα εκτρέπεται από την ατζέντα του και αναγκάζεται να απολογείται. Είτε φταίει η ιδεολογική ακρότητα είτε η μιντιακή ακράτεια ή και τα δύο.