Πρέπει ή όχι να ψηφίσει η ΝΔ τον καρπό της συριζαϊκής διαπραγμάτευσης; Το κόμμα αυτή τη στιγμή μοιάζει έτοιμο να διχαστεί για τη συμφωνία που θα φέρει η κυβέρνηση. Τι γίνεται όμως με έναν άλλον, πιο βαθύ –σχεδόν καταστατικό –διαχωρισμό της γαλάζιας παράταξης, αυτόν μεταξύ καραμανλικών και μητσοτακικών; Υφίσταται; Ή μήπως στη νέα γενιά τα οικόσημα διαφέρουν αλλά οι απόψεις ταυτίζονται;
Οι βενιαμίν των δύο οικογενειών παίζουν πια στην πολιτική σκακιέρα. Ο συνομήλικος του Πρωθυπουργού, ο Κώστας Καραμανλής του Αχιλλέα, εξελέγη για πρώτη φορά τον Ιανουάριο στην «οικογενειακή» έδρα των Σερρών. Παρότι μέχρι πριν από λίγα χρόνια αρνείτο πεισματικά οποιαδήποτε πολιτική φιλοδοξία, όταν έφθασε το πλήρωμα του χρόνου οι κινήσεις ήταν μεθοδικές. Αρχικά τοποθετήθηκε στο ΔΣ του Ιδρύματος Κωνσταντίνος Καραμανλής. Μετά, στις δεύτερες εκλογές του 2012 πήρε το βάπτισμα του πυρός τοποθετούμενος στην τελευταία και τιμητική θέση του σερραϊκού νεοδημοκρατικού ψηφοδελτίου. Και έπειτα, στις τελευταίες κάλπες κατέβηκε με το σλογκανάκι «Στα δύσκολα, Καραμανλής».

Ο 36χρονος γιος της Ντόρας και του Παύλου Μπακογιάννη, από την άλλη, από τον περασμένο Μάιο έχει αναλάβει καθήκοντα «μικρού πρωθυπουργού» στη Στερεά Ελλάδα, όπου εξελέγη περιφερειάρχης. Εχοντας στο ενεργητικό του τέσσερα χρόνια ως δήμαρχος Καρπενησίου –στους κατοίκους του οποίου, κατά προεκλογική του δήλωση, συστηνόταν «ως ο πατέρας του Παύλου και όχι ως ο γιος του Παύλου». Μόνο που μια βόλτα στους ανηφορικούς δρόμους της ορεινής κωμόπολης ή στα απομονωμένα χωριά που συμπληρώνουν τον καλλικρατικό δήμο αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι το brandname Μπακογιάννης αρέσει τόσο όσο και το τοπικό απόσταγμα από μαύρα μούρα.

ΧΑΜΗΛΟΙ ΤΟΝΟΙ, ΑΛΛΑ… Και οι δύο αποφεύγουν επιμελώς οποιαδήποτε κουβέντα περί αρχηγικών βλέψεων. Εύλογο, προηγούνται άλλα μέλη των οικογενειών τους. Σε συζητήσεις που κάνει, ακόμη και αυτήν την περίοδο, ο Καραμανλής Γ’ –όπως τον έχουν προσφωνήσει ελαφρώς περιπαικτικά τα ΜΜΕ –φέρεται να διαφωνεί με τη μέθοδο της βουτιάς στην κομματική επετηρίδα που θα αναδείκνυε τον Τσίπρα της Κεντροδεξιάς. Το επιχείρημά του είναι ότι η εμπειρία είναι το πιο σημαντικό ατού ενός πολιτικού. Και αυτό, λέει, θα φανεί από τη συμφωνία που θα φέρει ο Τσίπρας. Ο Μπακογιάννης επαναλαμβάνει διαρκώς την ατάκα «έχω μια ωραία κλειδωμένη θητεία».
Αυτό φυσικά δεν τους εμποδίζει να επενδύουν στο μέλλον. Ακόμη κι αν η επένδυση θα έχει μακροπρόθεσμη απόδοση. Κοινώς, να χτίζουν το προσωπικό τους προφίλ. Στις αρχές του μήνα ο Καραμανλής βρέθηκε στην Πάτρα για συνδιάσκεψη της ΔΑΠ. Από το πόντιουμ επικαλέστηκε τόσο τον πατριάρχη των Καραμανλήδων όσο και τον συνεχιστή της οικογενειακής παράδοσης στην πρωθυπουργία εξάδελφο σε μία και μόνο φράση. «Η παράταξη ξέρει να λέει τα μεγάλα ναι και τα μεγάλα όχι, από την ένταξή μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια μέχρι το περήφανο όχι του Κώστα Καραμανλή στο Βουκουρέστι».

