Η κρισιμότητα του δημοψηφίσματος της μεθαυριανής Κυριακής –και κυρίως τα υπαρξιακού τύπου διλήμματα που ανέδειξε –έχει σχολιαστεί πολλαπλώς και μάλιστα κατά κανόνα με έναν έντονα διχαστικό λόγο, ο οποίος αναπόφευκτα θα αφήσει τα ίχνη του και την επόμενη ημέρα.

Αυτό που έχει λιγότερο σχολιαστεί είναι οι πολιτικές και κοινωνικές ανακατατάξεις τις οποίες έχει προκαλέσει το δίλημμα του δημοψηφίσματος, ως κορύφωση της κυβερνητικής πολιτικής των τελευταίων πέντε μηνών.

Με σημείο αναφοράς τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, τα δύο συγκυβερνώντα κόμματα, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ, συγκέντρωσαν αθροιστικά 41,0% (36,3% + 4,7%), ενώ ακριβώς το ίδιο ήταν και το αθροιστικό ποσοστό της ΝΔ, του Ποταμιού και του ΠΑΣΟΚ που (μαζί με το ΚΙΔΗΣΟ) στηρίζουν σήμερα την επιλογή του Ναι (27,8% + 6,0% + 4,7% + 2,5%).

Ομως σε ένα δημοψήφισμα οι στάσεις των πολιτών δεν ακολουθούν ποτέ πιστά τις κομματικές γραμμές. Πόσω μάλλον στη σημερινή ακραία διχαστική και τελείως πρωτόγνωρη συγκυρία.

Η ΣΥΝΟΧΗ. Η πρώτη κρίσιμη παράμετρος αφορά τη συνοχή της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία μέσα σε λίγους μήνες διευρύνθηκε από το 26,6% των ευρωεκλογών του Μαΐου 2014 στο 36,3%, αυξάνοντας σε απόλυτους αριθμούς τη δύναμή του κατά 730.000 ψήφους. Αύξηση που είναι μάλιστα ακόμη μεγαλύτερη αν η σύγκριση γίνει με τα αποτελέσματα του ΣΥΡΙΖΑ στις αυτοδιοικητικές εκλογές, όπου αποτυπώθηκε ο σταθερός κορμός της επιρροής του. Τα κέρδη του ΣΥΡΙΖΑ

στις 25 Ιανουαρίου αφορούσαν σε μεγάλο βαθμό ηλικιακά και κοινωνικά στρώματα, τα οποία ελάχιστους πολιτικούς δεσμούς είχαν παραδοσιακά μαζί του, όπως π.χ. οι αγρότες και κυρίως οι συνταξιούχοι και γενικότερα οι μεγαλύτερες ηλικίες. Είναι επομένως αναμενόμενο στα στρώματα αυτά να καταγράφεται σήμερα η μεγαλύτερη αποστασιοποίηση από την επιλογή του δημοψηφίσματος, με δεδομένες μάλιστα τις συνέπειες που είχε το κλείσιμο των τραπεζών. Στη μεταστροφή αυτή οφείλεται και η σημαντική μείωση της αρχικής υποστήριξης προς το Οχι που είχε δημοσκοπικά καταγραφεί το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, αμέσως μετά την αναγγελία του.

Η συνοχή της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί όμως το μόνο κρίσιμο στοιχείο που θα επηρεάσει την έκβαση του δημοψηφίσματος.

ΔΙΑΡΡΟΕΣ. Ακόμη και η εκλογική βάση των τριών κομμάτων που στηρίζουν το Ναι δεν εμφανίζει την απόλυτη συσπείρωση που οι ηγεσίες τους θα προσδοκούσαν.

Αντίθετα, καταγράφονται διαρροές προς το Οχι, που ξεπερνούν και για τα τρία κόμματα αισθητά το 10% της εκλογικής τους βάσης και κατά κανόνα ακολουθούν τις γραμμές της κοινωνικής πόλωσης. Πρόκειται για μετατοπίσεις που είχαν ήδη διαφανεί στις ευνοϊκές για τον ΣΥΡΙΖΑ μετεκλογικές δημοσκοπήσεις και οι οποίες φαίνεται να έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους. Με συνέπεια πολιτικές αναδιατάξεις που οδηγούν στην πιο κοινωνικά πολωμένη αναμέτρηση.

Στη συγκυρία που εντελώς σχηματικά σκιαγράφηκε προηγουμένως, κρίσιμο ρόλο θα διαδραματίσει επίσης η στάση των ψηφοφόρων που τον περασμένο Ιανουάριο επέλεξαν το ΚΚΕ και τη Χρυσή Αυγή (συνολικά 11% του εκλογικού σώματος). Από τα λίγα διαθέσιμα και σχετικώς επισφαλή στοιχεία οι ψηφοφόροι της ΧΑ στρέφονται πλειοψηφικά προς το Οχι, με μια σημαντική όμως μερίδα τους να οδηγείται στο Ναι με πιθανό κριτήριο την ανατροπή της κυβέρνησης.

Ακόμη δυσκολότερες είναι πάντως οι επιλογές στις οποίες καλούνται να καταλήξουν οι ψηφοφόροι του ΚΚΕ.

Η επίσημη θέση του κόμματος να χρησιμοποιήσουν ένα χωριστό ψηφοδέλτιο, δύσκολα μπορεί να υιοθετηθεί από την πλειοψηφία τους, όπως θα συνέβαινε σε παλιότερες εποχές. Δεν πρόκειται μόνο για την αυθόρμητη τάση των ψηφοφόρων του ΚΚΕ να υιοθετήσουν το Οχι, αλλά και για τους σχετικά χαλαρούς, σε σύγκριση με το παρελθόν, οργανωτικούς δεσμούς τους με το κόμμα. Αρκεί, στο σημείο αυτό, να αναλογιστεί κανείς ότι με βάση τα στοιχεία του πρόσφατου exit poll μόνο το 70% των ψηφοφόρων του δήλωνε τη μέρα των εκλογών ότι αισθάνεται, έστω και απλώς, κοντά του.

ΝΕΟ ΣΚΗΝΙΚΟ. Οι βαθύτατες ανακατατάξεις στο σύνολο του πολιτικού φάσματος που προκαλεί η διενέργεια του δημοψηφίσματος οδηγούν σε ένα τελείως διαφορετικό τοπίο από αυτό του περασμένου Ιανουαρίου. Δεν υπάρχει ούτε ένα κόμμα του οποίου η εκλογική βάση να τοποθετείται με απόλυτη ομοφωνία στην πλευρά είτε του Ναι είτε του Οχι. Η διαπίστωση αυτή, σε συνδυασμό με τον διχασμό που εξακριβώνεται πολλαπλά σε όλα τα επίπεδα, καθιστά εξαιρετικά επισφαλή οποιαδήποτε πρόβλεψη για το μεθαυριανό δημοψήφισμα. Πρόβλεψη που γίνεται ακόμη δυσκολότερη αφού δεν υπάρχει κανένα σχετικό προηγούμενο, ούτε ποτέ άλλοτε πραγματοποιήθηκε εκλογική αναμέτρηση με κλειστές τράπεζες και έλεγχο κεφαλαίων.

Στις δύο ημέρες που απομένουν είναι ενδεχομένως πιθανό το εκκρεμές να κινηθεί προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Οπως είναι όμως εξίσου πιθανό το δημοψήφισμα να μην αποτελέσει και την τελευταία εκλογική αναμέτρηση του 2015, αφού η διαχείριση του αποτελέσματός του θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη, όποιοι κι είναι οι νικητές.