Είναι από εντελώς διαφορετικούς κόσμους η Ανγκελα Μέρκελ και ο Φρανσουά Ολάντ, κατάφεραν όμως την περασμένη εβδομάδα συνεργαζόμενοι να κερδίσουν μια διπλωματική μάχη με μείζονες κοινωνικές προεκτάσεις για την Ευρώπη. Το Συμβούλιο των Υπουργών Εργασίας της ΕΕ αποφάσισε τη Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου να εφαρμοστεί (επιτέλους) κοινοτική οδηγία του… 1996 που προβλέπει την απασχόληση ευρωπαίων εργαζομένων σε άλλη χώρα-μέλος της ΕΕ με τους εργασιακούς όρους και τους κανόνες που ισχύουν στη χώρα φιλοξενίας. Πρόκειται για ένα ζήτημα που ήρθε με ορμή στην επικαιρότητα, καθώς πληθαίνουν τα κρούσματα απόσπασης εργαζομένων «χαμηλού κόστους» από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης –και όχι μόνο… –που απασχολούνται στη Γερμανία, στη Γαλλία και σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, με εργασιακές συνθήκες πολλές φορές χειρότερες και με μισθούς χαμηλότερους από αυτούς που ισχύουν στη χώρα προέλευσής τους.

Το ζήτημα έχει και σοβαρές πολιτικές διαστάσεις καθώς, τουλάχιστον στη Γαλλία, έχει μετατραπεί σε κεντρικό θέμα συζήτησης ενόψει των ευρωεκλογών, με ευθύνη, φυσικά, του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν –πρόκειται, θα έλεγε κανείς, για μια παραλλαγή του φαινομένου του «πολωνού υδραυλικού», που είχε αναδείξει το 2005 επίσης το Εθνικό Μέτωπο για να υπονομεύσει την υπερψήφιση του Ευρωσυντάγματος από τους γάλλους ψηφοφόρους, κάτι που τελικά το κόμμα των Λεπέν είχε τότε πετύχει.

Εν πάση περιπτώσει, χάρη στη συντονισμένη προσπάθεια της Γαλλίας και της Γερμανίας κάμφθηκαν οι ενστάσεις της Βρετανίας και ορισμένων εταίρων της Ανατολικής Ευρώπης και ανατρέπεται μια έκνομη πρακτική κραυγαλέας εκμετάλλευσης του ευρωπαϊκού εργατικού δυναμικού από μεγάλες επιχειρήσεις. Εμβληματικό είναι το παράδειγμα της Φλαμανβίλ στη Νορμανδία, όπου το 2011 αποκαλύφθηκε ότι περίπου 1.000 από τους 3.000 εργαζομένους που απασχολούσε πυρηνικός σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Electricite de France (EDF), υπό τη διοίκηση της Bouygues, προέρχονταν από το εξωτερικό, κυρίως από τη Βουλγαρία, την Πολωνία και τη Ρουμανία, και αμείβονταν με «ψίχουλα» συγκριτικά με τους συναδέλφους τους. Οι εργαζόμενοι αυτοί εργάζονταν με «απόσπαση» ή με δανειοδότηση στον πυρηνικό σταθμό μέσω των γραφείων που διατηρεί στην Κύπρο η εδρεύουσα στην Ιρλανδία εταιρεία Atlanco. Η υπόθεση εκδικάζεται σε δικαστήριο του Χερβούργου.

Εμβληματικό είναι επίσης το παράδειγμα 30.000 εργαζομένων προερχομένων επίσης από ανατολικές χώρες (κυρίως από Ρουμανία, Βουλγαρία και Ουγγαρία) σε σφαγεία της Γερμανίας, οι οποίοι εργάζονταν ως αποσπασμένοι και αμείβονταν με ωρομίσθιο 5 ευρώ, αντί για 12 ευρώ που αμείβονταν γερμανοί συνάδελφοί τους. Και πάλι καλά, διότι στο Κλερμόν Φεράν της Κεντρικής Γαλλίας εργαζόμενοι από τη Γουινέα, την Πολωνία αλλά και την Πορτογαλία απασχολούνταν έως και 55 ώρες εβδομαδιαίως με ωρομίσθιο μόλις 2,86 ευρώ.

Η απόφαση των υπουργών Εργασίας των 28 θα θέσει τέρμα στις επαίσχυντες για την ευρωπαϊκή αγορά εργασίας πρακτικές αυτές. Θα χρειαστεί να παρέλθουν, όμως, περίπου 2 χρόνια μέχρι να συμβεί αυτό, όπως σημειώνει η «Φιγκαρό», διότι θα πρέπει το κείμενο των υπουργών να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στη συνέχεια από τα εθνικά Κοινοβούλια.

Παρεμπιπτόντως, επτά χώρες καταψήφισαν την απαγόρευση της απόσπασης εργαζομένων: η Βρετανία, που «είναι αλλεργική με κάθε ευρωπαϊκή ρύθμιση στον κοινωνικό τομέα», όπως γράφει χαρακτηριστικά η «Μοντ», η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Λετονία, η Εσθονία και η Μάλτα.