Ο έλληνας πρωθυπουργός που βρέθηκε τις περισσότερες φορές στο επίκεντρο θυελλωδών διαπραγματεύσεων ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Πρώην αντικοινοτικός, διαχειρίστηκε τρεις φορές την κοινοτική προεδρία και χάρη στην κουλτούρα των διεθνών επαφών που διέθετε διατήρησε τις λεπτές ενδοευρωπαϊκές ισορροπίες. Δεν δίστασε όμως να τις θέσει σε κίνδυνο προκειμένου να επιτύχει τον στόχο του.
Μόλις μία εβδομάδα μετά την εκλογική νίκη του 1981 κατέθεσε στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων υπόμνημα με το οποίο ζητούσε ελληνοκοινοτικές συνομιλίες «για να γεφυρωθούν οι διαπεριφερειακές ανισότητες». Με την εκκρεμότητα που ο ίδιος δημιούργησε ανοικτή, πήγε στο πρώτο Συμβούλιο Κορυφής της θητείας του στο Λονδίνο στις 26 Νοεμβρίου και ζήτησε αναδιάρθρωση των κοινοτικών κονδυλίων, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η μελλοντική θέση της Ελλάδας θα κριθεί με δημοψήφισμα.
Τον Μάρτιο του 1982 η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε το πλήρες Μνημόνιο και ζήτησε οικονομική ενίσχυση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απάντησε έναν χρόνο αργότερα, αναγνωρίζοντας την «ιδιαιτερότητα των μεσογειακών προβλημάτων».
H επίτευξη των στόχων του Ανδρέα Παπανδρέου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Στη σύνοδο του Δουβλίνου τον Δεκέμβριο του 1984 ο Ανδρέας Παπανδρέου απείλησε να ασκήσει βέτο στην επικείμενη προσχώρηση των χωρών της Ιβηρικής Χερσονήσου. Ο φόβος να ακυρωθεί η πρώτη μεγάλη διεύρυνση οδήγησε τους Δέκα – τότε – να υιοθετήσουν τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ). Η Μάργκαρετ Θάτσερ θα εξοργιστεί όταν το ίδιο βράδυ ο Ανδρέας Παπανδρέου θα αποχωρήσει από το δείπνο, αντιδρώντας στην πίεση να μην επιμείνει στην αξίωσή του.
Η ίδια θα γράψει αργότερα για εκείνο το βράδυ: «Ο γοητευτικός και ευπροσήγορος αυτός άνδρας άλλαζε όταν επρόκειτο να ζητήσει περισσότερα χρήματα για τη χώρα του. Είναι σκληρός. Μας προσέφερε σκηνές αντάξιες του αρχαίου ελληνικού θεάτρου». Πολλά χρόνια αργότερα, θα είναι η μόνη ευρωπαία πολιτικός που θα τον επισκεφθεί στο Χέρφιλντ.
Ετσι, τον Μάρτιο του 1985, η ελληνική πρόταση ετέθη προς συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής. Στο προσκήνιο βρίσκεται πλέον ο καλύτερος χειριστής των ευρωπαϊκών θεμάτων που διέθετε η ελληνική κυβέρνηση: ο Θ. Πάγκαλος. Πλαισιωμένος από ένα ιδιαίτερα συνεκτικό επιτελείο με τον Γιάννο Κρανιδιώτη και τον καθηγητή Π. Ιωακειμίδη (συνεργάτη σήμερα των «ΝΕΩΝ»), είχε κάνει ήδη αισθητή την παρουσία του στο Δουβλίνο.
Στις 29 Μαρτίου 1985 που συνεδρίαζε το Συμβούλιο, ο Ανδρέας Παπανδρέου επιστρέφει στην Αθήνα για την πρώτη ψηφοφορία ανάδειξης του Χρήστου Σαρτζετάκη στην Προεδρία της Δημοκρατίας και αφήνει στη θέση του τον Θ. Πάγκαλο. Στις επιφυλάξεις του για την αντιμετώπισή του από αρχηγούς τού είπε: «Κάνε ό,τι κάνω».
Στην αίθουσα οι ευρωπαίοι ηγέτες βυσσοδομούν κατά του απόντος έλληνα πρωθυπουργού, προεξάρχοντος του Χέλμουτ Κολ. Εκεί σημειώθηκε και το επεισόδιο με τη Μάργκαρετ Θάτσερ, όταν η Σιδηρά Κυρία ρώτησε «ποιος είναι αυτός ο χοντρός;» και, σύμφωνα με τον Μ. Ανδρουλάκη, ο Θ. Πάγκαλος ψιθύρισε – αλλά πέρασε στα μικρόφωνα – «σε έχει… χοντρός;». Στα παραλειπόμενα της συνόδου κατεγράφη απλώς ότι τον ρώτησε «πώς σε λένε, αγόρι μου;» και αν έχει αρμοδιότητα να διαπραγματευτεί. Την είχε, και η διαπραγμάτευση κατέληξε σε θρίαμβο. Υπό τα υποστηρικτικά βλέμματα του Φρανσουά Μιτεράν και του Μπετίνο Κράξι.