Στην γειτονιά του Neidurf στα 7 χιλιόμετρα από το κέντρο του Λουξεμβούργου –μία απόσταση η οποία δεν θεωρείται και τόσο μικρή αν λάβει κανείς υπόψη του το μέγεθος του Μεγάλου Δουκάτου – ένα ογκώδες τετραγωνισμένο κτίριο «σπάει» την μονότονη επανάληψη μικρών μονοκατοικιών με μεγάλα παράθυρα, χωρίς μπαλκόνια.

Γύρω του, όπως και σχεδόν παντού αλλού στην λιλιπούτεια χώρα-πρωτεργάτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κυριαρχεί ένα καταπράσινο τοπίο. Εξω από το κτίριο, ενώ ο ήλιος μεσουρανεί, υπάρχουν ελάχιστα αυτοκίνητα παρκαρισμένα και το εσωτερικό γκαράζ μοιάζει να μην λειτουργεί: μια αράχνη έχει πλέξει τον ιστό της στην πάνω γωνία της γκαραζόπορτας, όπου βρίσκεται σβηστός σηματοδότης που κανονικά ρυθμίζει την κυκλοφορία των οχημάτων προς και από το εσωτερικό γκαράζ. Κάποια δωμάτια στο ισόγειο είναι άδεια. Κοιτώντας κανείς μέσα από τα παράθυρα βλέπει κενά γραφεία, «άχαρτα», χωρίς ίχνος επαγγελματικής δραστηριότητας πάνω τους, εκτυπωτές εκτός πρίζας και κλειστούς υπολογιστές, σαν να μην εργάζεται κανείς εκεί. Στην είσοδο, στο γραφείο υποδοχής, υπάρχει μία υπάλληλος που σφραγίζει αδιάκοπα έγγραφα.

Δίπλα από τα σκαλιά της κεντρικής εισόδου ο επισκέπτης αντικρίζει ένα θέαμα το οποίο αποτελεί σήμα κατατεθέν του Λουξεμβούργου: Ταχυδρομικές θυρίδες που μοιράζονται δεκάδες εταιρείες, τα ονόματα των οποίων εμφανίζονται σε λίστες κολλημένες πάνω τους.

Στην πλέον «πυκνοκατοικημένη» θυρίδα του κτιρίου «συνωστίζονται» πάνω από 45 εταιρείες. Μία από αυτές, η MGE Hellenic Investments, έπαιξε βασικό ρόλο σε μία από τις μεγαλύτερες επενδύσεις ακινήτων για εμπορική χρήση στην Ελλάδα: το Εκπτωτικό Χωριό McArthur Glen στα Σπάτα.

Οπως συνηθίζεται στις περισσότερες περιπτώσεις επενδύσεων σε real estate που περνούν από το Λουξεμβούργου, ένα πολύπλοκο πλέγμα εταιρειών διαρθρώνεται από την κορυφή που ξεκινούν τα χρήματα έως τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας, στη χώρα όπου γίνεται η επένδυση. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, η MGE Hellenic Investments είναι το προτελευταίο σκαλοπάτι στο πλέγμα του Bluehouse Group, του ομίλου με άρωμα ελληνικών συμφερόντων που έστησε πριν από πέντε χρόνια μία πολύπλοκη εταιρική δομή για να προχωρήσει αρχικά σε επενδύσεις ακινήτων στην Ελλάδα, την Ρουμανία και την Βουλγαρία. Τότε η Bluehouse ήρθε σε συμφωνία με τις αρχές του Λουξεμβούργου για το φορολογικό καθεστώς που θα ίσχυε για τις σχεδιαζόμενες επενδύσεις, που εκτιμούσαν ότι θα έφταναν έως και τα 120 εκατομμύρια ευρώ.

ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ. Συγκεκριμένα για την περίπτωση της Ελλάδας, η εταιρική αλυσίδα από το Μεγάλο Δουκάτο ως το Εκπτωτικό Χωριό είχε διαμορφωθεί «ιεραρχικά» ως εξής: Στην κορυφή εντοπίζεται το Bluehouse Accession Property III SCA με έδρα το Λουξεμβούργο, το οποίο είναι το fund που θα τροφοδοτήσει με χρήμα τις επενδύσεις μέσω έντοκων δανείων και το οποίο διαχειρίζεται η Bluehouse Capital Advisors με έδρα και πάλι το Μεγάλο Δουκάτο. Ακολουθεί, εντός Λουξεμβούργου, η Bluehouse Accession Property Holdings III που διαχειρίζεται τις μετοχές των εταιρειών και τη ροή των δανείων προς τις θυγατρικές, στο οποίο ως μάνατζερ εμφανίζονται οι Βίκτωρ Πιζάντε και Ιωάννης Δεληκανάκης. Ακολουθεί η Lurdes Ltd. στην Κύπρο, στην διοίκηση της οποίας μετέχει η δικηγόρος Αντρη Αθανασίου και χρέη γραμματέα τελεί η Ergofinance Ltd. Μετά πίσω στο Λουξεμβούργο στην MGE Hellenic Investments, στην διοίκηση της οποίας εμφανίζονται οι κ.κ. Γκάρι Μποντ, Βίκτωρ Πιζάντε και Ιωάννης Δεληκανάκης. Και τέλος στην McArthur Glen Μονοπρόσωπη ΕΠΕ με έδρα την Ελλάδα, η οποία υλοποίησε την επένδυση και εμφανίζεται ο κ. Μποντ.

