Οταν μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα βρίσκεται για ένα διάστημα στο προσκήνιο της διεθνούς προσοχής, καταλήγει συνήθως θύμα του ενδιαφέροντος που προκαλεί. Θέλοντας να αντλήσει και να διατηρήσει οφέλη από αυτό το ενδιαφέρον, προσαρμόζεται στα στερεότυπα που έχει γι’ αυτήν ο έξω κόσμος. Και όταν, όπως συμβαίνει πάντοτε, οι διαθέσεις αλλάξουν και η ίδια πάψει να είναι πόλος έλξης του νου ή των αισθήσεων μένει με μια μάσκα που δεν ξεκολλάει από πάνω της και γίνεται η μοίρα της, μοίρα καρατερίστα ηθοποιού ταυτισμένου με έναν ρόλο χωρίς πέραση πλέον. Ο φιλελληνισμός παρήλθε, αλλά μας άφησε κληρονομιά τη στείρα αρχαιοπληξία. Ο Ζορμπάς έχει συνταξιοδοτηθεί προ πολλού από τους tour operators, αλλά ο ελληνικός τουρισμός ποντάρει ακόμη σε αυτό το brand.

Κάτι τέτοια σκεφτόμουν διαβάζοντας το πρόγραμμα των αθηναϊκών «δράσεων» της Documenta 14 με τον περίεργο γενικό τίτλο «Μαθαίνοντας από την Αθήνα». Ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος κατάλαβε τι περιμένουν οι διοργανωτές να μάθουν οι ίδιοι και το κοινό τους από την Αθήνα. Αυτό όμως δεν έχει σημασία, γιατί ό,τι θεωρούν πως μπορούν να μάθουν είναι βέβαιοι ότι το ξέρουν ήδη και πάντως δεν έχει σχέση με την πραγματική Αθήνα. Εχει σχέση με μια Αθήνα (και μια Ελλάδα) σε ρόλο κατατρεγμένης, βαρυστέναχτης Γενοβέφας που υποδέχεται στο φτωχικό της τους ανά τον κόσμο αναξιοπαθούντες και αλλοπαρμένους, δηλαδή όλο το freak cabinet της παράνοιας μιας εκφυλισμένης Αριστεράς: από τους ταριχευμένους πρωθιερείς των επαναστατικών τελετουργιών του ’70 όπως ο Τόνι Νέγκρι μέχρι την queer κοινότητα των τραβεστί, τρανσέξουαλ κ.λπ., από τους αυτονομιστές Σάμι της Σκανδιναβίας και Ινουίτ του Καναδά μέχρι τους πιστούς του ecosex (όρος που η εξήγησή του ακούγεται ακόμη πιο γελοία από όσο ο ίδιος). Ολοι αυτοί, μαζί και η Γενοβέφα, θα κάνουν λέει «ασκήσεις ελευθερίας» σε μια «Βουλή των Σωμάτων» –άλλοι δυο απίθανοι όροι, οι οποίοι φέρνουν στο μυαλό παρτούζα, μολονότι φαντάζομαι ότι ο συνειρμός αυτός θα άρεσε στους διοργανωτές, αν δεν τον επιδίωξαν κιόλας.

Κάποια στιγμή ο θίασος θα τραβήξει για άλλα μέρη, οπωσδήποτε από εκείνα όπου μια καπιταλιστική δημοκρατία ή (όπως όταν πήγε στην Καμπούλ) μια ιμπεριαλιστική στρατιωτική δύναμη θα εγγυάται την ασφάλειά του. Και η Γενοβέφα θα μείνει μόνη, ελπίζοντας πως η θρηνητική πόζα της θα εξακολουθήσει να συγκινεί τους πονόψυχους όλου του κόσμου και θα τους κάνει να ανοίγουν το πουγκί τους.

Στο μυθιστόρημα του Ουγκό «Ο άνθρωπος που γελά» ένας νέος με παραμορφωμένο πρόσωπο, που τον κάνει να φαίνεται μόνιμα σαν να γελά από το ένα αφτί ώς το άλλο, χρησιμοποιείται από τον θιασάρχη ενός πλανόδιου τσίρκου ως ατραξιόν του προγράμματός του. Δεν είναι όμως μόνο το αφύσικα γελαστό πρόσωπο που μπορεί να γίνει επικερδές θέαμα. Είναι και το αφύσικα κλαμένο. Η Documenta ανήγαγε την Αθήνα σε εμβληματική δυστοπία και πανδέκτη των κάθε λογής περιθωρίων αυτού του κόσμου, ενός κόσμου όμως που τέτοιες γκραν γκινιόλ παραστάσεις τον τραβούν όσο και οι εξωτικοί παράδεισοι. Για μια φορά θα συμφωνήσουμε με τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος απέρριψε τη διοργάνωση ως gimmick (πυροτέχνημα) που καλλιεργεί έναν τουρισμό της κρίσης.

Δεν εκπλήσσει ότι ο κ. Καμίνης χαιρέτισε την Documenta 14, μάλιστα μίλησε ανοιχτά για το τουριστικό όφελος που μπορεί να αποφέρει στην πόλη. Κατανοητό. Θα του πρότεινα όμως, για να πάρει μια μικρή γεύση μιας αληθινά, μόνιμα και καθόλου τουριστικά δυστοπικής Αθήνας, να κάνει μια βόλτα στην Καλλιρρόης. Θα δει τα πεζοδρόμια εκατέρωθεν της πρασιάς του τραμ φραγμένα από πελώριους σωρούς με κλαδιά των δέντρων που κλάδεψαν οι εργάτες της υπηρεσίας του και τα αφήνουν εκεί έναν μήνα τώρα. Για να περάσεις, πρέπει να κάνεις «ασκήσεις ελευθερίας» πάνω στις ράγες του τραμ, με ανοιχτό το ενδεχόμενο να καταλήξεις όχι στη Βουλή των Σωμάτων αλλά στη Βουλή των Πτωμάτων.