Οταν ο Τόμας Τζόρταν, επικεφαλής της εθνικής τράπεζας της Ελβετίας, πήρε την απόφαση να άρει το «πάτωμα» στην ισοτιμία ευρώ – ελβετικού φράγκου, γνώριζε ότι μόνο από την υποτίμηση των συναλλαματικών αποθεμάτων που κατείχε η ζημιά έφτανε τα 60 δισ. φράγκα.

Παράλληλα, λόγω της βουτιάς άνω του 10% στο ελβετικό χρηματιστήριο, η κεφαλαιοποίηση των εγχώριων εταιρειών μειώθηκε επίσης κατά δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ.

Ετσι, ο κορυφαίος ελβετός τραπεζίτης βρέθηκε στο επίκεντρο της παγκόσμιας κριτικής, ενώ και εντός της χώρας του η θέση του είναι εξαιρετικά δεινή, με τους επιχειρηματίες να ζητούν την κεφαλή του επί πίνακι.

Για να καταγράψει –εν γνώσει του –τόσο μεγάλες ζημιές, κάποιος είτε πρέπει να βρίσκεται σε κατάσταση πανικού είτε να εκτιμά ότι οι μελλοντικές απώλειες θα είναι μεγαλύτερες, διαλέγοντας να υποστεί τώρα το μικρότερο κακό. Με δεδομένη την εμπειρία του ελβετικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι περισσότεροι τραπεζίτες και αναλυτές τείνουν προς τη δεύτερη εξήγηση.

Μέσα σε λίγες ημέρες, η ευρωζώνη έρχεται αντιμέτωπη με δύο γεγονότα που μπορούν να αποτελέσουν ορόσημο για τη μελλοντική πορεία του ενιαίου νομίσματος. Από τη μια η ανακοίνωση του προγράμματος ποσοστικής χαλάρωσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που αναμένεται την Πέμπτη και από την άλλη οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου θα καθορίσουν την πορεία του ευρώ.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, και τα δύο γενονότα θα ασκήσουν πιέσεις στην ισοτιμία του ενιαίου νομίσματος. Πιέσεις τόσο ισχυρές, ώστε η Ελβετία να άρει προκαταβολικά την εμπιστοσύνη της προς αυτό, καταγράφοντας ζημιές δεκάδων δισεκατομμυρίων καθώς η κεντρική της τράπεζα εκτίμησε ότι θα κόστιζε πολύ περισσότερο να διατηρήσει την ελάχιστη ισοτιμία του 1,20.

Οι συνέπειες ήταν άμεσες και στην Ελλάδα, «χτυπώντας» δεκάδες χιλιάδες δανειολήπτες με δάνεια σε ελβετικό φράγκο και αναγκάζοντας τις ελληνικές τράπεζες να ζητήσουν έκτακτη ρευστότητα, προσφεύγοντας στον έκτακτο ευρωπαϊκό μηχανισμό χρηματοδότησης (ELA).

Το ερώτημα που τίθεται είναι εύλογο: αν όλα αυτά συνέβησαν από την κίνηση της Ελβετίας που θέλησε να αποφύγει τα χειρότερα, τι πραγματικά θα συμβεί αν τελικά τα χειρότερα έρθουν;

Με άλλα λόγια, πόσο τελικά μπορεί να αντέξει τις πιέσεις των αγορών η ίδια η ευρωζώνη και πόσο παρακάτω μπορεί να πάει το ενιαίο νόμισμα, το οποίο ήδη βρίσκεται σε πολυετή χαμηλά σε σχέση με το δολάριο;

Το μόνο σίγουρο είναι ότι σύντομα θα φανεί αν ο Ελβετός είδε το μέλλον και έκανε έγκαιρα τις κινήσεις του ή αν έπληξε ανεπανόρθωτα το κύρος της θέσης και της χώρας του, όπως πολλοί τον κατηγορούν.