Υπάρχουν δύο τρόποι να βλέπεις μια δυσάρεστη κατάσταση. Ο πρώτος, ιδιαίτερα δημοφιλής στην Ελλάδα της κρίσης, να οχυρώνεσαι απελπισμένος πίσω από ένα τείχος γκρίνιας ψάχνοντας ενόχους και συνωμοσίες… Ο άλλος, να σφίγγεις τα δόντια και να προσπαθείς να σταθείς ξανά στα πόδια σου, προσγειωμένος στα δεδομένα της πραγματικότητας.

Ο πρώτος τρόπος είναι εξαιρετικά οικείος σε όλους μας. Καθρεφτίζει την ελληνική πραγματικότητα μετά την κρίση, την ευρεία διάδοση ενός δεισιδαίμονος τρόπου διεκδίκησης του επιπέδου ζωής μας πριν από την κρίση, ενός στόχου εκ των πραγμάτων ανέφικτου.

Ο άλλος τρόπος περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν την κατάρρευση της οικονομίας τους οι Κύπριοι –μετά την αρχική επίδειξη ανορθολογισμού που διέλυσε το τραπεζικό σύστημα. Εκεί δεν υπήρξαν επεισόδια τύπου Μαρφίν, γιαουρτώματα, «Αγανακτισμένοι» –ούτε νεοναζί. Αλλά στον πρώτο απολογισμό, τις προάλλες, ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης πιστώθηκε με τη διάσωση (μάλλον) της Τράπεζας Κύπρου και με τον θετικό απολογισμό της τρόικας. Επειδή μάλιστα η ανεργία είναι το πραγματικό κοινωνικό πρόβλημα, γίνεται προσπάθεια, παράλληλα με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, να προστατευθούν οι αδύνατοι, με τη θεσμοθέτηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Πρωτίστως το κράτος οφείλει να πολιτεύεται υπέρ αδυνάτων.

Ολα τα παραπάνω επαναφέρουν το ερώτημα: τι προσδοκά κανείς από την πολιτική; Για όσους ζουν στην πραγματικότητα, η πολιτική ανοίγει δρόμους καταρρίπτοντας ταμπού. Στην Κύπρο η αντιμετώπιση της κρίσης συνδυάζεται με την αναθεώρηση του Κυπριακού. Το «περήφανο όχι» στο σχέδιο Αναν του 2004 είναι, πλέον, παρελθόν. Ακόμα και κορυφαίοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν κρύβουν ότι οι γεωτρήσεις, οι υδρογονάνθρακες, η εξόρυξή τους και η διοχέτευσή τους στην αγορά μπορούν να δώσουν τη δυνατότητα εκ νέου ανάδειξης της σχέσης των δύο κοινοτήτων.

Η ανάλυση είναι απλή. Σύντομα αρχίζουν συνομιλίες με τη νέα ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Αν δοθεί η δυνατότητα ανοίγματος του λιμανιού της Αμμοχώστου και έναρξης οικονομικής δραστηριότητας στη νεκρή υπό κατοχή πόλη θα τονωθεί η οικονομία, που χρειάζεται επειγόντως νέους παραγωγικούς τομείς. Αν, στην πορεία, συμφωνηθεί μια μόνιμη ομοσπονδιακή λύση που θα περιλαμβάνει τις δύο κοινότητες, η Κύπρος έχει τα φόντα να μετατραπεί σε περιοχή σταθερότητας. Και αν συμβεί αυτό, τι εμποδίζει, λένε οι ίδιοι παράγοντες, να κάνουμε κάτι τολμηρό, όπως π.χ. τη διοχέτευση του αερίου στη διεθνή αγορά μέσω της πιο φτηνής διόδου, μέσω δηλαδή της Τουρκίας;

Και ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, πρώην ηγέτης των Τουρκοκυπρίων, που επισείει τον φόβο μιας νέας τουρκικής εισβολής στο νησί, αυτή τη φορά για τους υδρογονάνθρακες; Είναι παράξενο, λένε καθησυχαστικά έμπειροι ελληνοκύπριοι εμπειρογνώμονες, αλλά ακόμη και η απειλή του Ταλάτ δείχνει το αδιέξοδο της όξυνσης. Αν είμαστε οπαδοί της προόδου, προσθέτουν, θα απορρίψουμε όλοι μαζί τη σύγκρουση βαδίζοντας στον δρόμο της συνεννόησης, στον μονόδρομο δηλαδή της ευημερίας. Είναι προς το συμφέρον όλων αυτός ο μονόδρομος. Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, αλλά και Ελλήνων και Τούρκων.