Τη βαθύτατη ανησυχία του για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι εθνικές κυβερνήσεις δεν αντιμετωπίζουν με την επιβαλλόμενη προσοχή την άνοδο της δράσης των ρατσιστικών ακροδεξιών οργανώσεων και πολιτικών κομμάτων, εξέφρασε σε δημόσια παρέμβασή του, ο Επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα ανθρώπινα δικαιώματα Νιλς Μούιζνιεκς.

Αναφερόμενος για άλλη μια φορά στην Ελλάδα, ο Επίτροπος σημειώνει ότι «κάθε δεύτερη ημέρα έχουμε και μία ρατσιστική επίθεση» και υπενθυμίζει ότι από τον Οκτώβριο του 2011 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2012 έχουν καταγραφεί περίπου 220 ρατσιστικές επιθέσεις.

Ο Επίτροπος υπενθυμίζει ακόμη ότι, στην πρόσφατη έκθεσή του για την Ελλάδα, είχε τονίσει ιδιαίτερα την ανάγκη να υπάρξει η αναγκαία νομοθετική ρύθμιση για τον περιορισμό των εγκλημάτων μίσους και της ατιμωρησίας των υπαιτίων.

Ακόμη πιο σοβαρό πρόβλημα, κατά τον Επίτροπο, είναι ότι η αυξανόμενη επιρροή των ρατσιστικών ακροδεξιών πολιτικών κομμάτων στην κοινωνία, τους επέτρεψε την είσοδο στα εθνικά κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις, από όπου προσπαθούν να ενισχύσουν τις θέσεις τους μέσω συμμαχιών.

Στην Ουγγαρία, για παράδειγμα, αναφέρει ο Νιλς Μούιζνιεκς, «το ακροδεξιό πολιτικό κόμμα Jobbik, που εμφανίσθηκε με τον μανδύα του ‘ριζικά πατριωτικού κόμματος’ είναι τρίτη πολιτική δύναμη στο κοινοβούλιο της χώρας, γεγονός που ισχύει τόσο για την νεοναζιστική Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα, όσον και για το κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών στην Σουηδία, που έχει νεοναζιστικές ρίζες».

Αναφερόμενος στο τι πρέπει να γίνει, ο Μούιζνιεκς υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων ότι «οι εθνικές κυβερνήσεις θα πρέπει να αναθεωρήσουν την νομοθεσία τους, έτσι ώστε να δύνανται να επιβάλλουν αποτελεσματικές κυρώσεις σε όσους συμμετέχουν στις πράξεις ρατσιστικής βίας των ακροδεξιών οργανώσεων και πολιτικών κομμάτων. Τα κράτη θα πρέπει να θέσουν σε ισχύ άμεσα τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1966, με την οποία προβλέπεται κοινή προσπάθεια για την εξάλειψη όλων των μορφών φυλετικών διακρίσεων».