Νέο επεισόδιο στην κόντρα υπουργείου Ανάπτυξης και μικρομεσαίων εμπόρων.

Αφορμή τα στοιχεία της έρευνας του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος για την απελευθέρωση του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές , που προκάλεσαν την αντίδραση του υφυπουργού Ανάπτυξης Θανάση Σκορδά.

Ο υφυπουργός Ανάπτυξης δήλωσε χθες πως η κυβέρνηση έχει καταθέσει στο δημόσιο διάλογο μια συγκεκριμένη πρόταση για προαιρετικό άνοιγμα μόνο των μικρών καταστημάτων τις Κυριακές προσθέτοντας ότι στο πλαίσιο αυτού του διαλόγου, η ΓΣΕΒΕΕ έδωσε στη δημοσιότητα τις θέσεις της , σχετικά με την κυβερνητική πρόταση.

«Αλλά μόνο σε αυτή δεν απαντά. Επειδή εξακολουθούμε να θεωρούμε τη ΓΣΕΒΕΕ σύμμαχο στην προσπάθεια που καταβάλλουμε για επανεκκίνηση της οικονομίας, δεν κατανοούμε γιατί πρέπει να εξαντλούμαστε σε αντιπαραθέσεις επί ανύπαρκτων θεμάτων»,σημείωσε ο κ. Σκορδάς.

Το υπουργείο Ανάπτυξης σχολιάζοντας τις θέσεις της ΓΣΕΒΕΕ τόνισε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που αρνείται μια μεταρρύθμιση, επικαλούμενη την γνώμη των μελών της, όπως αυτή προκύπτει από έρευνα που διενήργησε.

«Η στρατηγική της ακινησίας, όπου τίποτα δεν πρέπει να αλλάξει στο όνομα μιας κάποιας έρευνας, είχε ενεργοποιηθεί και το 2006, όταν η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να διευρύνει το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων.»

Σε ότι αφορά στον ισχυρισμό της ΓΣΕΒΕΕ ότι από την ανάλυση των στοιχείων απασχόλησης, μετά την απελευθέρωση ωραρίου για συγκεκριμένες χώρες, προέκυψε ότι, είτε μειώθηκε η πλήρης απασχόληση στο σύνολο των λιανεμπορικών καταστημάτων, το υπουργείο Ανάπτυξης απαντά ότι στις έρευνες που επικαλείται δεν εξεταζόταν η επίδραση της απελευθερώσεως της λειτουργίας μόνο των μικρών καταστημάτων κατά τις Κυριακές (που προτείνει το υπουργείο Ανάπτυξης), αλλά η διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας μικρών και μεγάλων κατά τις καθημερινές.

«Σε κάθε περίπτωση, προς αποκατάσταση μιας στοιχειώδους ακρίβειας σημειώνεται ότι από τις έρευνες που επικαλείται η ΓΣΕΒΕΕ, η μία διαπίστωσε ότι το εισόδημα των εργαζομένων γενικά αυξήθηκε μεταξύ 1996 και 1999, η δεύτερη τάχθηκε υπέρ της διεύρυνσης, έχοντας διαπιστώσει ότι αυξήθηκε ο συνολικός κύκλος εργασιών (2% έως 3%) και η απασχόληση (2%)».

Επίσης σε ό,τι αφορά τα στοιχεία της 6ης Έκθεσης του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τις Μικρές και Μεσαίες Επιχειρήσεις (που εξετάζει 19 χώρες) το υπουργείο σημειώνει ότι η ίδια Έκθεση προτείνει ως μέτρο πολιτικής την διάκριση υπέρ των μικρών καταστημάτων ,ώστε αυτά να μπορούν να λειτουργούν με πιο ελεύθερο ωράριο σε σχέση με τα υπόλοιπα καταστήματα.

«Με άλλα λόγια, η μελέτη αυτή συνηγορεί σε αυτό που προτείνει η κυβέρνηση. Αν κάποιος επικαλείται ένα ντοκουμέντο, είναι απαραίτητο να το διαβάζει στο σύνολό του», υποστηρίζει το υπουργείο.

Τέλος στο επιχείρημα ότι η απαγόρευση λειτουργίας των μεγαλύτερων επιχειρήσεων είναι νομικά διάτρητη και ανεδαφική, αφού οι μεγάλες επιχειρήσεις θα εγείρουν ζητήματα τήρησης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, το υπουργείο Ανάπτυξης απαντά: «καμία μεταρρυθμιστική προσπάθεια δεν θα είχε ποτέ ξεκινήσει, εάν επικρατούσε ο φόβος πιθανής, άρα αμφίβολης, δυσμενούς δικαστικής απόφασης.

Επομένως, σε μια περίοδο που πρέπει να αντιστρέψουμε την υφεσιακή κατάσταση της οικονομίας, να ελαχιστοποιήσουμε τα λουκέτα και να δημιουργήσουμε νέες θέσεις εργασίας, η άρνηση πολιτικών όπως αυτή που προτείνει η κυβέρνηση, αντί να βοηθήσει την κοινή προσπάθεια, αντίθετα συντηρεί την κρίση, και οξύνει τις παθογένειες».

Πάντως καταλήγοντας η ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης υπογραμμίζει ότι: «σε κάθε περίπτωση, επιβεβαιώνει την αμετακίνητη πρόθεσή του να προχωρήσει στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα, ώστε να μπούμε το συντομότερο και με τις καλύτερες συνθήκες στο νέο αναπτυξιακό μας κύκλο».