«Σ΄ αγαπώ πολύ γειτόνισσα, σ΄ αγαπώ πολύ ωραία γειτόνισσα Ελλάδα και γεια σου» τραγουδά η ηθοποιός Μαργαρίτα Τζέπα που μαζί με την άλλη ιέρεια του αλβανικού θεάτρου- κινηματογράφου Τίνκα Κούρτι τίμησαν το Φεστιβάλ Αλβανόφωνου Κινηματογράφου στην κατάμεστη αίθουσα της Ταινιοθήκης της Ελλάδος «Λαΐς». Η δεύτερη μάλιστα ήταν πρωταγωνίστρια της ταινίας «Τάνα» του 1952, πρώτης στην ιστορία του αλβανικού κινηματογράφου που εγκαινίασε τις προβολές.
Τι μας έδειξε το αλβανόφωνο φεστιβάλ; Πρώτα πως οι χιλιάδες Αλβανοί οικονομικοί μετανάστες που ζουν ανάμεσά μας είναι και ανήσυχοι καλλιτεχνικά. «Στην Ελλάδα αγαπούν τον κινηματογράφο και είναι ευτυχία να κάνεις ταινίες γιατί όλοι συμμερίζονται την αγωνία σου και σε βοηθάνε» λέει ο 40χρονος Μπουγιάρ Αλιμάνι, που έχει κάνει τέσσερις βραβευμένες ταινίες μικρού μήκους στη χώρα μας και ετοιμάζεται για την πρώτη μεγάλου μήκους.
«Νιώθω περισσότερο Έλληνας παρά Αλβανός και μέχρι πρόσφατα δεν είχα αισθανθεί τον ρατσισμό, μόνο τώρα, όταν μπαίνω στους καλλιτεχνικούς χώρους νιώθω λίγο να με κοιτούν με στραβά μάτια», μας λέει ο 20χρονος Νεριτάν Ζιντζιρία που πέρυσι γύρισε την μικρού μήκους ταινία «Την καλύτερη νύφη» και διαγωνίστηκε στο Φεστιβάλ Δράμας. Ωστόσο η ταινία «κόπηκε», ενώ άξιζε να πάει στην Μπιενάλε νέων δημιουργών, επειδή ο σκηνοθέτης δεν είχε ελληνική υπηκοότητα. Κι ας ζει από ενάμιση χρονών στην Ελλάδα! «Η τέχνη ενώνει τους λαούς, γαληνεύει τους ανθρώπους και τις ψυχές τους. Κάνει τους ανθρώπους πιο ευαίσθητους» είπε στα «ΝΕΑ» η Μαργαρίτα Τζέπα, την οποία οι Έλληνες θεατές θυμούνται από την ταινία «Μιρουπάφσιμ» («Καλή αντάμωση») των Γιώργου Κόρα και Χρήστου Βούπουρα. Η Μαργαρίτα Τζέπα έχει παίξει και στην «Ηλέκτρα» του Δημήτρη Μαυρίκιου και στην παράσταση «Του νεκρού αδελφού» του Σωτήρη Χατζάκη ερμηνεύοντας την Αλβανίδα μάνα.
Πώς είναι τα πράγματα σήμερα στην Αλβανία σε σύγκριση με τα χρόνια του παλαιού καθεστώτος; «Η τέχνη είναι ελεύθερη» λεέι η Μαργαρίτα Τέπα. «Παλαιά υπήρχε η λογοκρισία. Ο απλός άνθρωπος και τότε και τώρα δυσκολεύεται». Και η Τίνκα Κούρτι: «Δεν με ενδιαφέρει η πολιτική αλλά οι άνθρωποι. Αυτοί και παλαιά και σήμερα τα βγάζουν με δυσκολία πέρα».
«Η ζωή μου είναι εδώ. Είμαι 11 χρόνια στην Ελλάδα» μας λέει η νεαρή Καμίλα Λάνι που εργάζεται στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Αlbania press», η οποία εκδίδεται στην Αθήνα. Η Γιούλι Ντρίγκος, από την άλλη πλευρά, που ζει άλλα τόσα χρόνια στη χώρα μας, λέει λακωνικά: «Νιώθω Αλβανίδα», παρατηρώντας πως «πολλοί Έλληνες έχουν ξενοφοβία».
Σε φιάλες υγραερίου εργάζεται ο Χρίστο Τσίμπρο, ένας από τους θεατές που συναντήσαμε στο φεστιβάλ, που ζει με όλη την οικογένειά του 20 χρόνια στην Ελλάδα (εδώ γεννήθηκε και η κόρη του). Του αρέσει το σινεμά και μας λέει: «Όπου γης και πατρίς».
«Αν δεν αγγίζεις τον ρατσισμό, δεν μολύνεσαι»
Από το 1992 ο Μπουγιάρ Αλιμάνι ζει στην Ελλάδα- η 14χρονη κόρη του γεννήθηκε εδώ. Όλα αυτά τα χρόνια επέμενε να είναι σκηνοθέτης και όχι απλός εργάτης… «Οι Έλληνες δεν ειναι ρατσιστές. Δεν αντιμετώπισα ποτέ τέτοιου είδους προβλήματα» λέει στα «ΝΕΑ». «Αγαπάω πολύ την ελληνική γλώσσα και τα σενάριά μου τα γράφω στα αλβανικά και στα ελληνικά.
Αν δεν αγγίζεις την “αρρώστια” του ρατσισμού, δεν μολύνεσαι». Και ο επιούσιος; «Δουλεύω ως τεχνικός σκηνής στο θέατρο Χώρα και παράλληλα προσπαθώ να γυρίζω τις ταινίες μου. Όλα εδώ θα μείνουν, κανείς δεν παίρνει τίποτα μαζί του, έλεγε ο πατέρας μου που τον έχασα πριν από εννέα μήνες. Εκείνος με δίδαξε πως αξία έχει να μη ζηλεύεις και να προσπαθείς να κάνεις αυτά που αγαπάς», προσθέτει ο σκηνοθέτης, που «Η αμνηστία», η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, θα είναι ελληνογαλλοαλβανική συμπαραγωγή με την υποστήριξη του Εurimages.