Τέως πωλητής ομολόγων του επενδυτικού οίκου Salomon Brothers και νυν αρθρογράφος του περιοδικού «Vanity Fair», o Λιούις περιπλανιέται σε περιοχές χρηματοοικονομικής καταστροφής προσφέροντάς μας μια εικόνα που προσπαθεί να είναι αμερόληπτη για την τραγική πραγματικότητα χωρών όπως η Ισλανδία, η Ιρλανδία και φυσικά η Ελλάδα.

Αιτία της περιπλάνησης του Λιούις αποτέλεσε η χρηματοπιστωτική «θεομηνία» που έπληξε τις ΗΠΑ του 2008 και αφετηρία της το Ντάλας του Τέξας. Εκεί ο δημοσιογράφος θα συναντήσει έναν διαχειριστή κερδοσκοπικών κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνων (για τα περιβόητα hedge fund ο λόγος), τον Κάιλ Μπας, ο οποίος πλέον δεν μιλούσε απλώς για την κατάρρευση μερικών ομολόγων αλλά «ολόκληρων χωρών». Εκείνος ήταν που έπεισε τον Λιούις να αρχίσει το ταξίδι του στα ερείπια (ή «χαλάσματα» όπως σημειώνει ο μεταφραστής ).

Πρώτος σταθμός η Ισλανδία, χώρα η οποία στα τέλη του 2008, σύμφωνα με έναν αξιωματούχο του ΔΝΤ, «δεν ήταν χώρα, αλλά hedge fund» και της οποίας οι 300.000 κάτοικοι, όλοι πρώην ψαράδες και νυν χρηματιστές, κατάφεραν να συσσωρεύσουν χρέη που αντιστοιχούσαν στο 850% (!) του ΑΕΠ της χώρας.

Στη συνέχεια θα προσγειωθεί στο αεροδρόμιο του Δουβλίνου, το πάρκινγκ του οποίου είναι γεμάτο με αυτοκίνητα που ανήκαν σε μετανάστες από την Πολωνία οι οποίοι έφυγαν άρον άρον από τη χώρα, αφήνοντας πίσω τους χιλιάδες απούλητα ακίνητα, βασική αιτία της άθλιας οικονομικής κατάστασης του «κέλτικου τίγρη».

Παραδόξως – τουλάχιστον φαινομενικά – ο Λιούις θα κάνει και μια στάση στην κραταιή και «καθαρή Γερμανία», τον ηθικό κριτή των οικονομικών συμπεριφορών των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών. Ο δημοσιογράφος κάνει λόγο για έναν λαό ο οποίος λαχταρά να βρίσκεται «δίπλα στα σκατά αλλά όχι μέσα τους».

Τελευταίος ευρωπαϊκός προορισμός του, η Ελλάδα. Ο Αμερικανός θα βρεθεί στην Αθήνα – «κάτι σαν Λος Αντζελες με παρελθόν» – όπου θα καταφέρει να συναντηθεί και να συνομιλήσει με πολιτικούς όπως ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ο Στέφανος Μάνος και ο Πέτρος Δούκας, με ανώνυμους εφοριακούς αλλά και με «επώνυμους» μοναχούς όπως ο Αρσένιος και ο Εφραίμ. Προσπαθώντας να σχηματίσει μια εικόνα για τη χώρα μας, ο Λιούις θα νιώσει ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα για δημοσιογράφο: τα σκάνδαλα για το οποία άκουγε διαρκώς ήταν τόσο πολλά ώστε τελικά έχασε κάθε ενδιαφέρον!

Τελικός προορισμός του, οι ΗΠΑ, όπου πλέον παρατηρείται μια «τραγωδία των κοινόχρηστων πόρων». Μεγάλοι δήμοι, λ.χ. μιας πολιτείας όπως η Καλιφόρνια, κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν εξαιτίας του κόστους συνταξιοδότησης και ιατρικής περίθαλψης των εργαζομένων στον δήμο.

Ο Λιούις δεν προτείνει συγκεκριμένες λύσεις. Αναφορικά με την πιο προβληματική Ευρώπη, ο Αμερικανός κάνει λόγο είτε για «θυσίες» που πρέπει να κάνουν οι Γερμανοί, αποβλέποντας στην πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση της Ευρώπης, είτε για θυσίες που πρέπει να κάνουν οι Ελληνες και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, αποβλέποντας στο να γίνουν Γερμανοί.

Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα συμπεράσματα, ανθρωπολογικά κυρίως, στα οποία καταλήγει ο Λιούις και τα οποία συνοψίζονται στα λόγια του δημάρχου του Σαν Χοσέ: «Υποφέραμε από μια σειρά από μαζικές αυταπάτες: όλοι θα πλουτίσουμε, όλοι θα ζήσουμε για πάντα. […] Και τώρα η πραγματικότητα μας χτυπάει κατακούτελα».