Οι «εκλογές» στην κατεχόμενη Κύπρο διεξήχθησαν σε ένα πολιτικο-οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από την εισβολή του πολιτικού Ισλάμ και του τουρκικού κεφαλαίου. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως η τουρκοκυπριακή κοινότητα αντιστέκεται ακόμα στην πλήρη περιθωριοποίησή της.

Οι πολιτικές δυνάμεις που πρόσκεινται στον τούρκο Πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν και το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης υπέστησαν πανωλεθρία. Ο λεγόμενος «πρωθυπουργός» του ψευδοκράτους Ιρσέν Κιουτσούκ, ο οποίος θεωρείται ο εκλεκτός του τούρκου Πρωθυπουργού, δεν κατάφερε να εκλεγεί ούτε βουλευτής. Την ίδια αποδοκιμασία εισέπραξαν και άλλα μέλη της ηγετικής ομάδας του Κόμματος Εθνικής Ενότητας, όπως οι Νετζνέτ Νουμάν, Ερτουγρούλ Χασίπογλου, Μουτλού Ατάσαγιαν και Αχμέτ Τσαλούντα. Στη νέα «Βουλή» δεν θα συμμετάσχει ούτε ο πρώην «πρόεδρός» της Χασάν Μπόζερ.

Η Αγκυρα είχε επενδύσει στον Κιουτσούκ ως το αντίπαλον δέος και ως τον διάδοχο του Ντερβίς Ερογλου, του λεγόμενου «Προέδρου» του παράνομου κράτους, τον οποίο σχεδίαζε να θέσει εκποδών.

Υπήρχε εξάλλου και η προϊστορία. Ο Ταγίπ Ερντογάν είχε επιτύχει το 2003 να παραμερίσει τον ιστορικό ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Ραούφ Ντενκτάς και να ανοίξει τον δρόμο στον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, πρόεδρο τότε του Τουρκικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, με τον οποίο συμφωνούσε στην επίλυση του Κυπριακού με βάση το σχέδιο Ανάν. Ομως ο Ερογλου (πολιτικό παιδί του Ραούφ Ντενκτάς) απεδείχθη πιο προνοητικός του δασκάλου του. Διέσπασε το Κόμμα Εθνικής Ενότητας (του οποίου υπήρξε πρόεδρος) με την αποχώρηση οκτώ «βουλευτών» και την ένταξή τους στο Δημοκρατικό Κόμμα, ενδυναμώνοντας έτσι τον υιό Ντενκτάς, Σερντάρ.

ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ. Η διάσπαση της τουρκοκυπριακής Δεξιάς σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η αντιπολίτευση δεν κατάφερε να επιτύχει αυτοδυναμία καθιστούν τον Ντερβίς Ερογλου ρυθμιστή και ουσιαστικό νικητή. Μπορεί δηλαδή να επαναδιεκδικήσει και δεύτερη θητεία, παραμένοντας ουσιαστικός συνομιλητής στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό.

Αυτό έχει τη σημασία του καθώς το φθινόπωρο (τον Οκτώβριο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των Ηνωμένων Εθνών) θα αρχίσει η νέα φάση διαπραγμάτευσης για την επίλυση του Κυπριακού. Το παράδοξο όμως είναι ότι κατά την προεκλογική εκστρατεία στα Κατεχόμενα ελάχιστες ήταν οι αναφορές για την επίλυση του Κυπριακού. Ηταν η πρώτη φορά που το Κυπριακό εκτοπίσθηκε από την κορυφή της προεκλογικής ατζέντας στα Κατεχόμενα. Η οικονομική δυσπραγία και το «οικονομικό πρωτόκολλο» της Αγκυρας (ένα είδος… Μνημονίου) που έθεσε σε εφαρμογή ο Κιουτσούκ τον περασμένο Δεκέμβριο, οι ιδιωτικοποιήσεις με την εισβολή τουρκικού κεφαλαίου και ορισμένες «κυβερνητικές αποφάσεις» προς την κατεύθυνση ενδυνάμωσης της ισλαμικής ταυτότητας των Κατεχόμενων συνιστούσαν το πλαίσιο εντός του οποίου κλήθηκαν οι Τουρκοκύπριοι να ψηφίσουν.

