Λίγο σαν τους περαστικούς που γίνονται μάρτυρες αιματηρού τροχαίου –στο οποίο εμπλέκονται περισσότερα οχήματα –παρακολουθούν τα πολιτικά επιτελεία ΝΔ και ΠαΣοΚ τις εισαγγελικές έρευνες για τα οπλικά, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και άλλα θέματα. Οι απολογίες Κάντα και Ευσταθίου αλλά και τα εντάλματα για το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο έχουν χρωματίσει την πολιτική ζωή στο ξεκίνημα της ελληνικής προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Κορυφαίος υπουργός λέει ότι οι υποθέσεις αυτές «φορτώνουν την κοινή γνώμη» και τραβούν την προσοχή της από την εθνική προτεραιότητα της συγκυρίας –δηλαδή, την ανόρθωση του οικονομικού κλίματος –δυσκολεύοντας το έργο της κυβέρνησης. Ταυτόχρονα όμως παραδέχεται ότι οι ανακρίσεις «ικανοποιούν το αίτημα του ελληνικού λαού για κάθαρση» και στρέφονται γύρω από «υποθέσεις με βάθος και προϊστορία». Πράγματι, τόσο στα οπλικά όσο και στην περίπτωση του ΤΤ οι υπό διερεύνηση πράξεις είναι πριν –ή και πολύ πριν –από το 2009.

Ούτως ή άλλως, το ξεκίνημα του 2014 είναι κάπως διαφορετικό του αναμενομένου. Αντί κουρέματος του χρέους, προφυλακίσεις επωνύμων της πολιτικής. Πρόκειται για εξέλιξη που προκαλεί ανάμεικτες αντιδράσεις στους χειριστές της ελληνικής πολιτικής. Κατ’ ιδίαν τα αισθήματα, πίσω από τις δημόσιες παραινέσεις για κάθαρση, είναι ανάμεικτα και ο σκεπτικισμός μεγάλος. Ιδίως για τον ρόλο που παίζουν «διάφορες κυρίες Ντι Πιέτρο και φιλόδοξοι ανακριτές που θέλουν ντε και καλά να πιάσουν πολιτικούς».

Το τάιμινγκ προκαλεί απορίες καθώς γίνεται σε προεκλογικό ορίζοντα, αφού τον Μάιο έχουμε διπλές κάλπες για την Αυτοδιοίκηση και το Ευρωκοινοβούλιο.

Από την κριτική δεν εξαιρείται ούτε η Τράπεζα της Ελλάδος ούτε όμως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με την πρωτοχρονιάτικη «καρτ μπλανς» στους δικαστές «να πάρουν κεφάλια».

Οπως πάντα στην πολιτική, οι συζητήσεις αρχίζουν από ένα ερώτημα: ποιος ωφελείται; Σε ό,τι αφορά τις πρόσφατες εισαγγελικές έρευνες δεν υπάρχει σε πρώτη ματιά, ιδίως από πλευράς ΝΔ, αμφιβολία ότι ο βασικός χαμένος είναι τα λεγόμενα «συστημικά κόμματα». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η οπτική της Χαριλάου Τρικούπη.

Με τον Λιάπη και τη διοίκηση του ΤΤ, επισημαίνουν, είναι η πρώτη φορά που η ΝΔ μπαίνει για τα καλά στο κάδρο. Ώς τώρα τα σκάνδαλα ήταν πρόβλημα του ΠαΣοΚ. «Αν όμως το ΠαΣοΚ έπιασε πάτο και ψωμοζεί», επισημαίνουν, «τα προβλήματα της ΝΔ μόλις τώρα αρχίζουν». Και η διαχείρισή τους δεν είναι απλή.

