Τα σημάδια εσχάτως πύκνωναν. Προ μηνών ήταν εκείνο το αποχαιρετιστήριο γράμμα στη Μαριάνε, αλλοτινή παραλήπτρια του «So long Marianne» και του «Bird on a wire», με την οποία ο αποστολέας είχε ζήσει τόσο ώστε να χωρίσουν πικρά, μα και μεγαλόψυχα. «Νομίζω πως θα σε ακολουθήσω πολύ σύντομα. Θέλω να ξέρεις πως είμαι σε απόσταση αναπνοής πίσω σου και αν απλώσεις το χέρι σου πιστεύω ότι μπορείς να αγγίξεις το δικό μου» της έγραφε τον περασμένο Αύγουστο (κατακαλόκαιρο, όπως και στην Υδρα του ’60 όπου είχαν αγαπηθεί), λίγο πριν εκείνη ξεψυχήσει.

Προ ημερών ακολουθούσε ένα εξαντλητικό προφίλ στο «New Yorker» διά χειρός Ντέιβιντ Ρέμνικ, από τις 11.000 λέξεις του οποίου τη μεγαλύτερη αίσθηση προκάλεσαν εκείνες που μιλούσαν για θάνατο. «Είμαι έτοιμος να πεθάνω. Ελπίζω να μην είναι πολύ άβολο. Αυτό ήταν για μένα» ομολογούσε με θεία αταραξία ο φιλοτεχνούμενος, για να δεχτεί αγωνιώδεις ικεσίες να παραμείνει στη ζωή. Ο Λέοναρντ Κοέν όμως δεν σκόπευε να αλλάξει τροπάρι. Την πρόσφατη βράβευση με Νομπέλ του ομότιμού του Μπομπ Ντίλαν την είχε ήδη σχολιάσει με το περίφημο «είναι σαν να δίνεις μετάλλιο στο Εβερεστ επειδή είναι το ψηλότερο βουνό». Τι το μακάβριο είχε αυτό; Μα ήταν σαν να μίλαγε για έναν νεότερό του ο γηραιότερος υπηρέτης του παλατιού.

Το 14ο άλμπουμ του, που κυκλοφόρησε την Παρασκευή, δεν βοηθάει και πολύ την κατάσταση. Ο τίτλος είναι «You want it darker»: πριν αναρωτηθεί κανείς αν πρόκειται για διαπίστωση, παράπονο ή απορία, στο άκουσμα και μόνο της φράσης «το θες πιο σκοτεινό», όλο και κάτι θα νιώσει να έρπει στον αυχένα του. Ομοίως άραγε και στα τραγούδια; Επειτα από 82 χρόνια, η φωνή του Κοέν (έστω, το βαθύ μουρμουρητό του) έχει αποκτήσει μια χροιά μεταξύ ήττας και αψηφισιάς.

Η μουσική πίσω της, σε παραγωγή του Aνταμ Κοέν, περιλαμβάνει χαμηλόφωνα καμπανιστές κιθάρες, νανουριστικά πλήκτρα και μοναχικά βιολιά, αλλά κι εκείνα τα ζεστά γυναικεία φωνητικά που σπάνια λείπουν από τα έργα (και τις ημέρες βεβαίως βεβαίως) του ανδρός. Στο αναχωρητικό «Leaving the table» υπάρχει μια αίσθηση τακτοποίησης λογαριασμών. Στο «On the level», ένας άνδρας που κάποτε «πολεμούσε τον πειρασμό αλλά δεν επιθυμούσε τη νίκη» ομολογεί ότι «το κτήνος έχει εξημερωθεί».

Το «Traveling light» (με την ελληνική εσάνς και τα φωνητικά της Αθηνάς Ανδρεάδη στο ρεφρέν) δεν είναι βέβαιο αν αναφέρεται στην απουσία δεσμεύσεων ή στο τελευταίο ταξίδι. Και στο ομώνυμο τραγούδι, στην περίπτωση που ο Κοέν, όπως έκανε κάποτε κι ο Αβραάμ στον Θεό, απευθύνεται στον κύριό του, τότε εκτός από κάτι βιβλικό τού λέει και «αν εσύ κάνεις τη μοιρασιά, εγώ βγαίνω από το παιχνίδι».

