Ερωτας κεραυνοβόλος. Γνωρίστηκαν στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Η στιγμή ήταν μαγική. Και εκείνος κατάλαβε ότι ήταν αδύνατον να ζήσει χωρίς εκείνη. Η ζωή του άλλαξε ριζικά. Και από κλητήρας σε δικηγορική εταιρεία έγινε ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους του 20ού αιώνα. Γιατί ο Ανρί Ματίς δεν ονειρευόταν από παιδί να γίνει καλλιτέχνης. Η ζωή και το ταλέντο του, όμως, τα έφεραν έτσι ώστε να σφραγίσει την τέχνη του 20ού αιώνα και να αναδειχθεί μαζί με τον Πάμπλο Πικάσο στους καλλιτέχνες που έβαλαν τα θεμέλια της μοντέρνας ζωγραφικής.

Το όνειρο των γονιών του ήταν το μεγαλύτερο βλαστάρι τους να πάρει τα ηνία της εύρωστης οικογενειακής επιχείρησης: ένα κατάστημα που πωλούσε σιτηρά στην πόλη Μποέν εν Βερμαντουά της Γαλλίας. Εκείνος πάλι έδειχνε να μην ενδιαφέρεται ιδιαιτέρως για τίποτε, ούτε και έμοιαζε να τον προσελκύει το γεγονός ότι στη μητέρα του άρεσε να ζωγραφίζει κεραμεικά αγγεία και να διακοσμεί καπέλα.

Για την επαγγελματική αποκατάσταση του νεαρού Ανρί επιλέχτηκαν οι σύντομες νομικές σπουδές και εν συνεχεία η πρόσληψή του ως κλητήρας στο τοπικό δικαστήριο. Αιθεροβάμων όμως, δεν μπορούσε να βρει ενδιαφέρον σε μια τέτοια δουλειά. Και για να περάσει την ώρα του λέγεται ότι πετούσε από το παράθυρο μπαλάκια από χαρτί στους περαστικούς. Εως τη στιγμή που μπήκε στο νοσοκομείο. Ο λόγος; Αδιευκρίνιστος. Οι περισσότεροι λένε ότι επρόκειτο απλώς για μια επέμβαση σκωληκοειδίτιδας. Αλλοι υποστηρίζουν ότι οι σφοδρές συγκρούσεις με τους γονείς του έγιναν αφορμή για να πάθει νευρικό κλωνισμό.

Οποια και να είναι η αλήθεια, γεγονός είναι πως εκεί παρατήρησε κάποιον σε διπλανό κρεβάτι να ζωγραφίζει και ζήτησε από τη μητέρα του να φέρει χρώματα. Από την πρώτη στιγμή –όπως έλεγε ο ίδιος –που άγγιξε το κουτί με τα χρώματα ήξερε ότι έχει βρει τον σκοπό της ζωής του.

Ενας νέος κύκλος καβγάδων με τον πατέρα του άρχισε προτού φύγει για το Παρίσι για να σπουδάσει την τέχνη. Ηταν 22 ετών.

Η επιτυχία θα έρθει σχετικά γρήγορα, διότι ο Ανρί Ματίς δεν σκέφτεται καν να σπάσει οποιαδήποτε σύμβαση. Ακολουθεί ευλαβικά τις τάσεις της εποχής του και η μικροαστική αισθητική του δεν αρκεί για να κυνηγήσει την πρωτοπορία, για αυτό γίνεται τάχιστα αποδεκτός από το κατεστημένο της εποχής.

Ο έρωτας δεν αργεί να του χτυπήσει την πόρτα. Κλασικά –όπως οι περισσότεροι ζωγράφοι –ερωτεύεται ένα από τα μοντέλα του, την Καμίλ Ζομπλό, και αποκτούν μία κόρη. Και ενώ η προσωπική και η καλλιτεχνική του διαδρομή μοιάζει πλέον στρωμένη με ροδοπέταλα, αποφασίζει να αρχίσει τους πειραματισμούς. Η ακαδημαϊκή θέση για την οποία τον προόριζαν έκανε φτερά, μαζί και η σύζυγος που ήθελε σιγουριά και εξασφάλιση.

Λίγους μήνες αργότερα γνωρίζει την Αμελί Παρέρ, την οποία και παντρεύεται. Πριν από τον γάμο όμως της ξεκαθαρίζει ότι θα έρχεται πάντα δεύτερη στη ζωή του καθώς ο μεγάλος του έρωτας είναι η ζωγραφική! Η Αμελί τον παντρεύεται και όταν δεν εργάζεται για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές δυσκολίες που προκύπτουν, στέκεται άγρυπνος φρουρός στο πλάι του και του ετοιμάζει τους καμβάδες στο ατελιέ.

Εκείνος αναζητά την καλλιτεχνική του ταυτότητα. Και καταλήγει πως θέλει να εκφραστεί μέσω του χρώματος. Πράσινο, μπλε, μοβ, κόκκινο, πορτοκαλί και κίτρινο βρίσκουν πρωταρχική θέση στα έργα του. Οι κριτικοί ωστόσο δεν ασπάζονται την προσέγγισή του και χαρακτηρίζουν αυτόν και τους συναδέλφους του που αγαπούσαν τα έντονα χρώματα αγρίμια (στα γαλλικά φοβ, εξού και το κίνημα του φοβισμού). Και δεν θα χρειαστεί πολύς καιρός που ο ευγενής άνδρας με τα γυαλιά θα αντιμετωπίζεται ως «θηρίο» στους εικαστικούς κύκλους. Παρ’ όλα αυτά, μεγάλοι συλλέκτες αγοράζουν έργα του, γεγονός που του δίνει μεγάλη ελευθερία.

Στο μεταξύ αρχίζει ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Αμελί αρρωσταίνει και το ζευγάρι βλέπει τα δύο τους παιδιά να πηγαίνουν στο μέτωπο. Ο ζωγράφος μετακομίζει σε ένα προάστιο της Νίκαιας και αντικαθιστά τη σύζυγο με μια ρωσίδα ερωμένη. Η σύζυγος αντιδρά και χωρίζουν. Η Αμελί δεν φεύγει με άδεια χέρια. Παίρνει μαζί της και τα μισά έργα του Ματίς.

Δύο χρόνια αργότερα ο καλλιτέχνης προσβάλλεται από καρκίνο. Και ενώ του είναι πλέον δύσκολο να ζωγραφίσει, ανακαλύπτει τη χαρά του κολάζ. Κόβει χρωματιστά χαρτιά και τα κολλάει με τη βοήθεια της αγαπημένης του σε καμβάδες. Είναι η εποχή που σε συνεργασία με τον Στρατή Ελευθεριάδη-Τεριάντ θα κυκλοφορήσει και το περίφημο βιβλίο «Tζαζ».

Στο μεταξύ η υγεία του έχει επιβαρυνθεί πολύ αλλά δεν σταματά να σχεδιάζει. Η καρδιά του ωστόσο θα τον προδώσει στις 3 Νοεμβρίου του 1954. Ηταν 85 ετών.

Η Ρωσίδα –πρώην μοντέλο του –θα φύγει αμέσως από το σπίτι. Η πρώην σύζυγος που ωστόσο έχει συνειδητοποιήσει την καλλιτεχνική αξία του έργου του Ανρί Ματίς θα σπεύσει να διαχειριστεί την κληρονομιά.