Το «οικονομικό πρωτόκολλο» το οποίο επιβλήθηκε από την Αγκυρα είναι ένα τριετές οικονομικό πρόγραμμα που περιλαμβάνει σκληρά οικονομικά μέτρα και περικοπές μισθών με σκοπό την εξυγίανση και την οικονομική ανάπτυξη. Από την άλλη, βρίσκεται σε εξέλιξη μια επιχείρηση ισλαμικού εμβολιασμού της παιδείας με την εισαγωγή κορανικών μαθημάτων και αλλαγές στα βιβλία Ιστορίας ακολουθώντας τα δόγματα του Ταγίπ Ερντογάν. Η οικονομία βρίσκεται υπό τον πλήρη έλεγχο της Αγκυρας, αφού αυτή χρηματοδοτεί. Τα χρήματα όμως πάνε κατευθείαν πλέον σε τουρκικές επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν τα μεγάλα έργα. «Η πολιτική της ιδιωτικοποίησης παίρνει τη μορφή εκτουρκισμού της οικονομίας. Η ροή του τουρκικού κεφαλαίου έχει αυξηθεί ιδιαίτερα στον τομέα του τουρισμού και η αυξημένη παρουσία του δεν παρέχει τη δυνατότητα στους Τουρκοκυπρίους να δραστηριοποιηθούν πέραν του δημόσιου τομέα», λέει ο τουρκολόγος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Νιαζί Κιζιλγιουρέκ. Ολα αυτά εντάσσονται στο πλάνο μετατροπής των Κατεχόμενων της Κύπρου σε τουρκική επαρχία. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως η «κυβέρνηση» Κιουτσούκ είχε απαγορεύσει στους Τουρκοκυπρίους να ταξιδεύουν με κυπριακό διαβατήριο και επέβαλε να χρησιμοποιούν μόνο τουρκικό ή διαβατήριο της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βορείου Κύπρου».

Επομένως, η ψήφος των Τουρκοκυπρίων της περασμένης Κυριακής μπορεί να μεταφρασθεί ως αποδοκιμασία των πολιτικών της πλήρους ποδηγέτησης της τουρκοκυπριακής κοινότητας από την Αγκυρα. Ταυτόχρονα όμως η διαπίστωση αυτή δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε υπερεκτιμήσεις του τύπου ότι η κατάσταση οδηγείται σε ρήξη με την Αγκυρα. Είναι σίγουρο πως θα βρεθεί μια καινούργια ισορροπία, πολύ περισσότερο που το Τουρκικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, επικεφαλής του οποίου είναι ο διάδοχος του Ταλάτ, Οζκάν Γιορκαντζίογλου, δεν κατάφερε να εξασφαλίσει αυτοδυναμία, οπότε είναι αναγκασμένο να συνεργασθεί είτε με το Κόμμα Εθνικής Ενότητας του Ιρσέν Κιουτσούκ είτε με το ενδυναμωμένο Δημοκρατικό Κόμμα του Σερντάρ Ντενκτάς. Από την άλλη, στους κόλπους του κόμματος αυτού υπάρχει υπολογίσμη τάση που υποστηρίζει τις πολιτικές αλλαγές του Ταγίπ Ερντογάν. Αριθμητικά η πιθανότητα σχηματισμού «κυβέρνησης» Κιουτσούκ – Σερντάρ είναι ανοικτή, αλλά οι σχέσεις τους έχουν τόσο επιδεινωθεί, ώστε το ενδεχόμενο αυτό μοιάζει απομακρυσμένο.

Ποσοστά και έδρες

Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα (CTP): 38,37%και 21 έδρες

Κόμμα Εθνικής Ενότητας

(UBP): 27,30% και 14 έδρες

Δημοκρατικό Κόμμα (DP): 23,11% και 12 έδρες

Κίνημα Σοσιαλδημοκρατών

(TDP): 7,43% και 3 έδρες