Αν και βρίσκονται στο ίδιο εταιρικό σχήμα και συναντώνται τα ίδια πρόσωπα, η MGE Hellenic Investments, η Bluehouse Accession Property Holdings III και η Bluehouse Capital δεν συστεγάζονται. Τα «ΝΕΑ» επισκέφθηκαν και την έδρα των εταιρειών Bluehouse στο πλέον κεντρικό μέρος στο Μεγάλο Δουκάτο, το ιστορικό του κέντρο, μόλις μερικά τετράγωνα από το κοινοβούλιο. Πρόκειται για μία από τις πιο πολυσύχναστες οδούς της πόλης, όπου βρίσκονται και μερικά από τα πιο γνωστά καφέ και εστιατόρια.

Στην δηλωμένη διεύθυνση της Bluehouse Holdings III και Bluehouse Capital, με θέα σε κεντρική πλατεία του Λουξεμβούργου που γεμίζει τουρίστες, δεν υπήρχε καν γραμματοκιβώτιο με την επωνυμία της εταιρείας ούτε κάποιο διακριτικό στα κουδούνια του κτιρίου. Οταν τα «ΝΕΑ» ρώτησαν σε εμπορικά καταστήματα στο ισόγειο του κτιρίου αν υπάρχει εκεί κάποια εταιρεία με την επωνυμία Bluehouse οι καταστηματάρχες δήλωσαν πως δεν γνώριζαν την ύπαρξή της, όμως επεσήμαναν ότι αυτό δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί παράξενο καθώς εκατοντάδες εταιρείες μπορεί να έχουν δηλωμένη διεύθυνση εκεί χωρίς να είναι γνωστό και ότι αυτό συμβαίνει μέχρι και στις πιο υποβαθμισμένες γειτονιές του Λουξεμβούργου. Αλλωστε, κανείς δεν διαψεύδει το φαινόμενο δεκάδες εταιρείες να μοιράζονται το ίδιο γραμματοκιβώτιο και να «στεγάζονται» σε μικρά δωμάτια μερικών τετραγωνικών μέτρων.

Ομως, ελεγκτές και παράγοντες στην Κομισιόν που εξειδικεύονται σε θέματα φορολογικής διοίκησης θέτουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το αν το έργο των εταιρειών-θυρίδων και ουσιαστικά η δραστηριοποίησή τους πραγματοποιείται στην δηλωμένη έδρα τους. «Αν προκύψει ότι δεν πραγματοποιείται, και ότι δεν υπάρχει φυσική υπόσταση της εταιρείας άλλη από ένα γραμματοκιβώτιο, τότε θα πρέπει η εταιρεία-θυρίδα να αγνοείται κατά την επιβολή της φορολόγησης», αναφέρουν ευρωπαϊκές πηγές παραπέμποντας στην πρόσφατη τροποποίηση της οδηγίας για τις θυγατρικές η οποία θα πρέπει να ενσωματωθεί στις εθνικές νομοθεσίες των χωρών μελών έως 31 Δεκεμβρίου 2015.

ΟΙ ΟΡΟΙ. Στην συμφωνία μεταξύ των εταιρειών Bluehouse και των αρχών του Λουξεμβούργου που εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2009 αναγράφεται ότι «Όλες οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου και οι περισσότερες από τις συνελεύσεις θα πραγματοποιούνται με την φυσική παρουσία των μετόχων στο Λουξεμβούργο». Επιπλέον προβλεπόταν ότι στο Λουξεμβούργο θα ελάμβαναν χώρα «τακτικές συναντήσεις από τις οποίες θα λαμβάνονταν όλες οι σημαντικές στρατηγικές αποφάσεις». Ως εκ τούτου, οι εταιρείες θα έπρεπε να θεωρηθούν ως «φορολογικοί κάτοικοι Λουξεμβούργου».

Στα έγγραφα που φέρουν την υπογραφή του αρμοδίου των φορολογικών αρχών του Μεγάλου Δουκάτου φαίνεται ότι οι τόκοι των δανείων που επιστρέφονται από τις θυγατρικές προς την κορυφή της εταιρικής δομής εκπίπτουν από την φορολόγηση και δεν υπόκεινται στην νομοθεσία περί μερισμάτων. Πρόκειται για ένα από τα πλέον συχνά συναντώμενα σχήματα για ελάφρυνση φορολογικών βαρών που παρατηρείται στις συμφωνίες που διέρρευσαν στο ICIJ. Τα έντοκα δάνεια «θα προκριθούν ως χρέος για σκοπούς φορολόγησης εισοδήματος και περιουσίας, και οι τόκοι θα εκπίπτουν πλήρως από την φορολόγηση… Η καταβολή των τόκων υπό αυτά τα έντοκα δάνεια δεν θα υπόκειται σε παρακράτηση φόρου επί των μερισμάτων», αναφερόταν στην συμφωνία.