Οι παρενέργειες

Κορυφαία στελέχη κοντά στον πρόεδρο του ΠαΣοΚ επιμένουν, σε ψύχραιμη ανάγνωση, ότι «δεν εξυπηρετεί καθόλου τον Σαμαρά να στιγματίζεται ο καραμανλικός πυρήνας». Η εποχή της ισχύος της συντηρητικής παράταξης ανήκει στο παρελθόν και ο φόβος της αποσταθεροποίησης είναι μεγάλος. Οπως υπάρχει και ανησυχία ότι «το επόμενο θύμα της σκανδαλομανίας θα είναι η ΝΔ». Η ίδια προσέγγιση εκφράζει αμφιβολίες αν ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει λόγο σε βάθος χρόνου να επιχαίρει όσο κι αν αισθάνεται κερδισμένος στη φάση αυτή. «Οι υποθέσεις αυτές λειτουργούν διαλυτικά για όλο το πολιτικό σύστημα και θα παρασύρουν και την Κουμουνδούρου στην πορεία». Με απλά λόγια, μόνο ως βούτυρο στο μαύρο ψωμί ακραίων κομμάτων τύπου Χρυσής Αυγής μπορεί να θεωρηθούν όλα αυτά.

Παρ’ όλα αυτά, τόσο στο ΠαΣοΚ όσο και στη ΝΔ είναι κοινή η αντίληψη ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτε.

Στη ΝΔ του Σαμαρά θεωρείται δεδομένο ότι δεν πρέπει και δεν μπορεί να υπάρξει παρέμβαση στην Εισαγγελία. Η παραμικρή κίνηση θα θεωρηθεί απόπειρα συγκάλυψης, λένε, προσθέτοντας ότι «αυτή η κυβέρνηση δεν φέρει το στίγμα της οικονομικής κακοδιαχείρισης». Κοινώς, δεν τη βαραίνει ούτε ένα σκάνδαλο υπό δικαστική διερεύνηση. Εν πολλοίς, ό,τι προκύπτει αφορά το παρελθόν.

Διαζύγιο με το χθες

Αντίστοιχη είναι η προσέγγιση στο ΠαΣοΚ που έχει και την εμπειρία του χειρισμού της υπόθεσης Ακη –και μάλιστα πάλι σε προεκλογικό περιβάλλον –το 2012. «Αν βγει κάτι καινούργιο για κάποιον από τους δικούς μας πρώην», λένε, «θα πούμε ότι ντρεπόμαστε και θα ζητήσουμε συγγνώμη. Εχουμε όμως τη δυνατότητα να αναδείξουμε τις αλλαγές που έγιναν στα εξοπλιστικά με τον νόμο του 2011 καθώς και την κατάργηση των ΑΩ από τον Βενιζέλο». ΑΩ είναι για τους αδαείς τα αντισταθμιστικά ωφελήματα που πολλοί θεωρούν ότι αποτελούν εργαλείο για νομιμοφανή καταβολή μιζών.

Με άλλα λόγια, η Χαριλάου Τρικούπη υπολογίζει να τραβήξει γραμμή με το παρελθόν και δεν πρόκειται να καλύψει κανέναν. Δεν θέλει να ξέρει ούτε προς τα πού κινούνται οι έρευνες, ούτε ποιους αγγίζουν. Κάτι που δεν εμποδίζει όμως στελέχη του ΠαΣοΚ να μιλούν κατ’ ιδίαν για «εισαγγελικό ξεσάλωμα». Ειδικά για την περίπτωση του ΤΤ, που δεν αφορά το ΠαΣοΚ, άρα μπορεί να σχολιαστεί πιο εύκολα, επισημαίνεται ότι την περίοδο εκείνη δίνονταν αφειδώς δάνεια και όχι μόνο επιχειρηματικά. «Ο απλός κόσμος», επισημαίνεται, «ξεχνάει ότι κι αυτός έπαιρνε με ευκολία σε μορφή καταναλωτικού δανείου και χωρίς εγγυήσεις ένα καταναλωτικό δανειάκι των 5.000 ευρώ, ενώ ο κάθε φούφουτος που έχει βρει τον μπελά του σήμερα δανειζόταν εκατομμύρια». Με τη λογική αυτή, «θα έπρεπε να στείλουμε καμιά 500αριά τραπεζικά στελέχη στη φυλακή».

