«Ποιος είναι τελικά θαμμένος στον τάφο της Αμφίπολης;». Η ερώτηση μοιάζει σήμερα αν όχι βγαλμένη από ανέκδοτο, τουλάχιστον αδιάφορη, ξεπερασμένη και προερχόμενη από μια άλλη, ίσως πιο ξέγνοιαστη εποχή. Κι όμως έχει περάσει μόλις ένας χρόνος από τις μέρες που βρισκόταν στα χείλη όλων. Ενας χρόνος από τότε που τα πρώτα περιπολικά με εντολή του Μεγάρου Μαξίμου έσπευδαν να φυλάξουν το συλημένο, όπως αποδείχθηκε αργότερα, ταφικό μνημείο στον λόφο Καστά στην Αμφίπολη, εξάπτοντας τη φαντασία όσων βρίσκονταν μακριά για το τι μπορεί να κρύβεται κάτω από το χώμα και φουντώνοντας τις ελπίδες των περιοίκων ότι θα δουν τα ξεχασμένα χωράφια τους να μετατρέπονται σε χρυσωρυχείο.

Ενας χρόνος από τότε που ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έσπευδε, παραμονές Δεκαπενταύγουστου, να επισκεφθεί τον υπό ανασκαφή χώρο δηλώνοντας ότι «η γη της Μακεδονίας μας εξακολουθεί να μας συγκινεί και να μας εκπλήσσει» και καθιστώντας το εύρημα αντικείμενο πολιτικής προπαγάνδας.
Κι ένας χρόνος από τη στιγμή που η ανασκαφή άρχισε να γίνεται με τηλεοπτικούς όρους και χρόνους, που απέκτησε δικό της εκπρόσωπο επικοινωνίας, που προκάλεσε ορδές επισκεπτών οι οποίοι ήθελαν να δουν έστω και εξ αποστάσεως τον περιφραγμένο χώρο, πολλαπλασιάζοντας τις δουλειές των τοπικών καφενείων.

Κι από τη στιγμή που ο λόφος Καστά μετατράπηκε στο τελευταίο αποκούμπι τής τότε κυβέρνησης, η οποία τον επιστράτευσε για να υποδαυλίσει την τσακισμένη από τα Μνημόνια εθνική υπερηφάνεια των Ελλήνων, αφήνοντας να διασπείρεται η υποψία ότι ο τάφος ανήκει στον στρατηλάτη Αλέξανδρο ή σε μέλη της οικογένειάς του, επιλογή που εξυπηρετούσε ταυτοχρόνως και στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης από «καυτά» ζητήματα της οικονομίας, όπως τα λάθη στον ΕΝΦΙΑ που είχαν γίνει την ίδια περίοδο.

Οσο οι μέρες κυλούσαν, στο μεταξύ, οι πιθανοί ένοικοι του τάφου πλήθαιναν –κάποια στιγμή οι εκδοχές ξεπέρασαν τις δέκα -, το ζήτημα μονοπωλούσε τις συζητήσεις είτε επρόκειτο για πραγματικές είτε για διαδικτυακές, όπως έδειξαν και σχετικές έρευνες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και τα γραφεία στοιχημάτων προσέφεραν κέρδη σε όποιον έβρισκε ποιος ήταν θαμμένος στο μνημείο εντός του μαρμάρινου ταφικού περιβόλου με περίμετρο 497 μ., με τον Αλέξανδρο να δίνει 7,25 και τον ναύαρχό του Νέαρχο, που ήταν και το φαβορί, να δίνει τη μικρότερη απόδοση όλων (3,65).

