Η κυβερνητική εκπρόσωπος περίμενε «πιθανότατα» τον Νίκο Χριστοδουλάκη. Επιβεβαίωσε ότι ο πρώην υπουργός προαλειφόταν τουλάχιστον για επικεφαλής της επιτροπής για το χρέος –αν όχι με πιο ισχυρά κυβερνητικά αλείμματα. Ηταν μια επιβεβαίωση που διαψεύστηκε από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο. Μένει τώρα να επιβεβαιωθεί και η διάψευση.

Η παραδοξολογία είναι συχνά απαραίτητη για να περιγράψει την πολιτική πραγματικότητα –που δεν είναι ποτέ μονόχρωμη. Μονόχρωμος δεν είναι ούτε ο Χριστοδουλάκης. Εχει κάνει κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ για τη διαπραγματευτική τακτική και το μείγμα των μέτρων της πρώτης αξιολόγησης –κριτική που ποτέ δεν κλιμακώθηκε σε ανάθεμα. Βρίσκεται όμως και κοντά στις κυβερνητικές θέσεις με την αντι-ΔΝΤ και αντινεοφιλελεύθερη οπτική του.

Οσοι ξέρουν τον Χριστοδουλάκη λένε ότι δεν είναι ένας ακαδημαϊκός που απλώς έκανε sabbatical στην πολιτική. Είναι το αντίστροφο: ένας πολιτικός με ακαδημαϊκή συγκρότηση που ποτέ δεν απέσυρε το ενδιαφέρον του για τα δημόσια πράγματα.

Ο τρόπος με τον οποίο ο καθηγητής χειρίστηκε το υπηρεσιακό του χαρτοφυλάκιο τον Σεπτέμβριο του 2015 επιβεβαιώνει αυτό το ψυχογράφημα. Τίποτε στη σύντομη πολιτεία του στο Ανάπτυξης δεν πρόδιδε επίγνωση της προσωρινότητάς της.

Εκτοτε τα σενάρια περί προσέγγισής του με τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν τόσο πυκνά, όσο και οι χρησμοί περί ανασχηματισμού. Τώρα αναζωπυρώνονται στον απόηχο της στρατολόγησης Μουζέλη στη συριζαϊκή Επιτροπή Διαλόγου για το Σύνταγμα. Καλά οι καραμανλικοί. Καλά οι επιζώντες του παλαιοζωικού ΠΑΣΟΚ. Αλλά οι σημιτικοί; Τι γυρεύουν στην αυλή του Τσίπρα;

Δεν είναι όμοιες όλες οι περιπτώσεις. Ο Χριστοδουλάκης παραπέμπει στις συνεντεύξεις του, τις ομιλίες και την αρθρογραφία του, όταν τον ρωτούν αν πλησιάζει στον ΣΥΡΙΖΑ –σε ένα στυλ «εγώ δεν αλλάζω τις απόψεις μου». Πρόκειται για μια απάντηση που αφήνει χώρο στο ενδεχόμενο να μετακινηθεί η κυβέρνηση προς τις χριστοδουλάκειες απόψεις. Να υιοθετήσει, ας πούμε, την αποφλοιωμένη από την αριστερή κοινοτοπία, στρατηγική για το χρέος που

ο ίδιος παρουσίασε προχθές στη Βουλή.

Επιδέχεται η τσιπρική διακυβέρνηση τέτοιες μεταστροφές; Θα απαντούσε καταφατικά μόνο ένας –για να το πούμε κομψά –ιδεαλιστής. Μόνο ένας τεχνοκράτης, με μεγάλη διδασκαλική αυτοπεποίθηση, που θα πίστευε ότι μπορεί σε αυτήν την κυβέρνηση να ασκήσει αγαθή κηδεμονία, απεγκλωβίζοντάς την από τις συνθηματολογικές και γνήσια δογματικές της καθηλώσεις.

Οποιος άκουσε χθες τον Τσίπρα μάλλον δεν πρέπει να έχει τέτοιες ψευδαισθήσεις. Και, συνδυαστικά, όποιος διάβασε την υπέρ ΣΥΡΙΖΑ ομολογία του Μουζέλη θα πρέπει να έχει πειστεί: Η όποια ώσμωση του Τσίπρα με τους σημιτικούς δεν γίνεται τάχα επειδή εκείνος μπορεί να «εκσυγχρονιστεί». Γίνεται επειδή κάποιοι εκσυγχρονιστές εκκουβελίζονται.