«Ο τελευταίος πειρασμός» του Νίκου Καζαντζάκη βασίζεται σε μια ιδιοφυή σύλληψη. Λίγο πριν το «τετέλεσται», ενώ ο Ιησούς σπαράζει τρυπημένος απ’ τη λόγχη, εμφανίζεται εμπρός του ένα πεντάμορφο νήπιο και του κάνει την εξής πρόταση: να αποφύγει, την ύστατη έστω στιγμή, τον θάνατο. Να κατέβει από τον σταυρό και να πιάσει τη ζωή του από εκεί όπου την άφησε όταν βαφτίστηκε στον Ιορδάνη. Να πορευτεί στη Γαλιλαία ως ξυλουργός, να παντρευτεί τη Μαγδαληνή, να αποκτήσει παιδιά και εγγόνια, να ζήσει μια ήρεμη στρωτή ζωή, γεμάτη από μικροχαρές και μικρολύπες, και να πεθάνει γαλήνια, γέροντας, στο κρεβάτι του…

Ο ίδιος πειρασμός θα μπορούσε –τηρουμένων των αναλογιών –να παρουσιαστεί σήμερα στον Αλέξη Τσίπρα.

Εάν η Ελλάδα είχε αποφύγει, έστω και παρατρίχα, τα Μνημόνια. Εάν η ριζοσπαστική Αριστερά δεν έβγαινε μπροστά διεκδικώντας την κληρονομιά του ΠΑΣΟΚ και τη διακυβέρνηση της χώρας. Πού θα βρισκόταν σήμερα ο Αλέξης;

Θα παρέμενε επικεφαλής ενός μικρού αλλά ποιοτικού κόμματος, το οποίο θα υπερασπιζόταν σθεναρά τις μειονότητες, κοινωνικές και άλλες. Θα διαδήλωνε με κεντρικό σύνθημα «Ενας Αλλος Κόσμος Είναι Εφικτός» και ουδείς θα τον προκαλούσε να αποδείξει τον ισχυρισμό του. Θα εργαζόταν με ένα λογικό ωράριο, δεξιωνόμενος στην Κουμουνδούρου παντοειδείς αντιπροσωπίες και αγορεύοντας στο Κοινοβούλιο υπέρ των δικαιωμάτων των αποκλεισμένων. Θα είχε άφθονο χρόνο για να πηγαίνει ταξίδια στο εξωτερικό, σε φεστιβάλ και συναντήσεις αδελφών κομμάτων, όπου θα έπαιρνε μαζί τη σύντροφο και τα παιδιά του, ώστε να τα μυεί στη διεκδίκηση υπό τους ήχους του Μανού Τσάο.

Οι σύντροφοί του πού θα βρίσκονταν; Θα σταδιοδρομούσαν ανέμελα ως εργολάβοι δημοσίων έργων ή πανεπιστημιακοί-συνδικαλιστές. Θα ανέπτυσσαν με περισσή ευγλωττία την κοσμοθεωρία τους σε συνέδρια και σε απονήρευτες φοιτήτριες. Θα ανελάμβαναν χωρίς τύψεις καλοπληρωμένες θέσεις συμβούλων, προέδρων πολιτιστικών οργανισμών, αρθρογράφων σε «προοδευτικές» εφημερίδες, όπου θα έκοβαν και θα έραβαν, επιδεικνύοντας την παιδεία τους.

Οι οπαδοί τους ποιοι θα ήταν; Οι πιο ευαίσθητοι συμπολίτες μας. Οσοι θα είχαν την πολυτέλεια να αγωνιούν σχετικά με το σκοτεινό πρόσωπο της παγκοσμιοποίησης περισσότερο από ό,τι για την πορεία των μισθών τους. Οι τακτικοί θαμώνες των τσιπουράδικων, οι συνδρομητές των εναλλακτικών περιοδικών, οι ορκισμένοι εχθροί των μπεστ σέλερ, καθώς και οποιουδήποτε προϊόντος απευθύνεται στις πλατιές μάζες.

Ούτε ο Πάνος Καμμένος θα εισέβαλλε στο οπτικό πεδίο του Αλέξη ούτε η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα τον ταλαιπωρούσε με τις ανελέητες απαιτήσεις και με το ακόμα πιο ανελέητο σαβουάρ βιβρ της, ούτε με τον Μπιλ Κλίντον θα αναγκαζόταν να συνομιλήσει στα σχεδόν ακατάληπτα αγγλικά του.

Το κυριότερο δε: δεν θα αγωνιούσε για την επόμενη μέρα. Για ό,τι τυχόν θα του καταλογίσουν οι διάδοχοί του στην κυβέρνηση και η Ιστορία όπως θα γραφτεί όταν κατακαθήσει ο κουρνιαχτός.

Η ζωή είναι γλυκιά όσο παραμένεις στον ρόλο του προνομιούχου θεατή. Οσο αγγίζεις με τα ακροδάχτυλά σου την πραγματικότητα και δεν βουλιάζεις ώς τα μπούνια μέσα στα σκατά της. Οσο μια ανάρτησή σου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης βαραίνει περισσότερο από μια απόφασή σου για το Ασφαλιστικό ή για το Φορολογικό, η οποία καθορίζει –εκ των πραγμάτων –την καθημερινότητα εκατομμυρίων συμπολιτών σου.

Η ζωή είναι γλυκιά για τα χαϊδεμένα παιδιά που παραμένουν ισοβίως αιώνιοι έφηβοι. Και τα βασανιστήρια ακόμα, και οι φυλακές και οι εκτελέσεις, εικονικές ή όχι, σε διαλύουν λιγότερο από το αδυσώπητο βλέμμα του γείτονα. «Σε ψήφισα για να περνάω καλύτερα. Κι εσύ μου στέρησες και αυτά, τα λίγα, που είχα» σε σφάζει δίχως να ανοίξει καν το στόμα του.

Ο Ιησούς αντιστάθηκε στον τελευταίο πειρασμό. Και έγινε ο Χριστός. Ισως γιατί ανήκε εκ γενετής σε ένα βασίλειο που δεν ήταν του κόσμου ετούτου.

Πολύ αμφιβάλλω αν ο Τσίπρας και οι συν αυτώ θα έκαναν το ίδιο.