Μάχη αρχαιολόγων

Την ίδια ώρα που η αρχαιολογική σκαπάνη δεχόταν σκληρή κριτική για τις μεθόδους και την ταχύτητα με την οποία αποκάλυπτε τους διαδοχικούς χώρους με τα ετερόκλητα στοιχεία που τους κοσμούσαν –Σφίγγες, Καρυάτιδες, το ψηφιδωτό με την αρπαγή της Περσεφόνης μεταξύ άλλων -, μια νέα μάχη ξεσπούσε στις σελίδες των εφημερίδων και στα τηλεοπτικά παράθυρα. Οχι της Αμφίπολης αυτή τη φορά (εκείνη ανάμεσα στους Αθηναίους και τους Σπαρτιάτες το 422 π.Χ.) αλλά περί την Αμφίπολη και το εντυπωσιακό εύρημα το οποίο είχε έρθει στο φως, σε μια περιοχή που στο συλλογικό ασυνείδητο είχε καταχωρισθεί ως «ο τάφος της Ρωξάννης».
Πρωταγωνιστές αυτής της μάχης ήταν οι αρχαιολόγοι (εγχώριοι έγκριτοι κι άλλοι που δεν διακρίνονταν για το επιστημονικό τους κύρος, κυρίως από το εξωτερικό, και οι οποίοι προτιμούσαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να ταράξουν τα νερά) που διατύπωσαν διαφορετικές θεωρίες σχετικά με τη χρονολόγηση του μνημείου, «είδαν» διαφορετικούς υποψήφιους ενοίκους –με την ίδια την ανασκαφέα Κατερίνα Περιστέρη να κάνει λόγο για στρατηγό –και συναγωνίστηκαν επάξια σε εμφανίσεις υποψήφιους βουλευτές σε προεκλογική περίοδο.
Ο παροξυσμός που είχε προκύψει και οι υπέρμετρες προσδοκίες που είχαν αναπτυχθεί, τα βιντεοπαιχνίδια και οι αναπαραστάσεις του τάφου μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας και τα σχεδόν καθημερινά δελτία Τύπου γραμμένα στη δύσκολη αρχαιολογική γλώσσα, που αναπαράγονταν από τα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης ταχύτατα μαζί με τα λάθη τους (ο πόλος, το καπέλο που φορούσε η Καρυάτιδα, είχε γίνει γένος θηλυκού, ενώ ο θόλος, η καμπυλωτή στέγη του μνημείου, αναφερόταν επανειλημμένως ως η θόλος, όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει κυκλικά περίστυλα κτίρια) προκαλώντας αμηχανία στο ευρύ κοινό, αποδείχθηκαν αρκετά για να δημιουργηθεί μια φούσκα γύρω από το σημαντικό κι αινιγματικό μνημείο.

Φούσκα που έσκασε αμέσως μετά την αποκάλυψη πως οι νεκροί ήταν περισσότεροι από ένας και μάλιστα ανάμεσά τους μια γυναίκα, γεγονός που απέκλειε την πιθανότητα του Αλεξάνδρου. Και παρέσυρε στη λήθη τον τύμβο Καστά μετατρέποντάς τον πλέον όχι απλώς σε ένα ακόμη εύρημα της σειράς που δεν αφορά το φορτωμένο με άλλα προβλήματα ευρύ κοινό, αλλά και καταδικάζοντάς τον στη μοίρα που «αξίζει» κάποιος που επιχείρησε να εξαπατήσει, να δημιουργήσει ελπίδες οι οποίες αποδείχθηκαν φρούδες: παραμένει απροσπέλαστο και το κυριότερο βουβό, καθώς ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί η μελέτη του από την ανασκαφέα (αναμένεται τον Σεπτέμβριο), με αποτέλεσμα κρίσιμα ερωτήματα να βρίσκονται ακόμη στον αέρα.

Αναπάντητα ερωτήματα

Πότε τελικά χρονολογείται το μνημείο; Πώς σχετίζονται μεταξύ τους όλα αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία με τα οποία είναι διακοσμημένο; Για ποιον κατασκευάστηκε και με ποιον τρόπο; Και τελικά πότε θα μπορέσει το ευρύ κοινό να το επισκεφθεί;
Εναν χρόνο μετά, το μνημείο είναι όρθιο χάρη σε ένα δάσος υποστυλωμάτων και περιμένει τις εν εξελίξει μελέτες για τη στερέωσή του, οι οποίες αναμένεται να εγκριθούν το φθινόπωρο από το υπουργείο Πολιτισμού, ενώ είναι αμφίβολο αν θα μπορέσουν να υλοποιηθούν ώστε να θωρακιστεί ενόψει του χειμώνα.

