Τρεις καταζητούμενοι, οι Φάτι, Μωυσής και Μπέγκμπικ, οδηγούν στη μέση μιας αμερικανικής ερήμου. Το αυτοκίνητό τους παθαίνει βλάβη και αυτοί, μην έχοντας άλλη επιλογή, αποφασίζουν να εγκατασταθούν επί τόπου, ιδρύοντας την πόλη Μαχαγκόνι. Την πόλη-παγίδα, όπου όλα επιτρέπονται, αρκεί να έχεις χρήματα. Οπου το να μην έχεις χρήματα είναι το χειρότερο έγκλημα… Και όπου ο νόμος έχει περάσει στα χέρια των εγκληματιών. Η πόλη γίνεται παράδεισος για τυχοδιώκτες, δολοφόνους, μαστροπούς. Η αγάπη γίνεται εμπόριο και η φτώχεια αναπηρία.
«Στο πλαίσιο του Κύκλου Μπρεχτ που παρουσιάζει το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, θα αναδειχθούν ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη σημερινή πολιτική, οικονομική, πολιτιστική και ηθική κρίση – είναι μια πρόκληση ώστε να σκεφτούμε όλοι ξανά τον τρόπο λειτουργίας μας», τονίζει ο πρόεδρος του ΟΜΜΑ Γιάννης Μάνος.
«Πρόκειται για το δριμύτερο έργο κριτικής που γράφτηκε στον 20ό αιώνα για την καταστροφική μανία του κέρδους», λέει η θεατρολόγος Ελένη Βαροπούλου. Η δική της, νέα μετάφραση του έργου «Ανοδος και πτώση της πόλης Μαχαγκόνι» θα υποτιτλίζει το διάσημο έργο των Κουρτ Βάιλ και Μπέρτολτ Μπρεχτ, που ανεβαίνει την επόμενη εβδομάδα σε παραγωγή του περίφημου Τεάτρο Ρεάλ.
Η καταλανική ομάδα La Fura dels Baus, η ίδια που το 1992 υπέγραψε την Τελετή Εναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης και που βρήκε στην όπερα το δικό της πεδίο έκφρασης, κάνει εδώ μια καυστική ανάγνωση του Μπρεχτ. Τη σκηνή καλύπτουν τεράστιοι όγκοι σκουπιδιών, σύμβολο της απόλυτης ψυχικής ερήμωσης. Μέσα από τα σκουπίδια ξεφυτρώνουν παραμορφωμένες φιγούρες, οικείες στον σημερινό άνθρωπο, που συμβολίζουν μια επικράτεια εξαθλιωμένων. Πάνω στα σκουπίδια χτίζεται η πόλη Μαχαγκόνι, αφού καλύπτει προσωρινά την ασχήμια της με μια πράσινη τσόχα.
«Η παράσταση, λόγω των τραγουδιών, έχει τον κίνδυνο να διολισθήσει προς το ροζέ», λέει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΟΜΜΑ Νίκος Τσούχλος. «Αντίθετα, όμως, η ομάδα κάνει μια σκληρή ανάγνωση του έργου μπαίνοντας στη θεατρική ουσία», λέει. Μία από τις πρωταγωνίστριες, η σοπράνο Τζέιν Χένσελ (ΗΠΑ), Λεοκάντια Μπέγκμπικ στο έργο, προσθέτει: «Εχω παίξει πολλές φορές τον ρόλο τόσο στα αγγλικά όσο και στα γερμανικά. Στην αρχή, βλέποντας τη σκηνοθεσία αυτή, αισθάνθηκα έκπληξη. Τώρα όμως δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να παίζει το έργο με άλλο τρόπο».
Η πόλη Μαχαγκόνι είναι στα μάτια του Μπρεχτ η παρηκμασμένη, διαλυμένη Δημοκρατία της Βαϊμάρης λίγο πριν παραδοθεί στον ναζισμό. Το έργο πρωτοανέβηκε τον Μάρτιο του 1930 στη Λειψία και τον Δεκέμβριο του 1931 στο Βερολίνο. Υπερπληθωρισμός, παραστρατιωτικές ενέργειες, πολιτικές ακρότητες, ψεύτικη ευδαιμονία, λατρεία του χρήματος αλλά και η ταπείνωση που επέβαλαν στη Γερμανία οι νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου οδήγησαν τη φιλελεύθερη Βαϊμάρη στην αποσύνθεση.
Η Βαλεντίνα Καράσκο, μέλος της σκηνοθετικής ομάδας – που περιλαμβάνει επίσης τους Αλεξ Ογέ και Κάρλους Παντρίσα -, μιλάει για την ιδεολογική στάση του Μπρεχτ: «Την εποχή εκείνη ο Μπρεχτ είχε, ως κομμουνιστής, και μια ιδεατή λύση στο μυαλό του. Η Ιστορία δείχνει ότι αυτή η λύση δεν λειτούργησε. Αλλά το πρόβλημα παραμένει. Ενα ζήτημα που αναδεικνύει το έργο είναι πως όλοι γινόμαστε μέρος του προβλήματος. Πως ακόμη και οι άνθρωποι-σκουπίδια έχουν ως όνειρο να γίνουν πλούσιοι. Πρέπει να σταματήσουμε να θέτουμε το χρήμα ως υπέρτατη αξία. Αυτό είναι το βασικό θέμα του».
«Το έργο καινοτομεί και από μουσική άποψη», λέει η Ελένη Βαροπούλου. «Ο Κουρτ Βάιλ ξαναδιαβάζει ολόκληρη τη γερμανική μουσική προσθέτοντας το δικό του στοιχείο. Κάνει, όπως λέει ο Αντόρνο, ένα είδος μοντάζ».
Αλλωστε και ο Μπρεχτ «δεν μιλάει για σκηνές στο έργο του αλλά για εικόνες», είπε ο – και μεταφραστής του – συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης, σε συζήτηση για τον Μπρεχτ, στο πλαίσιο του Κύκλου. Κάτι που συσχέτισε με το πλάνο-σεκάνς στο έργο τού, επηρεασμένου από τον Μπρεχτ, Θόδωρου Αγγελόπουλου – επρόκειτο να είναι ομιλητής στην εκδήλωση αυτή.
«Ο Μπρεχτ δεν ήταν ορθόδοξος μαρξιστής», είπε από τη μεριά του ο Χανς-Τίες Λέμαν, πρόεδρος της International Brecht Society. Και διευκρίνισε: «Επέκρινε την κομμουνιστική πολιτική στη διάρκεια της Βαϊμάρης. Και δεν υπήρξε προσηλωμένος σε συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα. Η βασική ιδέα του Μπρεχτ ήταν η συζήτηση. Και το Μαχαγκόνι δεν αντικατοπτρίζει μόνο την καπιταλιστική κοινωνία αλλά και γενικότερα μια ανθρώπινη τάση αυτοκαταστροφής. Το τέλος του Μαχαγκόνι, που παραπέμπει στο τέλος του “Δαχτυλιδιού” του Ρίχαρντ Βάγκνερ, είναι εξάλλου μια απόλυτη καταστροφή: φλέγεται ολόκληρο, παραδομένο στο απόλυτο χάος».