Είναι δύσκολος μήνας ο μήνας του Ραμαζανιού. Δύσκολος για τους πλανόδιους πωλητές φαλάφελ, εξίσου δύσκολος, αν όχι δυσκολότερος, για τα στελέχη των επιχειρήσεων –τους μουσουλμάνους, εννοείται. Διότι αν οι πρώτοι πρέπει να παρασκευάζουν ολημερίς τις λιχουδιές χωρίς να τις δοκιμάζουν, οι δεύτεροι πρέπει να συμμετέχουν σε επαγγελματικά γεύματα και μίτινγκ χωρίς να μπορούν να φάνε, ούτε καν να πιουν μια γουλιά νερό για να υγράνουν το λαρύγγι τους.

Εν προκειμένω μιλάμε για τους μουσουλμάνους που ζουν και εργάζονται στη Δύση. Διότι στις ισλαμικές χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ασίας είναι προφανές ότι τον μήνα του Ραμαζανιού οι επιχειρήσεις προσαρμόζουν τη λειτουργία τους ανάλογα με τις θρησκευτικές απαιτήσεις. Και, παρεμπιπτόντως, θα ήταν ενδιαφέρουσα μία μελέτη για τις επιπτώσεις του Ραμαζανιού στο ΑΕΠ των χωρών αυτών, που πιθανότατα να είναι και θετική, εφόσον η νυχτερινή υπερδραστηριότητα αντισταθμίζει το κόστος της ημερήσιας νηστείας και προσευχής. Το γεγονός είναι ότι στη Δύση το Ραμαζάνι έχει επιπτώσεις στην επαγγελματική ζωή των εργαζομένων που έχουν ασπαστεί το Ισλάμ. Ο νόμος δεν τους επιτρέπει να διεκδικήσουν ιδιαίτερη μεταχείριση λόγω της θρησκευτικής τους πίστης. Ουδείς, άλλωστε, διανοείται να απαιτήσει να μην εργάζεται την Παρασκευή, ημέρα αργίας και προσευχής για τους μουσουλμάνους. Ομοίως, ουδείς διανοείται να ζητήσει την αναβολή μιας σύσκεψης επειδή πέφτει την ώρα της προσευχής. Εν κατακλείδι, ο ξενιτεμός αναπόφευκτα χαλαρώνει την τήρηση των κανόνων της θρησκευτικής πίστης (οιασδήποτε). Γι’ αυτό και κάθε πολιτεία έχει ελάχιστη υποχρέωση να εξασφαλίζει στους πολίτες της τόπους λατρείας της θρησκείας τους (οιασδήποτε).