Mια δραστική λύση για τη μείωση του χρέους ή – αν αυτό αποδειχθεί δύσκολο – μια αλλαγή των στόχων των επόμενων ετών για το πρωτογενές πλεόνασμα, έτσι ώστε να είναι πιο χαλαροί και να διευκολύνουν την ανάπτυξη, θα επιδιώξει η κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις των επόμενων μηνών με την τρόικα, σύμφωνα με πληροφορίες από υψηλόβαθμη πηγή του οικονομικού επιτελείου.

Ετσι, αν η λύση δοθεί – ή διαφανεί – πριν από τις ευρωεκλογές, η κυβέρνηση θα μπορέσει να υποσχεθεί με μεγαλύτερη αξιοπιστία μια καλύτερη προοπτική, μια ανάσα στην οικονομία.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που δημοσίευσε το πρακτορείο Bloomberg την περασμένη εβδομάδα, η λύση που εξετάζεται για το χρέος προβλέπει παράταση της λήξης των ομολόγων από τα 30 χρόνια που είναι σήμερα στα 50 χρόνια, καθώς και μια μείωση επιτοκίων 0,5%. Αυτό μεταφράζεται σε άμεση ετήσια μείωση δαπανών τόκων 250-300 εκατ. ευρώ, αλλά ταυτόχρονα και σε σημαντική διευκόλυνση εξυπηρέτησης του χρέους στο μέλλον (τα ομόλογα της ευρωζώνης αρχίζουν να λήγουν το 2020), της τάξεως των 3 δισ. ευρώ τον χρόνο. Για τις αγορές, αυτό σημαίνει χαμηλότερη «καθαρή παρούσα αξία» χρέους, κάτι που – όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς – είναι ίσως πιο σημαντικό από τη μείωση του χρέους κατά λίγες μονάδες του ΑΕΠ.

Επιπλέον, το ΔΝΤ – που βλέπει τα πράγματα διαφορετικά, αφού συνειδητοποίησε το λάθος του με τον «πολλαπλασιαστή» – προωθεί για την Ελλάδα τη λύση της αλλαγής των στόχων του προγράμματος, ώστε η προσαρμογή να γίνει πιο αργά και να μη στραγγαλίσει την ανάπτυξη (το υφιστάμενο πρόγραμμα προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ φέτος, 3% το 2015 και 4,5% το 2016). Η λύση όμως αυτή απαιτεί επιπλέον κεφάλαια, τα οποία θα χρειαστεί να δώσουν οι Ευρωπαίοι, όχι το ΔΝΤ. Εξού και έχει μείνει προς το παρόν στο ράφι. Πηγή του οικονομικού επιτελείου, πάντως, ανέφερε στα «ΝΕΑ» ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να τη διεκδικήσει, αν η λύση στο χρέος δεν είναι αρκετά δραστική, ώστε να καθαρίσει τον ορίζοντα και να επιτρέψει την ανάκαμψη της χώρας.

Σε κάθε περίπτωση, ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας διαμήνυσε την Πέμπτη στους συνομιλητές του στη Φρανκφούρτη (τους επικεφαλής της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας Γενς Βάιντμαν και της Deutsche Bank) ότι η Ελλάδα περιμένει οπωσδήποτε να ξεκινήσει η συζήτηση για το χρέος αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων για το πρωτογενές πλεόνασμα τον Απρίλιο. Η προετοιμασία της λύσης για το χρέος και το χρηματοδοτικό κενό της Ελλάδας σε Αθήνα, Βρυξέλλες, Ουάσιγκτον και βεβαίως Βερολίνο έχει ξεκινήσει και ίσως αυτή είναι μια εξήγηση για την κωλυσιεργία από την πλευρά της τρόικας, όσον αφορά την επιστροφή της στην Αθήνα και την έγκριση της δόσης, καθώς στο τραπέζι αναμένεται να μπουν όλα τα θέματα μαζί.

ΚΑΛΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ. Οπλο της κυβέρνησης για να ξεκινήσουν και πάλι οι διαπραγματεύσεις θα ειναι το περα από κάθε προσδοκία πρωτογενές πλεόνασμα. Θα βοηθήσουν ομως και άλλες καλές ειδήσεις, καθώς το ΑΕΠ το 2013 φαίνεται ότι υποχώρησε λιγότερο από την πρόβλεψη για 4% (περιορίστηκε στο 3,7%, σύμφωνα με την Alpha Bank), ενισχύοντας τις ελπίδες για ανάκαμψη 1% φέτος. Ενδεικτικό της έλλειψης ενδιαφέροντος εκ μέρους της τρόικας για γρήγορη ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων είναι ότι δεν έχει ακόμη απαντήσει σε προτάσεις που έχει στείλει η ελληνική πλευρά για δύο μεγάλα ανοιχτά θέματα των διαρθρωτικών αλλαγών: τους φόρους υπέρ τρίτων και τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών. Η άλλη εκκρεμότητα αφορά τις μεταρρυθμίσεις του ΟΟΣΑ (φάρμακα, γάλα).

Το οικονομικό επιτελείο παραδέχεται ότι η τρόικα δεν θα δεχθεί τις «άτολμες» σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Μνημονίου ελληνικές προτάσεις. Ελπίζει όμως, σύμφωνα με υψηλόβαθμη πηγή, ότι υπό το φως των καλών δημοσιονομικών αποτελεσμάτων θα επέλθει συμβιβασμός.

Στο μεταξύ, για λάθος προβλέψεις και «κόλλημα» στα δεδομένα του παρελθόντος επέκρινε την τρόικα ο Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας χθες σε διεθνές συνέδριο. Αν ακούγαμε τις προβλέψεις της του Σεπτεμβρίου, είπε, «θα ήταν μια μεγάλη καταστροφή». Τότε η τρόικα προέβλεπε έλλειμμα 700 εκατ. ευρώ, ενώ τελικά το πλεόνασμα θα είναι «μια πολύ μεγάλη έκπληξη».