Καθένα από τα οικονομικά προγράμματα που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα στηριζόταν στο σκεπτικό ότι μόνο η υιοθέτηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα φέρει γρήγορα την ανάκαμψη.

Κάθε όμως σοβαρή προσέγγιση των πραγματικών αποτελεσμάτων που έφεραν οι μεταρρυθμίσεις αυτές, ιδιαίτερα όσες έγιναν στη Λατινική Αμερική και στην Ανατ. Ευρώπη από το 1990 έως σήμερα, θα διέψευδε τέτοιες προσδοκίες.

Οι ιδιωτικοποιήσεις και η απελευθέρωση των αγορών στην καλύτερη περίπτωση φέρνουν ανάπτυξη σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, επιτυγχάνοντας συχνά αρνητικά αποτελέσματα σε βραχυχρόνια βάση.

Δεν είναι ότι φταίνε οι κυβερνήσεις. Αλλωστε η επιτάχυνση της ανάπτυξης είναι αρκετά συχνό φαινόμενο σε διάφορες χώρες. Ας προσπαθήσουμε να υπολογίσουμε την προσδοκώμενη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας μόνο και μόνο με βάση τις μεταρρυθμίσεις. Ακόμη και αν είμαστε υπεραισιόδοξοι, οι διαρθρωτικές αλλαγές εκτιμάται ότι θα συνεισφέρουν σε ετήσια αύξηση του ΑΕΠ 1,3% κατά μέσο όρο για τα επόμενα τρία χρόνια. Ποιο αποτέλεσμα μπορεί να έχει κάτι τέτοιο για την ευημερία της χώρας όταν το ελληνικό ΑΕΠ έχει μειωθεί 25%;

Υπάρχει ωστόσο μια άλλη στρατηγική για να μπει η Ελλάδα σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Συνίσταται στη λήψη μέτρων για να αυξηθεί η κερδοφορία των εισηγμένων στο ΧΑ εταιρειών, να ενισχυθεί η επιχειρηματικότητα και κυρίως η εξαγωγική δραστηριότητα.

Η εμπειρία άλλων χωρών παρέχει μια πλούσια λίστα με εναλλακτικά εργαλεία για την προώθηση των εξαγωγών, από φορολογικά κίνητρα σε ειδικές ζώνες έως στοχευμένα έργα υποδομής.

Με άλλα λόγια, το παράδοξο με την περίπτωση της Ελλάδας είναι το εξής: δημοσιονομικά, η στρατηγική της πρέπει να είναι όσο περισσότερο γίνεται πιο ορθόδοξη. Αλλά αν θέλει να δει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, πρέπει να χρησιμοποιήσει και ανορθόδοξα μέσα.

Ο Ντάνι Ρόντρικ είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονοµίας στη Σχολή Διακυβέρνησης Τζον Κένεντι του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