Oι επιλογές δημοσιονομικής πειθαρχίας των κρατών- μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεκτείνονται εκ νέου και στις συνταξιοδοτικές τους πολιτικές, με αλλαγές: αύξηση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των συντάξεων, διάρκεια εργάσιμου βίου κ.λπ. Στόχος, να περιοριστούν οι δαπάνες συντάξεων και να εξοικονομηθούν πόροι για την κάλυψη των μακροχρόνιων ελλειμμάτων της κοινωνικής ασφάλισης. Έτσι, εκτός από την Ελλάδα, σε ορισμένες άλλες χώρες της ευρωζώνης που διέρχονται σε μικρό (Γαλλία, Βέλγιο, Αγγλία, Γερμανία) ή μεγάλο βαθμό (Ιρλανδία, Ισπανία, Πορτογαλία) περίοδο κρίσης δημοσίων ελλειμμάτων και δανεισμού, επαναλαμβάνονται αντίστοιχες πολιτικές που ίσχυσαν κατά τη διάρκεια της περιόδου 1990-2008 και οδήγησαν στη μείωση των συντάξεων μέχρι και 20%, χωρίς παράλληλα, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, να αντιμετωπίσουν τα χρηματοδοτικά προβλήματα των συνταξιοδοτικών συστημάτων.

Με άλλα λόγια, η δημοσιονομική πολιτική που ασκήθηκε στα κράτη- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, προσέφερε απαλλαγές στα υψηλά εισοδήματα και εξ αυτού του γεγονότος κατέφευγε σε δανεισμό, χρεώνοντας έτσι τις μελλοντικές γενεές εργαζομένων για την αποπληρωμή του αυξημένου δημοσίου χρέους. Παράλληλα περιορίζοντας τις δημόσιες και κοινωνικές δαπάνες καταφεύγουν την ίδια περίοδο σε πολιτικές παραμετρικού χαρακτήρα που μειώνουν το επίπεδο των συντάξεων και επιδεινώνουν τους όρους και τις προϋποθέσεις χορήγησής τους.

Έτσι, οι εφαρμοζόμενες πολιτικές αποστέρησαν τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης από νέους πόρους παρά τη συρρίκνωση των κοινωνικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων. Παράλληλα, η οικονομική κατάσταση των διανεμητικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης (Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία) έχει επηρεασθεί αρνητικά, εκτός των άλλων, και από τη σημαντική αύξηση της ανεργίας, ενώ αυτή των κεφαλαιοποιητικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης (Ισλανδία, Σλοβακία, Αγγλία, Ιρλανδία) έχει επηρεασθεί αρνητικά από τη σημαντική μείωση των τιμών των χρηματιστηριακών τίτλων στους οποίους είχαν επενδύσει κατά κύριο λόγο τις κινητές αξίες των περιουσιακών τους στοιχείων.

Το αποτέλεσμα αυτών των δυσμενών εξελίξεων είναι η αύξηση των εισφορών (Ισλανδία), η αλλαγή του κεφαλαιοποιητικού σε διανεμητικό σύστημα (Σλοβακία) και το πάγωμα της εθνικής σύνταξης (638 ευρώ τον μήνα, Αγγλία) σε συνδυασμό με μείωση του κεφαλαιοποιητικού τμήματος της σύνταξης.

Στην Ελλάδα η κρίση έχει επηρεάσει αρνητικά την οικονομική κατάσταση της κοινωνικής ασφάλισης λόγω της αύξησης της ανεργίας (απώλεια ετήσιων εσόδων 3 δισ. ευρώ). Όμως στην Ελλάδα πολύ περισσότερο έχει επηρεάσει αρνητικά τη μακροχρόνια οικονομική κατάσταση της κοινωνικής ασφάλισης η αύξηση της εισφοροδιαφυγής (8,3 δισ. ευρώ, 2009), η μη καταβολή των οφειλών του κράτους από το 1993 στα ασφαλιστικά ταμεία (12 δισ. ευρώ) και η σταδιακή συρρίκνωση του κεφαλαιακού αποθέματος της κοινωνικής ασφάλισης. Με βάση αυτά τα δεδομένα, οι κοινωνικοασφαλιστικές επιλογές στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσανατολίζονται κυρίως: στην αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των συντάξεων, στην αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, στην αύξηση του χρόνου παραμονής στην εργασία και στην προώθηση της εισαγωγής κεφαλαιοποιητικών στοιχείων στην κοινωνική ασφάλιση με τη συρρίκνωση του διανεμητικού τμήματος των συντάξεων και στη διεύρυνση (περιορισμός της τριμερούς χρηματοδότησης) του κεφαλαιοποιητικού τμήματος.

Όμως, η δομική αυτή αντίφαση των στόχων και του περιεχομένου των περιοριστικών αυτών μέτρων, σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες των ασφαλισμένων- συνταξιούχων, αλλά και των χρηματοδοτικών αναγκών του κοινωνικο-ασφαλιστικού συστήματος, εμπεριέχει, εκτός των άλλων, και μακρο-κοικωνικο-οικονομικές διαστάσεις, αφού τόσο ο υπολογισμός των συντάξεων με βάση ολόκληρο τον εργάσιμο βίο όσο και η αύξηση του χρόνου παραμονής στην εργασία προϋποθέτουν από την πλευρά της οικονομικής και αναπτυξιακής πολιτικής συνεχή και σταθερή απασχόληση αλλά και δυναμική δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Το ίδιο, η διεύρυνση των κεφαλαιοποιητικών στοιχείων στο συνταξιοδοτικό σύστημα προϋποθέτει ασφαλή και υψηλή απόδοση από τις επιλογές αξιοποίησης των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Παράλληλα, η συνεχής αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης δημιουργεί συνθήκες διεύρυνσης της ανεργίας και επιδείνωσης του επιπέδου παραγωγικότητας των επιχειρήσεων και των οικονομιών από τη συμμετοχή στην παραγωγική διαδικασία ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού ηλικιωμένων εργαζομένων. Γι΄ αυτούς ακριβώς τους λόγους και με δεδομένη την αρνητική εμπειρία από την εφαρμογή αντίστοιχων μέτρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση τις προηγούμενες δεκαετίες, σε ορισμένα κράτη- μέλη, όπως και στην Ελλάδα, τίθεται πλέον με τη μορφή του επείγοντος η αναγκαιότητα ανεύρεσης νέων πόρων, εκτός του κρατικού προϋπολογισμού. Τέτοια μέτρα είναι η αύξηση αντικειμενικών αξιών δημόσιας και εκκλησιαστικής περιουσίας, τυχερά παιχνίδια, κερδοφορία τραπεζών και δημοσίων επιχειρήσεων, καζίνο… κ.λπ. για την ενίσχυση της χρηματοδότησης και τη δημιουργία κεφαλαιακού αποθέματος του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.

Ο Σάββας Ρομπόλης είναι καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο- επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ- ΑΔΕΔΥ.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

Τέτοια μέτρα είναι η αύξηση αντικειμενικών αξιών δημόσιας και εκκλησιαστικής περιουσίας, τυχερά παιχνίδια, κερδοφορία τραπεζών και δημοσίων επιχειρήσεων, καζίνο κ.λπ.