Ετερος υπουργός της συγκυβέρνησης προχωράει ένα βήμα παραπέρα και σχολιάζει ότι «οι εισαγγελείς έχουν υπεισέλθει σε θέματα διοίκησης, καταργώντας τη διάκριση των εξουσιών». Σύμφωνα με τη λογική αυτή, η τάδε ή η δείνα απόφαση που λαμβάνεται σε πραγματικό χρόνο με εκτίμηση ρίσκου δεν μπορεί να ποινικοποιείται εκ των υστέρων και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι «η συσσώρευση ζημιών σε φάση κρίσης συνιστά απιστία». Ενώ εκφράζονται και αμφιβολίες από πού κι ώς πού η εισαγγελία είναι ξαφνικά ο μοναδικός εκφραστής του δημοσίου συμφέροντος σε θέματα διοίκησης τραπεζών και οργανισμών.

Το κλίμα

Προβληματισμένο είναι και το Μέγαρο Μαξίμου από τη σκοπιμότητα εμπλοκής της κυρίας Αναστασίας Σακελαρίου του ΤΧΣ στην έρευνα του ΤΤ, καθώς είχε στο παρελθόν θέση στην επιτροπή εκτίμησης ρίσκου των δανείων. Η κριτική πάει ένα βήμα παραπέρα όταν βλέπει αθρόα «εισαγγελοποίηση της δημόσιας ζωής» και υπενθυμίζει ότι αυτά έχουν γίνει και στο παρελθόν. Θυμίζει την περίπτωση κορυφαίου επιχειρηματία της Μεταπολίτευσης στον χώρο των τηλεπικοινωνιών που την περίοδο του 2000 είχε βρεθεί μπλεγμένος σε δεκάδες προκαταρτικές εξετάσεις και ποινικές διώξεις για να απαλλαγεί μετά με απαλλακτικά βουλεύματα σε όλες τις περιπτώσεις. «Οι εισαγγελείς παραπέμπουν, ο κόσμος όμως δεν καταλαβαίνει τη διαφορά μεταξύ παραπομπής και καταδίκης και εξομοιώνει την πρώτη με τη δεύτερη, ενώ μόνη η τακτική Δικαιοσύνη αποφασίζει κι αυτή χρειάζεται αποδείξεις. Κοινώς, πάσχουμε από επιδημία ερευνών, τις οποίες μπορεί να προκαλέσουν ακόμη και δυο αράδες παραπολιτικού σε ένα ανυπόληπτο ΜΜΕ».

Οι προφυλακίσεις

Η αντίληψη αυτή βλέπει τους εισαγγελείς να έχουν «ξεφύγει», να παίζουν «επικοινωνιακά παιχνίδια προαναγγέλλοντας διώξεις σε συγκεκριμένους δημοσιογράφους με τους οποίους συνδέονται» και να προεξοφλούν καταδίκες. Ταυτόχρονα, εκφράζονται πλέον σοβαρές αμφιβολίες για κατάχρηση της προφυλάκισης. Αυτή, λέγεται, «δεν συνιστά τιμωρητικό μέτρο ή μέσο ανακριτικής πίεσης αλλά αποσκοπεί στο να προστατεύσει την κοινωνία από δολοφόνους, βιαστές ή εμπόρους ναρκωτικών και μαφιόζους. Με ποια λογική στέλνεται ένας υπόδικος λευκού κολάρου στις φυλακές Ιωαννίνων σε κελί με πέντε ποινικούς; Ποιον απειλεί;».

To αποκορύφωμα ήταν η διαφωνία ανακριτή και δικαστικού συμβουλίου για την περίπτωση του 83χρονου Ευσταθίου που εμπλέκεται στην έρευνα για τα υποβρύχια και τα εξοπλιστικά εν γένει. Την ίδια ώρα, φεύγοντας από το πεδίο της πολιτικής, κορυφαίος ποινικολόγος με εμπειρία πολιτικών υποθέσεων πέντε δεκαετιών δηλώνει άναυδος με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα στο εισαγγελικό πεδίο. Μιλάει για παραινέσεις εκτός τήρησης πρακτικών σε κληθέντες σε απολογία να φέρουν πίσω τα λεφτά ή να πουν αυτά που πρέπει και εμμονή των ανακριτικών Αρχών να πιάσουν ντε και καλά πολιτικούς. «Αλλα περιμέναμε από εσάς…», άκουσε να του λένε εν χορώ ανακριτές και εισαγγελείς απολογούμενος που είχε δεχθεί αλλεπάλληλες ερωτήσεις για το αν είχαν καταβληθεί χρήματα σε πολιτικά πρόσωπα. Η κατεύθυνση της έρευνας ήταν –σχεδόν αποκλειστικά –προς το ΠαΣοΚ.

