Η Ευρώπη και συγκεκριμένα η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν μπορεί να γίνει κάτι ανάλογο με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μπορεί όμως και πρέπει, χωρίς να καταργηθούν τα εθνικά κράτη, να προχωρήσει ακόμη περισσότερο στην ενοποίησή της σε διάφορα επίπεδα (χρηματοοικονομικό, εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας) και να αποκτήσει με απευθείας εκλογές τον δικό της πρόεδρο.

Αυτό είναι το «όραμα» του γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, όπως καταγράφεται σε συνέντευξή του στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Die Zeit» («Ντι Τσάιτ»), εκδότης της οποίας είναι ο πρώην καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ.

Ο κ. Σόιμπλε, ενώ υπερασπίζεται με πάθος την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κυρίως στο επίπεδο της οικονομίας και ειδικά της νομισματικής πολιτικής, εντούτοις σπεύδει να διευκρινίσει με σαφήνεια ότι τα εθνικά κράτη θα συνεχίσουν να υπάρχουν.

Από τη συνέντευξη του γερμανού υπουργού δεν θα μπορούσε να λείπει και η ελληνική κρίση, η οποία άλλωστε είναι και ένα από τα πρώτα θέματα στην ατζέντα της γερμανικής πολιτικής ζωής.

Οταν ο δημοσιογράφος υπενθυμίζει στον γερμανό υπουργό Οικονομικών ότι τον Δεκέμβριο του 2009 είχε υποστηρίξει ότι οι Γερμανοί δεν θα μπορούσαν να πληρώνουν για τα προβλήματα της Ελλάδας, ενώ σήμερα η Γερμανία κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, ο κ. Σόιμπλε δίνει την εξής απάντηση: «Και όμως δεν πληρώνουμε για τα προβλήματα της Ελλάδας. Αυτό είναι μια παράλογη διατύπωση. Εμείς απλώς παρέχουμε στην Ελλάδα τον απαραίτητο χρόνο για την εξυγίανση της δημοσιονομικής της πολιτικής και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της που είναι και το μακροπρόθεσμο πρόβλημά της. Αυτόν τον χρόνο πρέπει να τον δώσουμε στην Ελλάδα για το καλό του κοινού μας νομίσματος. Κι αυτό γιατί αν το κοινό μας νόμισμα αποτύχει, τότε θα έχουμε μεγαλύτερες ζημιές, αφού μέχρι τώρα εμείς κερδίσαμε περισσότερο απ’ ό,τι οι Ελληνες».

Πάντως ο γερμανός υπουργός Οικονομικών εμφανίζεται αισιόδοξος και εκφράζει την ελπίδα του ότι η Ευρώπη θα βγει ενισχυμένη από την κρίση.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση για το εύρος της ευρωπαϊκής ενοποίησης και για τη συνακόλουθη υπέρβαση του εθνικού κράτους, επισημαίνει ότι «η ευρωπαϊκή ενοποίηση έχει ήδη πραγματοποιηθεί βήμα προς βήμα εδώ και περίπου πενήντα χρόνια, υπερβαίνοντας εν μέρει το εθνικό κράτος. Η Ευρωπαϊκή Ενωση στην οποία τα κυριαρχικά δικαιώματα είναι κατανεμημένα και αξιοποιούνται όπου αυτό είναι πιο αποτελεσματικό, είναι το μέλλον. Η άποψη ότι το εθνικό κράτος είναι υπεύθυνο για τη ρύθμιση όλων των περιοχών της δημόσιας ζωής είναι πλέον εκτός τόπου και χρόνου».

ΘΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ Ο ΛΑΟΣ. Ερωτηθείς για το πόση δόση εθνικής ανεξαρτησίας είναι απαραίτητη και αποδεκτή για τον ίδιο, είπε ότι αυτό σηκώνει πολλή συζήτηση και σε τελευταία ανάλυση θα το αποφασίσει ο κυρίαρχος λαός. Ο γερμανός πολιτικός εμφανίζεται για μία ακόμη φορά φανατικός της ευρωπαϊκής ενοποίησης και επισημαίνει ότι «αυτή είναι η μόνη απάντηση στον 21ο αιώνα απέναντι στην κρίση, η οποία τα τελευταία δέκα χρόνια έγινε επικίνδυνη λόγω της μεγέθυνσης της αλληλεξάρτησης ανάμεσα στα κράτη και τις αγορές».

Η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι ακόμη απαραίτητη γιατί «δεν είμαστε πλέον πλήρως ανεξάρτητοι καθώς τα γεγονότα σε άλλες χώρες, άλλες αγορές, άλλα συστήματα επηρεάζουν απευθείας τη ζωή μας».

Οταν ερωτάται για το ότι οι γερμανοί πολίτες δεν θέλουν ένα υπερκράτος των Βρυξελλών, απαντά ότι ούτε και ο ίδιος θέλει κάτι τέτοιο και διευκρινίζει ότι ο στόχος της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν είναι στη θέση του εθνικού κράτους της Γερμανίας να σταθεί ένα εθνικό κράτος της Ευρώπης. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση λαμβάνει υπόψη της ότι το εθνικό κράτος δεν μπορεί να πετύχει πλέον από τα μέσα του 20ού αιώνα αυτό που πέτυχε από τον 17ο αιώνα και μετά. Ο γερμανικός πληθυσμός θέλει, σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, τη συνεργασία αυτή στους τομείς της αστυνομίας, της εξωτερικής και της πολιτικής ασφάλειας. Οι Γερμανοί δεν χαρακτηρίζονται από καμία τάση προς τον εθνικισμό.