Μεγαλύτερη αβάντα από αυτή του Νίκου Φίλη δεν περίμεναν οι διοργανωτές του #παραιτηθείτε. Δεν κρύφτηκαν, το ομολόγησαν δημοσίως. Μια εκδήλωση που πήγαινε άπατη, με την κοινωνία αδιάφορη και τον κόσμο αποσυσπειρωμένο, ξαφνικά απέκτησε δυναμική. Περίπου τα ίδια λένε και στη Νέα Δημοκρατία. Δεν σκόπευαν να προμοτάρουν φανερά την εκδήλωση αφού δεν ήθελαν να την καπελώσουν –υποτίθεται ότι εκδηλώσεις με διαδικτυακές αφετηρίες δεν έχουν κομματικό πατρονάρισμα. Την αντιμετώπιζαν όμως σαν ένα πρώτο στάδιο κινητοποιήσεων απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Και ξαφνικά η εκδήλωση έγινε ζήτημα πολιτικής αντιπαράθεσης και κάποιοι, που είχαν αμφιβολίες για την αξία της συγκέντρωσης της 15ης Ιουνίου, αλλάζουν γνώμη και θα συμμετάσχουν.

Η γνώμη του Νίκου Φίλη για τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις –που υποστήριξε ότι βρίσκονται στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας –τοποθετείται στα όρια της πολιτικής τρολιάς. Είναι προφανές ότι ο υπουργός Παιδείας δεν ξέχασε ούτε τους Αγανακτισμένους της πλατείας ούτε τις φιλοκυβερνητικές συγκεντρώσεις «αξιοπρέπειας». Η στοχοποίηση όμως των Μένουμε Ευρώπη και των σχημάτων που τους ακολουθούν εξυπηρετεί έναν κυβερνητικό σχεδιασμό: να υπενθυμίσει τη βασική ταξική διαχωριστική γραμμή που οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επιθυμούν να επιβάλουν με το Κίνημα της Γραβάτας, τα λευκά κολάρα και τα Ναι του καλοκαιρινού δημοψηφίσματος. Τα κυβερνητικά στελέχη το υπερτονίζουν με κάθε ευκαιρία όσο κι αν στο Μέγαρο Μαξίμου κρατούν αποστάσεις από την επιθετική ρητορική. Οι δηλώσεις Φίλη μπορεί να υποκρύπτουν τον φόβο που προκαλούν στην Αριστερά τα κινήματα τύπου Κατσαρόλας, πιθανότατα όμως περιέχουν και μια δόση πολιτικού τακτικισμού απέναντι στην αντιπολίτευση: τη μάχη της πλατείας ο ΣΥΡΙΖΑ την κέρδισε κατά κράτος τα χρόνια του αντιμνημονίου. Τα τραπεζάκια στην Πλατεία Συντάγματος μετατράπηκαν, για πολιτικούς τύπου Βαρουφάκη και Κατρούγκαλου, σε βατήρες για υπουργικούς θώκους. Η πρόκληση λοιπόν είναι εδώ: μπορεί η σημερινή αντιπολίτευση να κινητοποιήσει ένα αντίστοιχο μαζικό κίνημα διαμαρτυρίας με διάρκεια; Μπορούν οι «ανώνυμες» διαδικτυακές συναθροίσεις να παραγάγουν πολιτικό αποτέλεσμα;

Το ερώτημα μοιάζει να το θέτει η κυβέρνηση για να το απαντήσει η αντιπολίτευση. Προηγουμένως όμως πρέπει να μετρήσει το πόσο ωρίμασε η ελληνική κοινωνία έπειτα από πέντε εκλογικές αναμετρήσεις, δύο ψηφισμένα Μνημόνια και ένα δημοψήφισμα. Και τι απόθεμα πολιτικής υπεραξίας υπάρχει πια στα πεζοδρόμια. Με άλλα λόγια, αν έχει νόημα η μάχη της πλατείας 2.0. Στη Νέα Δημοκρατία γνωρίζουν καλά ότι το αστικό κομμάτι της κοινωνίας δεν είναι συνηθισμένο στη μάχη του πεζοδρομίου. Για αυτό και δεν επενδύουν στρατηγικά και πολιτικά σε αυτό το τερέν. Περίπου τα ίδια λένε και στο ΠΑΣΟΚ αφού θεωρούν ότι δεν υπάρχει σαφές πολιτικό διακύβευμα. Αλλωστε το εγχείρημα των #παραιτηθείτε κρύβει μια εγγενή αντίφαση: ως παιδί των Μένουμε Ευρώπη, υποτίθεται ότι κουβαλά τα στοιχεία μιας μετριοπαθούς, φιλευρωπαϊκής και αντιδιχαστικής διάθεσης. Στο συμβολικό πεδίο, όμως, γεννά εικόνες των Αγανακτισμένων. Αυτομάτως θα προκληθούν συγκρίσεις. Το καλοκαίρι του 2016, όμως, δεν μοιάζει –ευτυχώς –με το καλοκαίρι του 2011.