Το είπε η Ντόρα Μπακογιάννη για την έναρξη των εργασιών νέας Κοινοβουλευτικής Συνόδου. «Αυτή είναι εικόνα παρακμής. Πού ξανακούστηκε οι βουλευτές και οι υπουργοί να μην έρχονται στην ορκωμοσία;». Πράγματι, κάποτε θα ήταν αδιανόητο. Οπως θα ήταν αδιανόητη η καθημερινή εικόνα της Βουλής με… έναν βουλευτή στα έδρανα!. Αλλοι καιροί. Τότε ο πολιτικός διάλογος διεξαγόταν κυρίως στη Βουλή. Οι βουλευτές δεν επικύρωναν τυπικά τους νόμους χωρίς καν να γνωρίζουν το περιεχόμενό τους –ή τι φωτογραφίζουν οι απανωτές τροπολογίες της νύχτας. Είναι κοινοβουλευτισμός αυτό;

Ο Μητσοτάκης πήγαινε στη Βουλή για να παρακολουθήσει ακόμη και συζητήσεις επερωτήσεων. Επί Σημίτη, Καραμανλή και Παπανδρέου υπήρχε η Ωρα του Πρωθυπουργού. Παλαιότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έγραψαν ιστορία ενώπιον της Εθνικής Αντιπροσωπείας. Και ακόμη πιο παλιά, στην αίθουσα της Ολομέλειας αγόρευαν σπουδαίοι ρήτορες, ξετυλίγονταν συναρπαστικές αντιπαραθέσεις και αναδεικνύονταν μεγάλοι πολιτικοί. Από όλες της δημοκρατικές ελευθερίες που καταπάτησε η χούντα, η κατάργηση της Βουλής ήταν η πιο οδυνηρή. Σήμερα δεν καταργήθηκε μεν, αλλά λειτουργία κανονικής Βουλής δεν υφίσταται.

Πόσες φορές πήγε στη Βουλή ο Σαμαράς τους 27 μήνες που κυβερνά; Πότε διασταύρωσε το ξίφος του με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τους επικεφαλής των άλλων κομμάτων; Ο Πρωθυπουργός δείχνει να αντιμετωπίζει ως πάρεργο τις κοινοβουλευτικές υποχρεώσεις. Δεν θεωρεί υποχρέωσή του να ενημερώνει τακτικά το Σώμα, ούτε και ενημέρωσε ποτέ κατ’ ιδίαν τον αρχηγό της μείζονος αντιπολίτευσης έστω –όπως έκαναν οι προκάτοχοί του.

Μιλάμε δηλαδή για παρακμή επί της ουσίας –και δεν έπεσε από τον ουρανό. Διαμορφώνεται επειδή η κυβέρνηση αντιμετωπίζει το Κοινοβούλιο με τρόπο που θυμίζει μια φράση από το «Λεξικό του έξυπνου λόγου» του Π. Μανδραβέλη: «Αν χρειαστώ την άποψή σου, θα σου την πω».