Χρόνος και θάνατος

Το προφίλ στο «New Yorker» σχεδόν επιβεβαιώνει τα παραπάνω. Οχι βέβαια στα μέρη που αφηγείται όλη τη ζωή του τραγουδοποιού, από τον πρώτο δίσκο του 1967, τα χρόνια στο Λονδίνο και τη συγγραφή με κρατική χορηγία μέχρι τη χρόνια κατάθλιψη και την καλογερική του 1996 (αν και, από όλους τους λόγους για να διατρέξει κανείς έναν ολόκληρο βίο, ο ένας τουλάχιστον είναι μακάβριος), αλλά γιατί ειδικά στο πολυσυζητημένο σημείο ο άνθρωπός μας έλεγε πράγματα που συνήθως λέγονται σε «ηλιοβασιλέματα».

«Η μεγάλη αλλαγή έρχεται με την εγγύτητα στον θάνατο. Είμαι τακτικός τύπος, μου αρέσει να συγυρίζω τα πράγματα αν μπορώ» παρατηρούσε. «Δεν γνωρίζω πόσα ακόμα θα προφτάσω να κάνω, γιατί σε αυτήν τη φάση βιώνω μια βαθιά κόπωση. Υπάρχουν στιγμές που απλώς πρέπει να ξαπλώσω» συμπλήρωνε. Της επίμαχης φράσης είχε προηγηθεί η επιθυμία «να κανονίσει μερικές δουλειές», χώρια κάτι αφηγήσεις του ίδιου του Ντέιβιντ Ρέμνικ: σε μια συνάντηση του δημοσιογράφου το 2013 με τη Σάρον Ρόμπινσον, έπειτα από μια συναυλία που έμοιαζε να κλείνει οριστικά το θέμα των μεγάλων κοενικών τουρνέ, η συνεργάτρια του Καναδού είχε πει «όλοι ξέρουμε ότι τα πάντα έχουν ένα τέλος».

Τη μέρα που ο συντάκτης καθυστέρησε στο ραντεβού του με τον συνεντευξιαζόμενο, άκουσε μια κατσάδα που του θύμισε τα χρόνια στο σχολείο. Δεν μπορούσε να χάνει τον ελάχιστο χρόνο του με συντάκτες περιοδικών, του έλεγε ατάραχος ο Κοέν. Τέτοιο στήσιμο ήταν στα όρια της «κακοποίησης ηλικιωμένου».

Οσο και να το θέλουμε λοιπόν, δύσκολα το πράγμα γίνεται «πιο σκοτεινό». Μην τρελαθούμε όμως: ούτε τώρα έγινε ο Κοέν αυτό που λέμε γέρος ούτε είναι η πρώτη φορά που ο ίδιος αναμετριέται με τον Χάρο. «Πονάω εκεί που κάποτε έπαιζα» τραγουδούσε ήδη από το 1988 στο «Tower song». Σύμφωνοι, από εκεί που το διάστημα μεταξύ 1980-2010 ηχογραφούσε όλα κι όλα πέντε άλμπουμ, την τελευταία πενταετία έχει κυκλοφορήσει τρία: μια αίσθηση επείγοντος είναι ορατή.
Το «You want it darker», ωστόσο, μπορεί να απευθύνεται τόσο στον Θεό όσο και στον κόσμο ολόκληρο (που πάει από το σκοτεινό στο σκοτεινότερο) ή στο ίδιο το κοινό του μουσικού –χαρακτηριστικά, το «Treaty» μοιάζει εκτός των άλλων και πολιτικά απαισιόδοξο, ενώ σε εκείνους τους ανήσυχους καλεσμένους ενός πρόσφατου σουαρέ του Καναδικού Συμβουλίου στο Λος Αντζελες ο άνθρωπός μας είχε σπεύσει να διευκρινίσει ότι σκοπεύει να ζήσει μέχρι τα 120. Και εδώ που τα λέμε, με αυτά που βλέπει στο σινάφι του, δικαίωμά του να αντιμετωπίζει όσο θάνατο θέλει, όπως θέλει.

Εκεί που ο Ντέιβιντ Μπάουι γνώριζε για το τέλος και το υπονοούσε στο «Blackstar», ο Κοέν απλώς αποδέχεται ότι το τέλος ίσως δεν αργεί. Ο πρώτος σχεδόν το νίκησε, κάνοντάς το τέχνη –«θανάτω, θάνατον πατήσας» που λένε και οι Γραφές. Ο δεύτερος, όπως κι ο Αβραάμ όταν τον κάλεσε ο Κύριός του, απαντά μέσω του «You want it darker» με τη βιβλική λέξη «hineni» που ακούγεται στο ομώνυμο τραγούδι. Στα εβραϊκά σημαίνει «εδώ είμαι». Θα μπορούσε κανείς να συμπληρώσει «εσένα δεν βλέπω όμως».