Βάλτε μπροστά σε έναν έφηβο μια σανίδα με στρογγυλεμένες άκρες και ρωτήστε τον τι ονειρεύεται να κάνει με αυτήν. Το πιθανότερο είναι να σας πει ότι ονειρεύεται να σκίσει τα κύματα με αυτήν τη σανίδα. Βλέπει μια ιστιοσανίδα με την οποία θα σερφάρει ή μια σανίδα θαλάσσης. Ισως ακόμα να δει ένα σκέιτμπορντ, αν είναι στεριανός τύπος. Τώρα, βάλτε του την παράμετρο της εργασίας. Πώς να ζήσει με αυτήν τη σανίδα. Οι πιο πρακτικοί ίσως να δουν έναν πάγκο ξυλουργού. Αλλά πολλοί θα περιγράψουν μια σανίδα σιδερώματος.

Η απόσταση από τη σανίδα του σερφ μέχρι τη σανίδα σιδερώματος είναι ανάλογη με την απόσταση από το τι ονειρεύεται κανείς να κάνει στη ζωή του μέχρι το τι τελικά επιλέγει να κάνει, όταν συνυπολογίσει την εποχή της κρίσης και την αναγκαιότητα του βιοπορισμού. Η ίδια απόσταση χωρίζει τις πρώτες προτιμήσεις των φετινών υποψηφίων των Πανελλαδικών από τις συνολικές προτιμήσεις των σχολών.

Ποιο είναι το παράδοξο

Κοιτάξτε κάτι παράδοξο: αν εξετάσουμε τις πρώτες προτιμήσεις των υποψηφίων, βλέπουμε ότι προηγούνται οι σχολές-εθνικά σύμβολα: Ιατρική και Νομική (εννοείται της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης). Δηλαδή, θα πει κανείς, οι νέοι θέλουν να γίνουν γιατροί και δικηγόροι. Κι αυτό είναι τόσο διαχρονικό, ώστε το θυμάμαι να συμβαίνει εδώ και σχεδόν 20 χρόνια που παρακολουθώ τις εκπαιδευτικές εξελίξεις, ίδιο κι απαράλλαχτο. Εκτός από γιατροί και δικηγόροι, οι νέοι θέλουν να γίνουν ηλεκτρολόγοι – μηχανικοί του Πολυτεχνείου, να ασχοληθούν με τα χρηματοοικονομικά (στο πλέον περιζήτητο τμήμα της πάλαι ποτέ ΑΣΟΕΕ, νυν ΟΠΑ) και επίσης να γίνουν ψυχολόγοι, πάντα σπουδάζοντας σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, γιατί δεν υπάρχουν και λεφτά να φύγουν από το σπίτι.

Είναι όμως πράγματι έτσι;

Οι πρώτες προτιμήσεις απεικονίζουν τον ορθολογισμό. Δηλώνει κανείς πρώτη στο Μηχανογραφικό τη σχολή όπου επιθυμεί να μπει, συνυπολογίζοντας την πιθανότητα να έχει πιάσει τον βαθμό, την επαγγελματική του εξέλιξη, τον κοινωνικό περίγυρο, τη μαμά και τον μπαμπά, τον τόπο κατοικίας, τα οικονομικά του κ.λπ. Η πρώτη προτίμηση είναι η σανίδα σιδερώματος κι ο πάγκος του μαραγκού.

Πραγματισμός και επιθυμία

Τι διαπιστώνουμε όμως αν κοιτάξουμε το σύνολο των προτιμήσεων; Ποιες σχολές συγκεντρώνουν τις περισσότερες προτιμήσεις των νέων της κρίσης συνολικά; Προσέξτε ότι εδώ δεν υπεισέρχεται ο πραγματισμός, αφού μετά τις 4-5 πρώτες προτιμήσεις ο υποψήφιος αισθάνεται πια ελεύθερος να συμπληρώσει μια σχολή όπου πραγματικά θα ήθελε να μπει: πρώτη σχολή λοιπόν σε προτιμήσεις είναι το Τμήμα Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών του ΤΕΙ Αθήνας, το οποίο δεν είναι καμιά υψηλόβαθμη σχολή, αφού φέτος η βάση του ήταν 12.412 μόρια. Ακολουθεί η Σχολή Κινηματογράφου του Αριστοτελείου στη Θεσσαλονίκη με 11.475 προτιμήσεις και βάση φέτος 14.890 μόρια. Τι άλλο υπάρχει; Τέχνες Ηχου και Εικόνας στην Κέρκυρα, Ιστορία και Θεωρία της Επιστήμης αλλά και Κοινωνιολογία στην Αθήνα, και ακόμα Κοινωνική Εργασία, Φιλοσοφία – Παιδαγωγική – Ψυχολογία, Φυσικοθεραπεία, Τεχνολογία της Γεωπονίας κ.ά. Οι συνολικές προτιμήσεις είναι αυτό που κάποιος απόγονος του Καρλ Γιουνγκ θα βάφτιζε συλλογικό ασυνείδητο του υποψήφιου φοιτητή: μια περιοχή της προφοιτητικής ψυχής που είναι άπειρα αρχαιότερη από την προσωπική ζωή του ατόμου. Εγώ θα έλεγα, απλούστερα, ότι οι συνολικές προτιμήσεις είναι η σανίδα του σερφ της ψυχής των εφήβων. Θέλουν να γίνουν φωτογράφοι, κινηματογραφιστές και φιλόσοφοι και καταλήγουν γιατροί, δικηγόροι κι αστυνομικοί. Πιο ρομαντικά, ονειρεύονται να σερφάρουν στα κύματα και καταλήγουν να σιδερώνουν.