Το αποτέλεσμα ήταν φυσικά το κοινό να φωνάξει ρυθμικά το κλασικό «Ηρθε η ώρα». Η εμφάνιση είχε αρχηγικό στυλ και τα τοπικά μίντια έσπευσαν να τη συγκρίνουν με μια πρόσφατη περιφερειακή προσυνδιάσκεψη εκεί, με κεντρικό ομιλητή τον Αντώνη Σαμαρά. Το σχόλιό τους ήταν ότι ενώ μιλούσε ο πρώην πρωθυπουργός οι απουσίες τοπικών στελεχών και νεολαίας ήταν ηχηρές. Σε αντίθεση με την καραμανλική ομιλία.

Ο έτερος κληρονόμος έστρεψε όλους τους προβολείς των δελτίων ειδήσεων πάνω του όταν στις 20 Απριλίου δήλωσε ότι η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας προσφεύγει στο ΣτΕ κατά της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ), που υποχρεώνει την Αυτοδιοίκηση να μεταφέρει τα αποθεματικά της στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Ηταν μια θορυβώδης αντιπολιτευτική κίνηση στην πρώτη αριστερή κυβέρνηση που δεν ήρθε από την Συγγρού αλλά από έναν αιρετό που εξελέγη ως ανεξάρτητος με τη στήριξη της ΝΔ. Ο Μπακογιάννης μπορεί να αστειεύεται ότι παρακολουθεί και σχολιάζει τα όσα συμβαίνουν στην Αθήνα όπως οι περισσότεροι Ελληνες, δηλαδή σαν προπονητής εξέδρας, η εν λόγω όμως απόφαση τον έβαλε στο επίκεντρο.

Tα brands Καραμανλής και Μητσοτάκης συνεχίζουν να έχουν απήχηση, τουλάχιστον στο κομματικό ακροατήριο. Σε δημοσκόπηση της MRB, στις αρχές του μήνα, στο σύνολο των πολιτών τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή προκρίνει το 20,2% και την Ντόρα Μπακογιάννη το 17,5%. Ακολουθούν Αβραμόπουλος με 5,5%, Δένδιας με 5,3% και Μητσοτάκης με 5,1%.

Τα κάπως μικρά, βέβαια, ποσοστά τα οποία συγκεντρώνουν αποκαλύπτουν πως τα βαριά πολιτικά επίθετα της Μεταπολίτευσης δεν σαγηνεύουν πια, όπως παλιά, τους ψηφοφόρους. Υπάρχουν ακόμη κάποιοι ευλαβείς πιστοί αλλά το ποίμνιο έχει συρρικνωθεί. Οι πρόσφατες εθνικές εκλογές το επιβεβαιώνουν. Σε αυτές ούτε καν το απόλυτο brand, εκείνο των Παπανδρέου, δεν άντεξε μόνο του.

ΤΟΥΣ ΕΝΩΝΕΙ Ο ΑΝΤΩΝΗΣ. Υπάρχει πάντως κάτι που ενώνει πια καραμανλικούς και μητοτσοτακικούς: ο Αντώνης Σαμαράς. Και οι δύο πλευρές συμφωνούν ότι έχει κάνει λάθη, τα οποία φοβούνται ότι θα στοιχίσουν στην κεντροδεξιά παράταξη. Σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις μάλιστα κριτικάρουν σφοδρά τη μετεκλογική του στάση. Και από τα δύο στρατόπεδα του προσάπτουν κάτι σε στυλ «δεν μπορούμε να λέμε δεν υπάρχει θέμα ηγεσίας. Υπάρχει και για την κοινωνία και για τα στελέχη».

Αλλωστε, ακόμη και οι καραμανλικοί μοιάζουν να εκτιμούν ότι η απόρριψη από την αξιωματική αντιπολίτευση της συμφωνίας απομακρύνει τους κεντρώους ψηφοφόρους από το κόμμα. Οι δε Μητσοτάκηδες το έχουν πει όλοι ξεκάθαρα και δημόσια, καλύτερα μια μέτρια συμφωνία από μη συμφωνία.

