Είναι ένα θέμα που σέρνεται στα πολιτικά παρασκήνια, αλλά ταυτόχρονα είναι και ένας λόγος έντονου προβληματισμού σε κομματικούς και κυβερνητικούς κύκλους. Μιλάμε για μια απόφαση η οποία, όπως έλεγε χθες γνώστης του θέματος, «θα είχε ήδη ανακοινωθεί, αν δεν μεσολαβούσαν οι θερινές διακοπές». Θα ανακοινωθεί όμως αμέσως μόλις επαναλειτουργήσουν τα δικαστήρια.

Οπως αντιλαμβάνεστε, πρόκειται για δικαστική απόφαση. Και για την ακρίβεια την απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου για την υπόθεση του Γιώργου Παπακωνσταντίνου (φωτογραφία κάτω), τον οποίο η Βουλή έχει παραπέμψει στο Ειδικό Δικαστήριο για δύο κακουργήματα και ένα πλημμέλημα. Προηγουμένως, όμως, το Δικαστικό Συμβούλιο θα αποφασίσει για το ενδεχόμενο παραγραφής των αδικημάτων. Η απόφαση λέγεται ότι έχει ληφθεί και απομένει απλώς η κοινοποίησή της.

Οι γνωρίζοντες τις νομικές πτυχές του θέματος φαίνεται να έχουν ενιαία άποψη επ’ αυτού –την οποία δεν περιγράφω για να αποφύγω σχοινοτενείς νομικές και συνταγματικές αναλύσεις. Αλλά οι έχοντες αίσθηση των πολιτικών παραμέτρων του θέματος κάνουν λόγο για εγκαιροφλεγή βόμβα. Εννοούν το ενδεχόμενο να ανακοινωθεί η παραγραφή των αδικημάτων για τα οποία παραπέμπεται ο πρώην υπουργός. Μολονότι όλοι συγκλίνουν ότι η απόφαση του Συμβουλίου θα είναι νομικά απολύτως τεκμηριωμένη, η πολιτική συγκυρία την καθιστά εκρηκτική σε περίπτωση που θα βάζει την παραπομπή στο αρχείο –κάτι που θεωρείται και το πιθανότερο.

Περισσότερα σχόλια επί του θέματος δεν μπορώ να κάνω, αλλά δεν αποκρύπτω ότι υπάρχει ανησυχία για την πυροδότηση ακραίων και τυφλών αντιδράσεων, που θα αποκτήσουν αντικοινοβουλευτικό χαρακτήρα και θα αποβούν υπέρ των ακροδεξιών που καιροφυλακτούν να πριονίσουν και άλλο το πολιτικό σύστημα. Από την άλλη, βεβαίως, οι ίδιοι οι ανησυχούντες πολιτικοί παράγοντες σημειώνουν ότι ο νόμος και το Σύνταγμα πρέπει να τηρούνται απαρέγκλιτα και χωρίς να λαμβάνουν υπόψη πολιτικές παραμέτρους. Συνέβη άλλωστε και στην υπόθεση του Βατοπεδίου.

Είτε δικαιολογούνται αυτοί οι φόβοι είτε όχι, όμως, μπορώ να προεξοφλήσω ότι η απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου θα πυροδοτήσει πολιτική ένταση, η οποία θα μας επαναφέρει σε όσα συνέβησαν αμέσως μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου 2012. Για την ακρίβεια, στη συζήτηση αν έπρεπε ή όχι να συγκληθεί Βουλή έστω και για μία ημέρα όπως και συνέβη τελικά –με την εκλογή του Βύρωνος Πολύδωρα ως προέδρου, υπενθυμίζω.

Σε αυτή την περίπτωση, πάντως, θα ξεσπάσει και μια παράπλευρη αντιδικία που δεν είχε εκδηλωθεί τότε: θα αναζωπυρωθούν οι εντελώς διαφορετικές απόψεις που είχαν τότε επί του θέματος ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Βαγγέλης Βενιζέλος και ο –βουλευτής του ΠΑΣΟΚ τότε –Ανδρέας Λοβέρδος, ο οποίος είχε προβλέψει το ενδεχόμενο της παραγραφής. Περισσότερα προσεχώς και ο θεός της πολιτικής να βάλει το χέρι του….

Αμοιβάδες

Στο παιχνίδι «διεμερίσαντο τα ιμάτιά μου» στο ΠΑΣΟΚ ενδέχεται να εμφανιστεί ένας παλιός γνώριμος εσωκομματικός παίκτης. Ο Γιώργος Παναγιωτακόπουλος που είχε κατορθώσει να συγκροτήσει ένα πανελλαδικό δίκτυο με την Αριστερή Πρωτοβουλία, την οποία λειτούργησε ως εσωκομματική τάση μέχρι την αποχώρησή του από το ΠΑΣΟΚ, προετοιμάζει τη μετατροπή της σε πολιτικό φορέα, έτοιμο να μετάσχει στις ευρωεκλογές μάλιστα. Δεν γνωρίζω τις συνέπειες που θα έχουν όλα αυτά, αλλά αυτή η αμοιβαδοποίηση του παλαιού κραταιού ΠΑΣΟΚ μόνο κάτι καλό δεν προοιωνίζεται.

Πάγωμα εξαγορών

Το επόμενο νομοσχέδιο –αρκεί να μην προσκρούει στον Κανονισμό της Βουλής –περιμένει ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης (φωτογραφία) για να προκαλέσει τη σχετική ξινίλα στους βουλευτές οι οποίοι θα υποχρεωθούν να ψηφίσουν μια τροπολογία που θα καταθέσει με βαριά καρδιά. Κάτι που αφορά το Μνημόνιο; Οχι. Θα ακυρώσει το δικαίωμα των πρώην βουλευτών και των αιρετών –δήμαρχων κ.ά. –να εξαγοράζουν ασφαλιστικά χρόνια. Πρόκειται για εντολή του Πρωθυπουργού και δεν παίρνει αναβολή.

Θερινό δείπνο

Τον Αύγουστο μπορεί να μην υπάρχουν ειδήσεις, καταπώς θέλει ο Ουμπέρτο Εκο, αλλά υπάρχουν πολλά τραπεζώματα. Χθες, ο Βαγγέλης Βενιζέλος ακολούθησε το άτυπο τελετουργικό και παρέθεσε τραπέζι στους εννέα βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι μετέχουν στο Β’ Θερινό Τμήμα της Βουλής. Ο χώρος της χαλαρής συνεύρεσης, όπου πάντως πολλά συζητούνται χωρίς ταμπού και κλισέ σε ανάλογες περιπτώσεις, ήταν το Πάρκο Ελευθερίας στο κέντρο της Αθήνας.