Στο μεταξύ, η τιμωρία με ισόβια οικονομικών εγκλημάτων συνιστά ελληνική νομική πατέντα που ουδείς τολμάει, μέσα στο υπάρχον κλίμα, να πάρει πίσω κι ας υπάρχει έτοιμη σχετική τροπολογία στο υπουργείο Δικαιοσύνης. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση κατηγορουμένου στην υπόθεση των εξοπλιστικών που παίρνει διαρκώς αναβολή. Είναι κάτοικος εξωτερικού και στη χώρα όπου ζει το οικονομικό έγκλημα συνιστά πλημμέλημα. Αν δεν έρθει, ρισκάρει διεθνές ένταλμα, αλλά ποια χώρα θα εκδώσει υπήκοό της σε άλλη χώρα, την Ελλάδα, όπου αυτό για το οποίο κατηγορείται συνιστά κακούργημα; Η αντιμετώπιση των οικονομικών εγκλημάτων με μεγάλα πρόστιμα και συμβιβασμό είναι η πεπατημένη σε χώρες όπως η Γερμανία (όπου έκλεισαν έτσι οι υποθέσεις της Siemens και της Φεροστάλ) ή η Ελβετία. Αντιθέτως, λέγεται, «η Ελλάδα είναι σε φάση Αλκατράζ».

Εχουν ξεπεράσει οι εισαγγελείς τον ρόλο τους; Είναι κάτι που ψιθυρίζεται κεκλεισμένων των θυρών των λεγομένων «συστημικών κομμάτων». Εκεί επισημαίνεται επίσης ο ρόλος δυο κρίσιμων θεσμικών κέντρων. Το ένα είναι η Τράπεζα της Ελλάδος. Το άλλο είναι η Προεδρία της Δημοκρατίας.

Προεδρία και ΤτΕ

Στον δικομματισμό είναι κοινή η εντύπωση ότι, προκειμένου να εξαλείψει οτιδήποτε μπορούσε να τον εμφανίσει ως έχοντα αναστολές στην υπόθεση Κάντα, ο Κάρολος Παπούλιας υπερέβη τα εσκαμμένα την Πρωτοχρονιά, προκαταβάλλοντας την κρίση της τακτικής Δικαιοσύνης που αυτή και όχι οι εισαγγελείς αποφασίζει για την τύχη των κατηγορουμένων. Η τοποθέτηση έδωσε λαβή για κατ’ ιδίαν σχόλια αλλά και κάποια κουτσομπολιά για «την εξοικείωση του Κάρολου και του ιστορικού ΠαΣοΚ με τον έχοντα καταθέσεις στη Σιγκαπούρη».

Σε ό,τι αφορά την Τράπεζα της Ελλάδος, εκεί υπάρχει ικανοποίηση για την εξέλιξη της έρευνας για το ΤΤ επί του οποίου υπάρχουν και σχετικά πορίσματα. Με ενδιαφέρον πρέπει να αναμένεται η εμφάνιση μεσοβδόμαδα του Γιώργου Προβόπουλου στη Βουλή, έστω κι αν αφορά την έκθεση της ΤτΕ. Παρ’ όλα αυτά, ο ρυθμός της εισαγγελικής έρευνας και, ειδικά, το τάιμινγκ των ενταλμάτων προκάλεσε απορίες και στην Τράπεζα της Ελλάδος, αφού τα σχετικά πορίσματα έχουν βγει από εξαμήνου.

Τα ερωτηματικά

Προβληματισμένη και η κυβέρνηση από την επιλογή της περασμένης Τετάρτης, ημέρας επίσημης έναρξης της Προεδρίας, για το να βγει στον αφρό η έρευνα για το ΤΤ που κρατήθηκε τελικά –όχι χωρίς πιέσεις –για την επομένη. Ομολογουμένως, ο εισαγγελικός χειρισμός προκάλεσε πολλά ερωτηματικά από αυτά που δεν θα τα απαντήσει η πορεία της έρευνας…