«Δεν πρέπει να κάνουμε σαν να έχει προκύψει νέα κρίση», είπε προχθές ο Πιερ Μοσκοβισί, μιλώντας στο Ευρωκοινοβούλιο. Γνώστες των ευρωπαϊκών θεμάτων υποστηρίζουν ότι ο επίτροπος Οικονομικών της ΕΕ έστελνε ένα διπλό μήνυμα στους πρωταγωνιστές του νέου ελληνικού δράματος. Από τη μια, στο ΔΝΤ που τραβάει στα άκρα τις απαιτήσεις του απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση και ζητά τη νομοθέτηση σκληρών προληπτικών μέτρων και, από την άλλη, στην Αθήνα που δείχνει πανικόβλητη και αναζητά για μια ακόμη φορά πολιτική λύση. Αλλωστε τα τηλεφωνήματα Τσίπρα στον Τουσκ στα οποία ζητούσε σύγκληση της συνόδου κορυφής των χωρών της ευρωζώνης εκλαμβάνονται από τους ευρωπαίους αξιωματούχους ως κίνηση πολιτικού συμβολισμού και όχι ουσίας, από εκείνες που η Αθήνα τούς έχει πια συνηθίσει.

Οι κοινοτικοί, βέβαια, βλέπουν αλλιώς την ελληνική υπόθεση και θα προτιμούσαν γεφύρωμα των διαφωνιών και κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος πριν από το βρετανικό δημοψήφισμα. Οι κρίσεις στο εσωτερικό της Ενωσης είναι πολλαπλές και ταυτόχρονες, πλησιάζουν και ισπανικές εκλογές την ώρα που στην Αυστρία θριαμβεύουν οι Ακροδεξιοί ενώ κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη της βραδυφλεγούς βόμβας του Προσφυγικού. Το τελευταίο που θέλουν στις Βρυξέλλες είναι μια αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης. Αυτό πάντως δεν ισχύει για το ΔΝΤ, που δεν είναι ευρωπαϊκός θεσμός και είναι αυτό που ζητά την εξειδίκευση του σκληρού έξτρα πακέτου για να συναινέσει στην παρουσία του στο ελληνικό πρόγραμμα. Εδώ υπάρχει και μια υπόκωφη ένταση μεταξύ Κομισιόν και Ταμείου όπου ο κάθε οργανισμός αμφισβητεί τα στοιχεία και τους υπολογισμούς του άλλου, ενώ στη μέση βρίσκεται η Γερμανία που χρειάζεται την παρουσία του ΔΝΤ για να περάσει πολιτικά το ελληνικό πρόγραμμα στο δικό της εσωτερικό πολιτικό πεδίο. Από τη στιγμή μάλιστα που η Γερμανία έχει αποφασίσει να κάνει ελάχιστες παραχωρήσεις στο θέμα του ελληνικού χρέους, δεν πρόκειται να πιέσει το ΔΝΤ να κάνει πίσω στα έξτρα μέτρα που ζητά. Και κάπως έτσι οδηγούμαστε στο σημερινό αδιέξοδο.

Για να φτάσουμε εδώ η κυβέρνηση επένδυσε και φέτος στο σίκουελ της ηρωικής διαπραγμάτευσης. Καλλιέργησε αρχικά ένα κλίμα αισιοδοξίας για το κλείσιμο της αξιολόγησης, μετά αναζήτησε ερείσματα σε έναν κύκλο πολιτικών επαφών στο εξωτερικό ώσπου οδηγήθηκε εκ νέου σε ένα στέγνωμα των δημοσίων ταμείων. Εντάξει, στο σενάριο αυτό υπάρχει κι ένα παιχνίδι συσπείρωσης της κυβερνητικής πλειοψηφίας ενόψει ψηφοφοριών στη Βουλή, όμως αυτή τη φορά το πακέτο – κάβα που ζητά το ΔΝΤ θα αποτελείται ουσιαστικά από μειώσεις μισθών και συντάξεων, ένα πακέτο πολιτικά μη διαχειρίσιμο για τους βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ηδη κάποιοι ψέλλισαν ότι προτιμούν την προσφυγή στον λαό από το να ψηφίσουν μέτρα με τόσο βαρύ πολιτικό φορτίο. Η επανάληψη του ίδιου πολιτικού έργου όμως δεν μπορεί να πουλήσει ξανά τα ίδια εκλογικά εισιτήρια. Η κυβέρνηση έχει κουράσει μέσα κι έξω, ενώ έχει καταφέρει να στεγνώσει την οικονομία. Και η υπομονή των ξένων θα εξαντληθεί ειδικά εάν τα υπόλοιπα ανοιχτά μέτωπα στην Ευρώπη βρουν ένα μονοπάτι επίλυσης. Κάποιοι σκέφτονται την κορύφωση του περυσινού σεναρίου, αλλά το ερώτημα είναι εάν αυτό καταλήξει σε φάρσα ή σε τραγωδία.