Μπορεί όσα έχουν γραφεί για τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη και  το έργο του να είναι πολλά, για πολλούς όμως άγνωστες παραμένουν πτυχές της ζωής του τις οποίες ο ίδιος δεν δίσταζε να περιγράφει με χιούμορ.

Πήγε σχολείο όταν έφτασε στην ΣΤ’ Δημοτικού, καθώς ώς τότε δάσκαλοι στο σπίτι φρόντιζαν για την εκπαίδευσή του – στερνοπούλι και μοναχογιός (είχε τρεις αδελφές, εκ των οποίων η μεγαλύτερη, η Χρυσούλα, ήταν η ποιήτρια Ζωή Καρέλλη) του φαρμακοποιού Γαβριήλ και της δασκάλας Μαίρης.

Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών συνέταξε μια Παγκόσμια Γεωγραφία που εγκρίθηκε αρχικά από το υπουργείο Παιδείας. Η έγκριση ωστόσο ανακλήθηκε όταν έγινε γνωστή η ηλικία του. Και τότε άρχισε να γράφει τα πρώτα ποιήματά του.

Με σπουδές οπτικής και φαρμακευτικής στο Παρίσι και βοτανικής στο Στρασβούργο, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη για να αναλάβει την πατρική επιχείρηση.

Η επιστράτευση θα τον στείλει στο Λιγουριό, αλλά δεν θα προλάβει να βρεθεί στο Μέτωπο και το 1943 γράφεται στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, ενώ την επομένη θα εκθέσει ζωγραφικά έργα του σε ανθοπωλείο.

Στο μεταξύ μελετούσε αδιάκοπα. Η αρχαία ελληνική γραμματεία δεν ήταν εκείνη που άσκησε έντονη επιρροή πάνω του, καθώς όπως ο ίδιος έλεγε «από τους αρχαίους Ελληνες, επειδή ποτέ δεν υπήρξα ευφυής και έξυπνος, εκτός από τον Πίνδαρο και προπαντός τον Ομηρο, σε κανέναν άλλον απάνω δεν στηρίχτηκα», ενώ δέχθηκε επιρροές από τη νορβηγική και γενικότερα τη σκανδιναβική συμβολιστική λογοτεχνία, αλλά και τους βυζαντινούς χρονογράφους.

«Tα βιβλία που εξέδωσα, ορίζουν σειρά συναισθηματικών απογοητεύσεων. Aυτό άλλωστε μ’ έκανε ολοένα και φανατικότερο υπηρέτη και μιμητή των βυζαντινών συγγραφέων», έλεγε ο ίδιος και κατέληγε ότι «πρέπει να σημειωθεί ότι εκδότης σπάνια δεχόταν να μου εκδώσει βιβλίο και πολύ περισσότερο διευθυντής περιοδικού να δημοσιεύσει κείμενό μου».