Οσοι μιλούν με τον Καραμανλή τζούνιορ λένε ότι πιστεύει πως η ΝΔ έχει προσβληθεί από το σύνδρομο των μικρών κομμάτων. Ποια είναι τα συμπτώματα αυτού στα μάτια του; Το εξής ένα, τρώγονται μεταξύ τους. Ο Μπακογιάννης πάλι, ο οποίος τηρεί αποστάσεις ασφαλείας από την κεντρική πολιτική σκηνή, φέρεται να εκτιμά ότι το κόμμα δεν εμπνέει, δεν κάνει αυτοκριτική και μεταθέτει τις ευθύνες της ήττας και στους ψηφοφόρους που δεν το άκουσαν.
Ολη την περασμένη εβδομάδα ο ένας ανεβοκατέβαινε στις Σέρρες. Ακόμη κι εκεί όμως, στην κοιτίδα του καραμανλισμού, ένας πολιτικός που φέρει το βαρύ επώνυμο αυτού που από των Σερρών την Πρώτη –όπως έλεγε και ο Σαββόπουλος –μας ρώτησε αν συμφωνούμε να γίνουμε Ευρώπη, παρατηρεί, σύμφωνα με το περιβάλλον του, πως ο κόσμος ακούει ΝΔ και γυρνάει το κεφάλι από την άλλη. Γιατί; Η εξήγηση που φέρεται να δίνει είναι ότι το κόμμα έχει προσεγγίσει τελείως λανθασμένα τον αντιπολιτευτικό του ρόλο. Αντί να εστιάσει στην αυτοκριτική και κυρίως στην κριτική στην κυβέρνηση από ευρωπαϊκή σκοπιά, μοιάζει να κουνά το δάχτυλο στην κοινωνία.
Αλλά και ο άλλος, που σε αυτή τη φάση ταξιδεύει από την ορεινή Εύβοια έως την Αμφισσα και από τα Αγραφα μέχρι το Δίστομο και συμμετέχει στα δημοτικά συμβούλια των 25 δήμων που αποτελούν την Περιφέρειά του (στα πλαίσια μιας διαδικασίας ανοιχτής διαβούλευσης ενόψει του νέου ΕΣΠΑ) καταλήγει σε ανάλογο συμπέρασμα.

Πουθενά, έπειτα από τόσα χιλιόμετρα εντός της ρουμελιώτικης επικράτειας δεν συνάντησε άνθρωπο να ασχολείται με το τι θα κάνει η ΝΔ, σημειώνουν οικείοι του. Η ερμηνεία του είναι ότι αυτό δεν οφείλεται μόνο στον πάγιο κανόνα της πολιτικής πως 100 και κάτι ημέρες μετά τις εκλογές η αντιπολίτευση συνήθως δεν ακούγεται ό,τι και να λέει. Οφείλεται και στην αδυναμία των ανθρώπων της ΝΔ να βρουν ποιοι είναι και πού θέλουν να πάνε.

ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. Μια αναμέτρηση μεταξύ των δύο μοιάζει σήμερα μακρινό ενδεχόμενο. Αν όμως η ελληνική πολιτική ζωή –και δη η νεοδημοκρατική –είναι τόσο προβλέψιμη ώστε ένας Καραμανλής να «μονομαχήσει» με έναν Μπακογιάννη, οι δύο γόνοι δεν φαίνεται να έχουν τόσες διαφορές όσες η φιλελεύθερη ματιά της Ντόρας με την αξιακή βάση του νεοκαραμανλισμού, τη Λαϊκή Δεξιά. Η νεότερη γενιά στελεχών του κόμματος αρέσκεται να τονίζει ότι στους κόλπους της δεν υπάρχουν «φυλές». Εχουν όλοι, λένε, τις αναφορές τους αλλά δεν υπάρχουν οι διαχωρισμοί του παρελθόντος.

Οι ταμπέλες, «κεντρώο», «δεξιό», «μητσοτακικό», «καραμανλικό», είναι για τον Μπακογιάννη αναχρονισμοί. Δεν έχουν πια καμία αναφορά στην πραγματική ζωή, έξω από τα στενά όρια του πολιτικού συστήματος. Η ανάγνωση είναι σωστή. Η επιρροή των μεταπολιτευτικά παντοδύναμων γαλάζιων τζακιών φθίνει. Και είναι πολύ νωρίς για να εικάσει κανείς ότι δύο φρέσκα πρόσωπα αρκούν για να ρετουσαριστούν στη συνείδηση των εκλογέων οι πολιτικές δυναστείες.