«Η κατάσταση είναι Αντζελα Δημητρίου». Ετσι περιέγραφε το δίλημμά του νεαρό στέλεχος από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ που, παρά τον κοσμοπολιτισμό του, ανατρέχει πάντα στα θεμελιώδη της πασοκικής παιδείας. Ανέτρεχε στο σουξέ στο οποίο η Αντζελα ακούει δύο φωνές. Η μία τη ρωτάει «να φύγω να πάω πού;». Η άλλη αντιρωτάει «να μείνω να κάνω τι;».

Το πασοκικό στέλεχος επέλεξε την πρόωρη αποστρατεία. Το δίλημμα της Λαίδης όμως έμεινε και εξακολουθεί να στοιχειώνει όλα τα στελέχη του κεντρώου χώρου –ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και εξωκοινοβουλευτικοί παραπόταμοι.

«Να μείνω να κάνω τι;»: Το ερώτημα αντηχούσε στο πολιτικά ακαλλιέργητο μυαλό του Χάρη Θεοχάρη, μετά τη συρρίκνωση του Ποταμιού στις εκλογές του Σεπτεμβρίου.

Ανθρωπος της αγοράς, ο Θεοχάρης πιθανώς δεν θα είχε ασχοληθεί ποτέ με την πολιτική, αν δεν τον είχε ευεργετήσει η κυβέρνηση Σαμαρά με μια βίαιη εκπαραθύρωση. Εκείνη η καρατόμηση ηρωοποίησε τον πρώτο αυτόνομο γραμματέα Δημοσίων Εσόδων στους κόλπους της ορκισμένης μεταρρυθμιστικής μειοψηφίας –μέρος της οποίας βρήκε εφήμερη στέγη στο κόμμα του Θεοδωράκη.

Το έλλειμμα πολιτικής πείρας και το πλεόνασμα τεχνοκρατικής κατάρτισης, που σε ένα κόμμα με επετηρίδα μπορεί να άφηναν τον Θεοχάρη στον πάγκο, τον βοήθησαν να λάμψει στη νεοπαγή Κοινοβουλευτική Ομάδα του Ποταμιού. Σύντομα φάνηκε ότι εκείνος δεν είχε την ιδεολογική αμφιταλάντευση του Θεοδωράκη. Δεν αναρωτήθηκε ποτέ αν είναι σοσιαλδημοκράτης ή φιλελεύθερος. Εξίσου σύντομα ένα κύμα θετικής προβολής στον Τύπο έκανε τον Θεοχάρη να πιστέψει ότι διέθετε πολιτικό σταριλίκι πολύ μεγάλο για το μέγεθος του κόμματος που τον είχε αναδείξει.

«Να φύγω να πάω πού;». Ο Θεοχάρης πήγε εκεί όπου τον είχε τάξει ο πρώιμος πολιτικός ναρκισσισμός του. Εχρισε εαυτόν αρχηγό και ταυτόχρονα διεκδίκησε την κηδεμονία του Αλέκου Παπαδόπουλου –παράγοντα όχι αμελητέου στον χώρο στον οποίο φιλοδοξούσε να κινηθεί ο Θεοχάρης. Εχοντας τραβηχτεί πολύ νωρίς εκτός μάχιμης πολιτικής, ο Παπαδόπουλος καλλιεργούσε με εσχατολογικούς χρησμούς το προφίλ της σεβάσμιας εφεδρείας –πετυχαίνοντας έτσι να καθιερωθεί σαν Γέρων Παΐσιος του Εκσυγχρονισμού.

Εντάξει, η εξιστόρηση ακούγεται σαν ημερολόγιο τρικυμίας σε μπανιέρα. Ομως, η μπανιέρα στην οποία ναυάγησε ο Χάρης Θεοχάρης –διαγραφόμενος από το κόμμα που ο ίδιος είχε ιδρύσει –λειτουργεί και σαν ιλαροτραγική συνεκδοχή της κρίσης του Κέντρου. Πρόκειται για κρίση που, χρονίζουσα, παίρνει διαστάσεις ιστορικής έκλειψης. Και που ήδη υποσκάπτει τις προοπτικές τής μετά τον ΣΥΡΙΖΑ διακυβέρνησης.

Συντεταγμένος εταίρος που θα μπορούσε να ισοσκελίσει τα συντηρητικά βαρίδια της ΝΔ σε ένα μελλοντικό κυβερνητικό μείγμα, δεν υπάρχει. Τι υπάρχει στον ενδιάμεσο χώρο; Ενα εξίσου βαρύ ΠΑΣΟΚ, με ανανεωμένα μόνο τα αντιδεξιά του αντανακλαστικά. Και πολλοί ξέμπαρκοι, πληγωμένοι εγωισμοί, οι περισσότεροι εκ των οποίων ψάχνουν στην αυλή του Μητσοτάκη την πολιτική τους επιβίωση.

Τι κυριαρχεί σε αυτό που λέμε Κέντρο; Κάτι θεσιθήρες, τελειωμένοι αναπτήρες.