Σε παρουσίαση της λογιστικής εταιρείας BDO σε πελάτες της επισημαίνεται πως σε σχήματα επενδυτικών εταιρειών από το Λουξεμβούργο προς άλλες χώρες μέσω εντόκων δανείων τα οφέλη περιλαμβάνουν την απουσία φόρου εισοδήματος και εμπορικού φόρου, την μηδενική φορολόγηση μερισμάτων, την μηδενική παρακράτηση φόρου στην καταβολή των τόκων από τις θυγατρικές προς την μητρική. Πρόκειται, όπως προκύπτει, για μία μέθοδο φορολογικής ελάφρυνσης αρκετά διαδεδομένη.

Από τις οικονομικές καταστάσεις των εταιρειών φαίνεται ότι η λουξεμβουργιανή MGE Hellenic Investments, μέτοχος της ελληνικής McArthur Glen Μονοπρόσωπης ΕΠΕ, λαμβάνει πάνω από 2 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο από το 2011 και μετά ως έσοδα, ενώ το 2010 έλαβε 1,17 εκατ. Η πορεία των χρημάτων συνεχίζεται προς τις εταιρείες που δανειοδότησαν την MGE Hellenic Investments.

50 δισ. κόβουν βόλτες κάθε χρόνο στο Μεγάλο Δουκάτο

Από όλη αυτή την κίνηση χρημάτων το Λουξεμβούργο φορολογεί το 0,125% των χρημάτων που διακινούνται –είτε προς τα επάνω στο fund είτε προς τα κάτω στην Ελλάδα- μέσω των εταιρειών του σχήματος που έχουν την έδρα τους εκεί. Μπορεί να πρόκειται για πολύ μικρά ποσά, όμως αν λάβει κανείς υπόψη του ότι χιλιάδες εταιρείες πραγματοποιούν παρόμοιες κινήσεις χρημάτων μέσα από το Λουξεμβούργο, το σύνολο των φόρων μπορεί να αποδειχθεί μεγάλο για μία χώρα 500.000 κατοίκων. Ιδίως αν το σύνολο των εισερχόμενων και εξερχόμενων απευθείας επενδύσεων στο Μεγάλο Δουκάτο ξεπερνά τα 50 δισεκατομμύρια δολάρια μέσα σε έναν χρόνο, όπως προκύπτει από την έκθεση των Ηνωμένων Εθνών για το 2013.

Κι έπειτα υπάρχει το θέμα της εποπτείας των επενδυτικών funds και άλλων χρηματοοικονομικών οχημάτων. Σύμφωνα με έκθεση του Tax Justice Network, μίας διεθνούς οργάνωσης για την φορολογική δικαιοσύνη, «η οικονομική ρυθμιστική αρχή του Λουξεμβούργου Commission de Surveillance du Secteur Financier (CSSF), βρίθει από συγκρούσεις συμφερόντων». Το Tax Justice Network επικαλείται μία αναφορά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το 2011 στην οποία επισημαίνονται τα εξής: «Το ισχύον νομικό πλαίσιο δεν είναι εγγυάται επαρκώς την πλήρη λειτουργική ανεξαρτησία της CSSF. Η CSSF τοποθετείται υπό την άμεση εποπτεία του υπουργού, οι αποστολές της περιλαμβάνουν την «ομαλή ανάπτυξη» του οικονομικού κέντρου του Λουξεμβούργου, η γενική πολιτική της και ο προϋπολογισμός αποφασίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο τα μέλη του οποίου διορίζονται από την Κυβέρνηση έπειτα από προτάσεις φορέων υπό τον υπουργό». Μάλιστα τον Σεπτέμβριο του 2013 καταγγέλθηκε στον ευρωπαίο επίτροπο Ανταγωνισμού Μισέλ Μπαρνιέ η τοποθέτηση στην CSSF μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της μεγαλύτερης λουξεμβουργιανής τράπεζας που ήταν ταυτόχρονα και διευθυντής του λουξεμβουργιανού χρηματιστηρίου. Και το χρηματιστήριο και η τράπεζα ήταν ιδρύματα που εποπτεύει η CSSF. Σύμφωνα με το Tax Justice Network, το συγκεκριμένο παράδειγμα «αποδεικνύει τις θερμές σχέσεις που συνδέουν την επιχειρηματική κοινότητα του Λουξεμβούργου -η οποία επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στην διαχείριση των funds- με τις ρυθμιστικές αρχές και τους πολιτικούς ηγέτες».