Ενας βρετανός δημοσιογράφος βρέθηκε στη Χαβάη αναζητώντας το τέλειο κύμα για σερφ. Στην παραλία συνάντησε μια ψυχίατρο η οποία μόλις έμαθε ότι είναι από το Λονδίνο του εκμυστηρεύθηκε πόσο τον ζήλευε. «Είναι δυνατόν να είσαι από τη Χαβάη και να θέλεις να είσαι στην Αγγλία;» τη ρώτησε. «Μα φυσικά», απάντησε εκείνη. «Στη Βρετανία μπορεί να είσαι μίζερος και δυστυχισμένος χωρίς να ενοχλείς κανέναν». Και του εξήγησε ότι στα υπέροχα αυτά νησιά του Ειρηνικού υπάρχει το ίδιο ποσοστό ανθρώπων σε κατάθλιψη όπως και αλλού, οι οποίοι μάλιστα αισθάνονται και ντροπή που έχουν ψυχολογικά προβλήματα σε ένα τόσο όμορφο περιβάλλον. Και επίσης, επειδή η Χαβάη ανήκει στις ΗΠΑ, αισθάνονται και αποτυχημένοι επειδή δεν είναι πλούσιοι, όπως ορίζει το αμερικανικό όνειρο.

Το πρόβλημα, γράφει ο Αντι Μάρτιν στο περιοδικό «Πρόσπεκτ», είναι ο «εκχαβαϊσμός» των πάντων. Η αποτυχία και η θλίψη έχουν περάσει στη χορεία καταστάσεων εξοβελιστέων με κάθε τρόπο. Ομως ίσως η εξάπλωση της κατάθλιψης να αποτελεί εν μέρει παρενέργεια του εθισμού μας στην ευτυχία, ή τουλάχιστον στο αγωνιώδες κυνήγι της. Ισως εάν κατανοήσουμε γιατί είμαστε θλιμμένοι να απελευθερωθούμε από τη θλίψη για τη θλίψη μας. Ισως επιτέλους αισθανθούμε καλά για τις στιγμές που αισθανόμαστε άσχημα. Με άλλα λόγια, μπορεί να χρειαζόμαστε μια αξιοπρεπή φιλοσοφία για την αποτυχία, ώστε να μας αποτρέψει να σκεφτόμαστε διαρκώς ότι αποτυγχάνουμε.

Ως κοινωνία, μας λένε ότι αποτύχαμε. Ως οικονομία, ακόμα περισσότερο. Οι θεσμοί μας απέτυχαν κραυγαλέα να εμποδίσουν την κατηφόρα. Οι πολιτικοί μας, ας μην το συζητήσουμε καλύτερα. Κι εμείς που κάποτε ζούσαμε καλύτερα αποτύχαμε να κατανοήσουμε όσα έπρεπε, την ώρα που έπρεπε και να κάνουμε κάτι γι’ αυτό. Πλήρης αποτυχία. Τόσο θλιβερή που μοιάζει σχεδόν κωμική.

Μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα οι άνθρωποι δεν πίστευαν καν ότι μπορούσαν να είναι ευτυχείς. Ο Ζίγκμουντ Φρόιντ στο βιβλίο του «Πολιτισμός πηγή δυστυχίας» υποστήριζε ότι είμαστε μίζεροι για τρεις λόγους, όλους σχετικούς με ανολοκλήρωτες προσδοκίες. Θεώρησε εχθρούς της ευτυχίας τη θρησκεία που καλλιεργεί την ιδέα του παραδείσου, τις εξερευνήσεις του 18ου αιώνα που δημιούργησαν μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τον παράδεισο επί της γης και –ω της αυτοκριτικής! –την ψυχανάλυση επειδή δημιουργεί την εντύπωση ότι τα πάντα μπορούν να λυθούν.

Ο Αλμπέρ Καμί σχολίαζε συχνά την τυραννία της ευτυχίας. Στον «Μύθο του Σίσυφου» μας καλεί να φανταστούμε ότι ο βασιλιάς της Κορίνθου που αέναα σπρώχνει τον βράχο του στο βουνό επειδή νίκησε τον Αδη είναι «ευτυχής». Ας δεχθούμε ότι τελικά, πάντα, κάτι πάει στραβά. Ή, όπως το έθεσε ο Σαρτρ απελευθερώνοντάς μας από το άγχος της επιτυχίας, «τα πάντα πηγαίνουν στραβά πάντα». Αντε, ας τελειώνουμε με τον κλαυθηρμό. Εχουμε κι άλλους τραγέλαφους να ζήσουμε…