Οι μελέτες δε που αφορούν τη συντήρηση και την ανάδειξή του χρειάζονται χρόνο και χρήμα –«δεν θα φθάσουν χρηματοδοτήσεις από δύο κοινοτικά πακέτα» σύμφωνα με εκτιμήσεις ανθρώπων του ΥΠΠΟ. Και οι φωνές των ειδικών που μιλούν για «ανασκαφή χωρίς κανόνες, για βιασύνη με συνέπεια την απώλεια ανασκαφικών δεδομένων, για λάθη στην επικοινωνιακή διαχείριση του μνημείου και για μια καυτή πατάτα που έχει ξεμείνει στα χέρια της νυν ηγεσίας του ΥΠΠΟ» δεν έχουν καταλαγιάσει.

Τελικά τι είναι το μνημείο της Αμφίπολης; Ενα παρεξηγημένο σπουδαίο αρχαιολογικό εύρημα «θύμα» του τόπου και του χρόνου ανακάλυψής του; «Αποτέλεσε μια τραυματική εμπειρία αρχαιολογικής πρακτικής και μια χαμένη επιστημονική ευκαιρία, διότι ενώ ήταν μια ενδιαφέρουσα ανασκαφή και ένα σημαντικό εύρημα έγιναν πολλά λάθη με την εμπλοκή των κομμάτων και των πολιτικών σε συνδυασμό με την υπερβολή που αντιμετωπίστηκε από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Είναι καιρός να πάρει τις πραγματικές του διαστάσεις και να γίνει αφορμή για να ξαναδούμε τον τρόπο με τον οποίο ασκείται η αρχαιολογία στην Ελλάδα» μάς λέει ο επίκουρος καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημήτρης Πλάντζος.

Χρονολόγιο

8 Αυγούστου 2014

Εντοπίζεται ο δρόμος που οδηγεί στο ταφικό μνημείο και διακρίνεται η ύπαρξη των Σφιγγών
12 Αυγούστου2014

Ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς επισκέπτεται τον χώρο και ενημερώνεται για το εύρημα (φωτογραφία

στη δεξιά σελίδα)

20 Αυγούστου2014

Αποκαλύπτονται πλήρως οι Σφίγγες. Εχουν ύψος 2 μ. (με το κεφάλι) και είναι καμωμένες από θασίτικο μάρμαρο

6 Σεπτεμβρίου2014

Ερχονται στο φως οι Καρυάτιδες. Επίσης από μάρμαρο Θάσου, έχουν ύψος μαζί με το βάθρο 3,67 μ. Φορούν μακρύ χιτώνα και πόλο (καπέλο)
12 Οκτωβρίου2014

Η αρπαγή της Περσεφόνης απεικονίζεται στο ψηφιδωτό που αποκαλύπτεται στο δάπεδο πριν από τον ταφικό θάλαμο. Εχει διαστάσεις 4,5×3 μ.
12 Νοεμβρίου2014

Εντοπίζεται κιβωτιόσχημος τάφος σε βάθος 1,60 μ. στον τελευταίο θάλαμο. Ανθρώπινα οστά βρίσκονται εντός

και εκτός του τάφου

29 Νοεμβρίου2014

Πρώτη επίσημη ανακοίνωση από την ανασκαφέα Κατερίνα Περιστέρη για το εύρημα και πρώτη παρουσίαση του οστεολογικού υλικού

19 Ιανουαρίου 2015

Μια γυναίκα άνω των 60 ετών, δύο άνδρες ηλικίας 35 και 45 ετών, εκ των οποίων ο πρώτος φέρει θανατηφόρα τραύµατα, ένα νεογέννητο και ένας ενήλικος απροσδιόριστου φύλου που είχε αποτεφρωθεί αναγνωρίζεται ότι έχουν ταφεί στο µνηµείο