«Πανικός και χάος». Με αυτές τις λέξεις περιγράφουν τις εφιαλτικές σκηνές που βίωσαν οι διασωθέντες του «Norman Atlantic». Μέσα από τις μαρτυρίες τους ξεδιπλώνονται ιστορίες όπου κυριαρχεί ο τρόμος και το αίσθημα της επιβίωσης, κάνοντας λόγο ακόμη και για σκηνές βίας.

Ο 32χρονος Χρήστος Πέρλης, οδηγός νταλίκας, μιλώντας στο Ασοσιέιτεντ Πρες επιβεβαιώνει την αρχική φήμη ότι ο συναγερμός κινδύνου ήχησε αρκετά αργότερα, με τους επιβάτες να κινητοποιούνται εξαιτίας του καπνού που έπνιξε τις καμπίνες. «Οταν τα ελικόπτερα κατέφθασαν ο κόσμος άρχισε να πανικοβάλλεται» λέει ο κ. Πέρλης. «Ο ένας ποδοπατούσε τον άλλον προσπαθώντας να σωθεί καταλαμβάνοντας μια θέση στο ελικόπτερο».

Η αρχική αναταραχή έφερε το χάος: ο κ. Πέρλης μαζί με έναν ακόμη άνδρα συνεργάστηκαν για να συντονίσουν την επιχείρηση διάσωσης. «Δώσαμε προτεραιότητα στα παιδιά, μετά στις γυναίκες και μετά στους άνδρες. Ομως κάποιοι άνδρες άρχισαν να μας χτυπούν προκειμένου να μπουν πρώτοι στο ελικόπτερο. Δεν τους ένοιαζε τίποτα – ούτε καν η σωτηρία των παιδιών». Για τον ίδιο η ταλαιπωρία τελείωσε όταν, κρατώντας αγκαλιά ένα κοριτσάκι, πήδηξε στο καλάθι διάσωσης.

Η αφήγηση της γνωστής σοπράνο Δήμητρας Θεοδοσίου, η οποία ταξίδευε στην Ιταλία για να δώσει προγραμματισμένες παραστάσεις, προκαλεί σοκ: «Ξύπνησα από τον καπνό. Ηταν όλα άσπρα, δεν φαινόταν τίποτα. Ισα που φόρεσα το παντελόνι μου, το πουλόβερ μου, το μπουφάν μου και βγήκα έξω. Χτυπούσα τις πόρτες των συνεπιβατών και φώναζα: «Φωτιά, φωτιά, βγείτε έξω»».

ΑΝΕΜΟΙ ΚΑΙ ΚΡΥΟ. Στο κατάστρωμα έκανε τρομακτικό κρύο. Οι άνεμοι έπνεαν με μανία, όπως περιγράφει η κυρία Θεοδοσίου στην ιταλική εφημερίδα «Ρεπούμπλικα», ενώ το κρύο ήταν αφόρητο. «Οταν το βράδυ άκουσα το ελικόπτερο, μάζεψα όλες τις δυνάμεις μου». Την αγωνία διαδέχθηκε η βία, όταν κάποιοι από τους επιβάτες άρχισαν να γρονθοκοπούν τους μπροστινούς τους για να επιβιβαστούν μια ώρα αρχύτερα στο ελικόπτερο. «Ανδρες ιρακινής, τουρκικής και πακιστανικής καταγωγής προσπαθούσαν να ανέβουν στα σκοινιά, χτυπώντας όσους τους εμπόδιζαν. Χτύπησαν κι εμένα. Ενιωσα θυμό. Σκέφτηκα «ή τώρα ή ποτέ». Πρόκειται για άσχημες στιγμές, τις οποίες δεν θα ξεχάσω ποτέ» καταλήγει η κυρία Θεοδοσίου.

Ακόμη πιο δραματικές ήταν οι ώρες για έναν πατέρα από τον Βόλο, ο οποίος ταξίδευε μαζί με τα παιδιά του, 9 και 14 ετών. Οπως λέει, «όλα τα παιδάκια ήταν συνεργάσιμα, συμπεριφέρθηκαν σαν μεγάλοι». Ωσότου όμως να δει ο ίδιος την οικογένεια του να διασώζεται από ένα ιταλικό ελικόπτερο έζησε τον απόλυτο εφιάλτη. Ο άνδρας, με μάτια δακρυσμένα, έλεγε στους δημοσιογράφους ότι περιμένει να ξανασμίξει με τα παιδιά του στην Πάτρα. «Το καράβι είχε τυλιχτεί στις φλόγες. Αρχισαν να γίνονται εκρήξεις, έλιωναν λαμαρίνες. Εβγαινε από μέσα φωτιά. Ψάχναμε να βρούμε μέρος χωρίς φωτιά. Μέσα στη θύελλα, πανικός» λέει.

Ο πιλότος Αντόνιο Λανέβε, ο οποίος έσωσε 30 επιβάτες, μεταξύ των οποίων τρία παιδιά και έναν σκύλο, παραδέχεται στους δημοσιογράφους της «Κοριέρε ντέλα Σέρα» ότι δεν έχει συναντήσει αντίστοιχη τραγωδία στην 20ετή καριέρα του.

«Το πλοίο είχε παραδοθεί στις φλόγες. Μόνο ένα μικρό τμήμα στο κατάστρωμα ήταν ανέπαφο από τη φωτιά. Εκεί είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι επιζώντες. Τα κύματα χτυπούσαν το πλοίο. Ο καπνός ανέβαινε πυκνός».

Η σκηνή που τον έχει στοιχειώσει είναι αυτή μιας μητέρας η οποία κρατούσε στην αγκαλιά της ένα μικρό παιδί. «Εχω ακόμη δύο παιδιά, που περιμένουν στο κατάστρωμα. Είναι και αυτά μικρά» φώναζε σε κατάσταση σοκ. «Σας παρακαλώ, επιστρέψτε να τα σώσετε. Σας ικετεύω» παρακαλούσε η γυναίκα. Ο πιλότος όμως εξηγεί ότι ήταν αδύνατον να ξεπεραστούν τα όρια αντοχής του ελικοπτέρου. «Δεν μπορούσαμε να επιβιβάσουμε άλλους. Κάναμε πραγματικά ό,τι μπορούσαμε για να σώσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους» συμπληρώνει.

Οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερα δύσκολες: «Αναγκάζαμε τους επιβάτες να σκαρφαλώσουν με ένα σχοινί. Χρησιμοποιήσαμε και ένα καλάθι για να προσφέρουμε μεγαλύτερη ασφάλεια. Οι άνθρωποι όμως έπρεπε να ξεπεράσουν τον φόβο τους, να ξεπεράσουν τον εαυτό τους. Τα παιδιά έκλαιγαν. Κάποιος ήταν βαριά τραυματισμένος» λέει ο κ. Λανέβε.

Οταν άρχισε να πέφτει το σκοτάδι η ψυχολογία των επιβατών άλλαξε. «Ενώ αρχικά τους κατέλαβε ο φόβος του ύψους, η νύχτα τους τρόμαξε πιο πολύ. Ξαφνικά όλοι ήθελαν να ανέβουν στο ελικόπτερο. Ευτυχώς, το πλήρωμα έκανε καλή δουλειά».

Η κατάσταση, σύμφωνα με τον ίδιο, έγινε ακόμη χειρότερη όταν το πλοίο πήρε μικρή κλίση. «Οταν αναγκάστηκα να σταματήσω ένιωθα πίκρα. Σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα να έχω βοηθήσει κι άλλους».