Η κυβέρνηση, διά στόματος Δημήτρη Μάρδα, δεν θεωρεί ότι τα capital controls προκαλούν πρόβλημα στην οικονομία αφού, όπως είπε ο υφυπουργός Εξωτερικών, «μέχρι και οι τουρίστες τα έχουν ξεχάσει». Λίγες μόνο ώρες ύστερα από αυτή τη δήλωση, η Ηλεκτρονική Αθηνών έβαζε λουκέτο και ακόμη 450 εργαζόμενοι έμεναν άνεργοι. Είναι προφανές ότι η εταιρεία δεν κατάφερε να αντέξει τον ανταγωνισμό με τις πολυεθνικές του κλάδου, που έχουν πρόσβαση στη φθηνή χρηματοδότηση. Την οικονομική της κατάσταση όμως επιδείνωσαν οι κεφαλαιακοί έλεγχοι, αφού το σχέδιο αναδιάρθρωσης που είχε συμφωνήσει η εταιρεία με τις τράπεζες δεν μπόρεσε να λειτουργήσει. Κύμα πτωχεύσεων εξακολουθεί να σαρώνει πάντως την οικονομία, αφού οι ελληνικές εταιρείες καλούνται να λειτουργήσουν μέσα σε ένα καθεστώς συνεχούς αβεβαιότητας, υπερφορολόγησης και τραπεζικής ασφυξίας. Το αποδεικνύουν οι αριθμοί: το επιχειρηματικό ισοζύγιο παραμένει δραματικά αρνητικό στη χώρα και όπως δείχνουν και τα στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, το πρώτο τρίμηνο του 2016 διαγράφηκαν 78% περισσότερες επιχειρήσεις από ό,τι το αντίστοιχο διάστημα του 2015.

Οσο η αξιολόγηση που υποτίθεται ότι έπρεπε να κλείσει στα τέλη του 2015 σέρνεται, το κλίμα οικονομικής αβεβαιότητας παρατείνεται. Το ΙΟΒΕ υπολογίζει ύφεση 1% και για το 2016, υπό την προϋπόθεση ότι η αξιολόγηση θα κλείσει. Βλέπει επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το δεύτερο εξάμηνο, που και πάλι δεν είναι αρκετή για να επηρεάσει θετικά το πρόσημο του ΑΕΠ για ολόκληρο το 2016. Σε ανύποπτο χρόνο –τον Φεβρουάριο –ο υπουργός Οικονομικών είχε ομολογήσει ότι «καήκαμε αν η διαπραγμάτευση τραβήξει μέχρι τον Μάιο», αλλά η κυβέρνηση προτίμησε να επαναφέρει το παιχνίδι της πολιτικής διαπραγμάτευσης και η προφητεία Τσακαλώτου ξεχάστηκε. Υποτίθεται, βέβαια, ότι όλες οι πλευρές –κυρίως η Ευρώπη –θέλουν να επιταχύνουν τις εξελίξεις καθότι, λόγω προσφυγικής κρίσης και βρετανικού δημοψηφίσματος, η ελληνική εκκρεμότητα πρέπει να κλείσει.

Ολα αυτά ισχύουν, πριν όμως η κυβέρνηση φαίνεται να επιδιώκει να κερδίσει πόντους στο πεδίο της πολιτικής διαχείρισης. Για αυτό και ποντάρει πολλά στην κόντρα με το ΔΝΤ. Σε αυτό βοηθά το ότι η Κριστίν Λαγκάρντ άνοιξε ένα μικρό παράθυρο συμβιβασμού για τον ακριβή ρόλο και τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, ενώ το γεγονός ότι δεν επιμένει στο κούρεμα αλλά συμφωνεί στην παράταση λήξης και στο χαμήλωμα του επιτοκίου των ελληνικών ομολόγων φανερώνει ότι η Αθήνα δεν έχει κάτι χειροπιαστό να περιμένει από το Ταμείο –άρα, μπορεί να του χρεώσει τον ρόλο του κακού. Το κυβερνητικό αφήγημα χρειάζεται ένα σενάριο σκληρής μάχης, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, πριν οι βουλευτές κληθούν να ψηφίσουν τα μέτρα και να κλείσει η αξιολόγηση. Αυτό ακριβώς εξυπηρετούν τα ταξίδια του Πρωθυπουργού, τα μπρος – πίσω με τον ρόλο του Ταμείου αλλά και η εμπλοκή Ομπάμα. Στήνουν, δηλαδή, τα κομμάτια του διαπραγματευτικού παζλ. Στο τέλος αυτής της διαδρομής, πάντως, ακόμη κι αν κλείσει η αξιολόγηση, η ελληνική οικονομία θα εισέλθει σε φάση ακόμη μεγαλύτερης φορολόγησης, άμεσης και έμμεσης, την ώρα που οι δαπάνες του Δημοσίου παραμένουν εν πολλοίς στο απυρόβλητο. Πρόκειται για το μείγμα πολιτικής που δύσκολα θα αναστρέψει το κλίμα της τραπεζικής, επενδυτικής και οικονομικής αβεβαιότητας.