Η Εκθεση το 1985

Τώρα, ας πάμε λίγο πίσω στον χρόνο. Ας ξεκινήσουμε π.χ. από το μακρινό 1985, όταν ένα θέμα με απρόσμενες λέξεις στην Εκθεση προκαλεί παταγώδη αποτυχία και πάμπολλες συζητήσεις στην εκπαιδευτική κοινότητα. Ισως το θυμάστε οι μεγαλύτεροι: «Ο άνθρωπος που θέλει να διαπρέψει σε μια επιστήμη ή τέχνη δεν αποβλέπει πια στην προσωπική του μόνο ευδοκίμηση, αλλά προσφέρει και στους άλλους πολύτιμη αρωγή». Την εποχή εκείνη η καθημερινή ζωή είναι διαφορετική. Στον κόσμο υπάρχουν ακόμα ο κομμουνισμός και το Τείχος του Βερολίνου και στην Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ. Η οικονομική κρίση δεν υπάρχει ούτε σαν υποψία –εξάλλου ο υπουργός Οικονομικών λέγεται Τσοβόλας. Κι όμως, οι –παταγωδώς αποτυχόντες –στην Εκθεση εκείνης της εποχής και πάλι διάλεγαν στις πρώτες τους προτιμήσεις τη Νομική και την Ιατρική. Διότι οι άνθρωποι διαχρονικά θέλουν να ευδοκιμήσουν με την αρωγή του επαγγέλματος.

Ωστόσο, αν και γιατροί και δικηγόροι, οι έλληνες έφηβοι (εδώ ας μη μιλήσουμε για την αγία ελληνική οικογένεια και τα μικροαστικά της όνειρα γιατί θα πλατειάσουμε), αμέσως μόλις οι Στρατιωτικές και Αστυνομικές Σχολές μπήκαν στο Μηχανογραφικό Δελτίο τη δεκαετία του 1990, άρχισαν να θέλουν να γίνονται στρατιωτικοί και αστυνομικοί. Διότι αυτά τα επαγγέλματα ήταν ένας άλλος τρόπος να μπει κανείς στον δημόσιο τομέα, που τότε μεσουρανούσε, και να μην ψάχνει για δουλειά.

Οι πρώτες επιλογές των υποψηφίων είχαν επίσης –και ακόμα έχουν –άμεση συνάρτηση με τα επαγγέλματα που κάθε εποχή εγγυώνται επαγγελματική αποκατάσταση. Ετσι άνθησαν τα παραϊατρικά επαγγέλματα των ΤΕΙ (εργοθεραπείες, φυσικοθεραπείες, λογοθεραπείες κ.λπ.) τη δεκαετία του 1990 και την ίδια περίπου εποχή ήρθε και η άνθηση των πανεπιστημιακών Σχολών Δημοσιογραφίας. Συνέπεσε βέβαια με την έκρηξη της ιδιωτικής τηλεόρασης και ραδιοφωνίας και το επάγγελμα βρισκόταν στα –πολύ –πάνω του. Πού να φανταστούν οι τότε υποψήφιοι τη σημερινή εξέλιξη των πραγμάτων στον χώρο!

Με την αλλαγή του αιώνα

Μετά ήρθε η έκρηξη της πληροφορικής. Την ίδια εποχή που οι μετοχές των εταιρειών πληροφορικής και Ιντερνετ πουλούσαν σαν ζεστά κουλούρια στην Αμερική, οι έλληνες υποψήφιοι εκτίνασσαν τις βάσεις των Σχολών Πληροφορικής. Βέβαια, λίγο καιρό αργότερα, με την αλλαγή του αιώνα, έσκασε η περίφημη φούσκα των εταιρειών ντοτ-κομ και λίγο μετά άρχισαν και οι πρώτοι έλληνες πληροφορικάριοι να μη βρίσκουν δουλειά, αφού πλέον η αγορά είχε μπουκώσει.

Τέλος, μόλις οι έλληνες γονείς έμαθαν ότι μας λείπουν δάσκαλοι, έστρεψαν τα παιδιά τους στις Παιδαγωγικές. Το 2002 όποιος είχε κάπου 14.500 μόρια εισαγόταν στο Παιδαγωγικό Αθήνας. Από τότε μέχρι το 2009 οι βάσεις έφτασαν σε δυσθεώρητα ύψη λόγω των αθρόων διορισμών των δασκάλων. Ετσι, το 2009 είχαμε πληθωρισμό αριστούχων και τα Παιδαγωγικά όλων των Πανεπιστημίων έκαναν άλμα στις βάσεις εισαγωγής τους. Για να φτάσουμε στο σημερινό κατάντημα των Παιδαγωγικών Σχολών, που από τα ύψη έπεσαν στα βάθη και εισάγονται υποψήφιοι με βαθμούς 8 και 9 με άριστα το 20. Γιατί; Μα μόνο και μόνο γιατί δεν παρέχουν πια επαγγελματική αποκατάσταση. Δεν άλλαξαν οι Παιδαγωγικές Σχολές, άλλαξε η οπτική μας γι’ αυτές και κυρίως άλλαξε ο ωφελιμισμός. Της κρίσης φυσικά υποβοηθούσης.

Για να καταλήξουμε δηλαδή εκεί ακριβώς όπου ξεκινήσαμε. Στο πώς η σανίδα του σερφ γίνεται σιδερώστρα.