Ο χορός των τρωκτικών, που ενδεχομένως ροκανίζουν κομμάτι της εθνικής μνήμης στα υπόγεια της Εθνικής Βιβλιοθήκης, μπορεί και να μην είναι το μεγαλύτερο από τα προβλήματα του ιστορικού κτιρίου του Χάνσεν που πλέον δεν είναι κατάλληλο να στεγάζει την πρώτη βιβλιοθήκη της χώρας. Αλλά και που δεν μπορεί να επισκευαστεί, αν δεν αδειάσει.

Ο Φίλιππος Τσιμπόγλου, με διδακτορικό δίπλωμα στη Βιβλιοθηκονομία και σημαντική εμπειρία στον χώρο των βιβλιοθηκών, επελέγη για τη θέση του γενικού διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης και καλείται να αναλάβει ένα δύσκολο πόστο σε μια εποχή μετάβασης. Μετάβασης στη νέα εποχή για τη Βιβλιοθήκη που υπόσχεται η ανέγερση του καινούργιου της κτιρίου στο Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος. Μέχρι τότε, όμως, ο έως τώρα διευθυντής της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου της Κύπρου θα πρέπει να αντιμετωπίσει μια πολύ λιγότερο φιλόδοξη πραγματικότητα, γεμάτη προβλήματα: υποχρηματοδότηση, έλλειψη προσωπικού, κινδύνους καταστροφής τεκμηρίων λόγω της κακής κατάστασης της Βαλλιανείου Βιβλιοθήκης στην Πανεπιστημίου.

Το σημερινό κτίριο, η Βαλλιάνειος, στέγασε την Εθνική Βιβλιοθήκη το 1903. Το κτίριο, μέρος της αθηναϊκής «τριλογίας», σχεδιάστηκε από τον Θεόφιλο Χάνσεν, οικοδομήθηκε με τη γενική επίβλεψη του Ερνέστου Τσίλλερ και χρηματοδοτήθηκε τότε από τους αδελφούς Παναγή, Μαρίνο και Ανδρέα Βαλλιάνο. Η τυπική ίδρυση της «Δημοσίας Βιβλιοθήκης» έγινε βέβαια πολύ πιο παλιά: με διάταγμα του 1832 και διευθυντή τον Γεώργιο Γεννάδιο. Το 1866 μετονομάστηκε σε Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος.

Η θέση του γενικού διευθυντή χήρευε από το 2005 οπότε αποχώρησε ο Γιώργος Ζάχος. Διοικητικές κεφαλές τα χρόνια αυτά ήταν οι αναπληρώτριες διευθύντριες – η τελευταία, η Αντωνία Αράχωβα, παρά τα ελάχιστα χρήματα σε αυτή την εποχή της κρίσης, έκανε φιλότιμες προσπάθειες να αναδείξει τα μεγάλα προβλήματα της Εθνικής Βιβλιοθήκης και να αναβαθμίσει τον πολιτιστικό ρόλο της μέσα από προγράμματα εκδηλώσεων στο αναγνωστήριό της και τη βελτίωση του περιβάλλοντος χώρου (με παρεμβάσεις των Αtenistas), ενώ επέκτεινε και το ωράριο λειτουργίας του κεντρικού αναγνωστηρίου.

Την επιλογή του γενικού διευθυντή έκανε πενταμελής επιστημονική επιτροπή (με τη συμμετοχή του προέδρου του Εφορευτικού Συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης Σταύρου Ζουμπουλάκη) και αρχικά υπήρξαν δεκαπέντε υποψηφιότητες. Στη δεύτερη φάση έμειναν τρεις υποψηφιότητες (σύμφωνα με τις δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι άλλες δύο ήταν του πρώην διευθυντή Γιώργου Ζάχου και της πανεπιστημιακού Αννας Καρακατσούλη) από τις οποίες επελέγη εκείνη του κ. Τσιμπόγλου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σχεδόν το σύνολο της ετήσιας επιχορήγησης της Εθνικής Βιβλιοθήκης πηγαίνει στην εξόφληση δανείου για την αγορά δεύτερου κτιρίου στον Βοτανικό, όπου έχουν μεταφερθεί, λόγω έλλειψης χώρων, η υπηρεσία ISBN και το αρχείο των περιοδικών. Από τους πενήντα υπαλλήλους της μόνο οι δέκα είναι πανεπιστημιακής μόρφωσης, ενώ εννέα έχουν προσληφθεί με κοινωνικά κριτήρια. Ανάμεσα στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει εδώ και χρόνια είναι ο κίνδυνος πυρκαγιάς λόγω της υγρασίας που έχει διαποτίσει τοίχους και ηλεκτρικά καλώδια, τα ποντίκια στα υπόγεια, οι κλοπές βιβλίων.

Υπό αυτές τις συνθήκες, φιλόδοξα σχέδια που εκπονούνται κατά καιρούς για «ψηφιοποίηση της γνώσης», «σύνδεση της Εθνικής Βιβλιοθήκης με τα σχολεία», «δημιουργία Ενιαίου Εθνικού Συστήματος Βιβλιοθηκών», μετατρέπονται σε ευχολόγια και αφήνονται για άλλη, πιο πρόσφορη εποχή.

Το διδακτορικό πάντως του νέου γενικού διευθυντή που αν δεν υπάρξουν ενστάσεις αναλαμβάνει σύντομα τα καθήκοντά του, είναι ακριβώς αυτό: «Συνεργασία επιστημονικών βιβλιοθηκών σε ψηφιακό περιβάλλον. Μια συστημική προσέγγιση της ελληνικής πραγματικότητας». Τώρα θα κληθεί να δει τι μπορεί να κάνει στην πράξη…