Τούτες τις ημέρες που το bullying έχει γίνει εθνικό φάντασμα, η στοχοποίηση αποδείχθηκε ρώσικη ρουλέτα, ο τραμπουκισμός μπήκε στο μικροσκόπιο και η μαγκιά ξεγυμνώθηκε από τα πρόσημά της. Τούτες τις ημέρες ακριβώς οι δρόμοι γύρω από το μέγαρο Τσίλερ στην Αγίου Κωνσταντίνου γέμισαν με αφίσες. Που συνδέουν (χωρίς αιτιολογία) τον διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Σωτήρη Χατζάκη με την 21η Απριλίου και προσκαλούν τους περαστικούς να κλείσουν θέσεις αναγράφοντας τον αριθμό του κινητού του. Αυτό δεν είναι μόνο bullying. Είναι διαπόμπευση. Η πιο σκοτεινή και απάνθρωπη εκτροπή της κοινωνική συνθήκης.

Οφείλω να αποσυνδέσω το γεγονός από τη διαμάχη μεταξύ του διευθυντή του Εθνικού και του υπουργού Πολιτισμού. Εξάλλου μια παρόμοια αφίσα είχε κυκλοφορήσει και πέρυσι. Φαντάζομαι ότι πρόκειται για υποπροϊόν επαγγελματικού ανταγωνισμού. Και οι ανταγωνιστές του Χατζάκη από τον καλλιτεχνικό χώρο προέρχονται –δεν μπορεί να είναι οπαδοί ποδοσφαιρικής θύρας. Οι καλλιτέχνες, ως παθιασμένα και εγωκεντρικά άτομα, μπορούν βεβαίως να νιώσουν ανταγωνισμό, μίσος, παρόρμηση για εκδίκηση. Δεν εκδικούνται όμως (ακόμη και αν έχουν δίκιο) με μια προφανή βαρβαρότητα που, εξ ορισμού, ακυρώνει την αναγκαιότητα της Τέχνης.

Θυμάμαι πριν από πολλά χρόνια μια φίλη μου που ο πρώην σύντροφός της είχε γράψει στην τουαλέτα καφετέριας της γειτονιάς τους το τηλέφωνό της και ότι έχει μεγάλο σουξέ σε μια συγκεκριμένη σεξουαλική πράξη. Πριν εκείνη προλάβει να του κάνει μήνυση, τον είχαν πλακώσει οι κολλητοί του. Ετσι είχε αντιδράσει μια λαϊκή γειτονιά της Αθήνας. Αναρωτιέμαι αν και πώς αντιδρούν οι συνάδελφοι του Χατζάκη.