Οπως Αριστοφάνης

Του Κώστα Γεωργουσόπουλου


Ενα από τα σατιρικά δοµικά στοιχεία του Αριστοφάνη ήταν η παρατραγωδία, σάτιρα δηλαδή γνωστών σκηνών από πρόσφατα παιγµένες τραγωδίες, όπου στο αυθεντικό συχνά κείµενο παρενέβαλε «σφήνες». Συνήθως παρέπεµπε σε τραγωδίες του Ευριπίδη, γνωστές σε εµάς σήµερα αλλά και άγνωστες, έτσι ώστε οι παραποµπές του κωµικού ποιητή να χρησιµεύουν στους φιλολόγους ως τεκµήρια των χαµένων τραγικών έργων. Παρατραγωδία έκανε και κάνει συχνά η Επιθεώρηση. Πόσες φορές δεν σατίρισε την ερµηνευτική άποψη Ροντήρη µε το οµαδικό σπρεχ-κορ; Αλλά και η σάτιρα τηλεοπτικών σίριαλ ή ριάλιτι σόου στην ίδια λογική αναφέρεται.

Πριν από χρόνια ο Φλερύ στο Θεσσαλικό Θέατρο είχε διδάξει ένα έξοχο παραχορογράφηµα, αν επιτρέπεται ο νεολογισµός, όπου µαντράχαλοι άντρες ντυµένοι κύκνοι µε πουάντ χόρευαν µε τη µουσική του Τσαϊκόφσκι τη «Λίµνη των κύκνων». Αυτό το έξοχο εύρηµα ο Τσιάνος το επαναφέρει στη φετινή παράσταση των «Αγαπητικών της βοσκοπούλας». Εκεί όµως όπου η «παρα-µόρφωση» έδωσε ρέστα (γι’ αυτό και εξαίρω το πράγµα ξεχωριστά) ήταν το φινάλε της επιθεώρησης του Θεσσαλικού, όπου όλος ο θίασος ντυµένος µε σοβαρό συναυλιακό ένδυµα «παραποίησε» (να το πω «παρα-συναυλία», «παραορατόριο», «παρα-όπερα»;) ένα ορατόριο ή ρέκβιεµ τύπου Χέντελ, Μότσαρτ, Ντβόρζακ µε µιµήσεις φούγκας και αντιστικτικής σύνθεσης «φωνών», µε σολίστ την έξοχη ηθοποιό και σοπράνο Καρακάση. Ο Διονύσης Τσακνής εδώ θαυµατούργησε και τα «κείµενα» του Τσιάνου (παραλλαγές πάνω στους «στίχους»:

«µπριζόλα µε πατάτες», «παϊδάκια», «στιφάδο µε κρεµµύδια») έσπαγαν κόκαλα, δοξάζοντας τα απλά αστικά φαγητά της παρελθούσης «ευηµερίας» σε εποχή λιτότητας και λόρδας.