Ο ΙΣΠΑΝΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΧΑΒΙΕΡ ΘΕΡΚΑΣ ΕΙΝΑΙ
ΕΝΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ. ΜΕ ΚΑΘΕ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΝΕΙ
ΟΧΙ ΑΠΛΑ ΝΑ ΞΥΠΝΑΕΙ ΤΙΣ ΚΑΛΑ ΚΡΥΜΜΕΝΕΣ
ΜΝΗΜΕΣ ΤΩΝ ΣΥΜΠΑΤΡΙΩΤΩΝ ΤΟΥ, ΑΛΛΑ
ΚΑΙ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΑΜΦΙΒΟΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΒΑΣΕΙΣ
ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΒΑΣΙΣΜΕΝΑ ΤΑ
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΦΗΓΗΜΑΤΑ
Μ ε τους Στρατιώτες της Σαλαμίνας (2001) ο Θέρκας έφερε μια μικρή επανάσταση στα ισπανικά πράγματα εισάγοντας θεματικά ταμπού σχετικά με τον ισπανικό εμφύλιο, το πιο τραυματικό γεγονός στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Με μια πλοκή βασισμένη στο δευτερεύον περιστατικό ενός ξεχασμένου φασίστα διανοούμενου τον οποίο σώζει ένας δημοκρατικός στρατιώτης, έθεσε κεντρικά ερωτήματα σχετικά με την ατομική ψυχολογία, τη συλλογική μνήμη και τον τρόπο με τον οποίο αναλύουμε το παρελθόν. Στο νέο του βιβλίο ο Θέρκας αναγκάζει για μια ακόμα φορά τους συμπατριώτες του να θυμηθούν οικεία κακά, ξεθάβοντας αυτό που πολλοί θεωρούν το τελευταίο κεφάλαιο της «μακράς» εμφύλιας διαμάχης: το αποτυχημένο πραξικόπημα του συνταγματάρχη Τεχέρο το 1981.

Όπως και στους Στρατιώτες της Σαλαμίνας έτσι και εδώ ο κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ένα άτομο με το οποίο ο συγγραφέας έχει τεράστιες ιδεολογικές διαφορές. Ο πρωθυπουργός Αδόλφο Σουάρεθ, πρώην μέλος της φρανκικής φάλαγγας, είχε αναλάβει το δύσκολο έργο της διαχείρισης της μετάβασης στη δημοκρατία με τις ευλογίες του βασιλιά Χουάν Κάρλος, επίσημου διαδόχου του Φράνκο. Ο Σουάρεθ προσπάθησε να ισορροπήσει ανάμεσα στα άκρα, πείθοντας τους σκληροπυρηνικούς του προηγούμενου καθεστώτος και αλλεργικούς στις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις πως ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί ο φρανκισμός ήταν να «εκσυγχρονιστεί», διαβεβαιώνοντας ταυτόχρονα τους κομμουνιστές και τους αυτονομιστές που απαιτούσαν ριζικές αλλαγές πως θα γινόντουσαν σημαντικές τομές. Η νομιμοποίηση του ισπανικού Κ.Κ., οι εκλογές του 1977- οι πρώτες μετά την κατάλυση του πολιτεύματος το 1936- και η χορήγηση αυτονομίας στις ισπανικές κοινότητες βάσει του Συντάγματος της επόμενης χρονιάς όπως και η παράλληλη δέσμευση των αριστερών κομμάτων πως θα σέβονταν τον θεσμό της μοναρχίας και την ενότητα της χώρας, ήταν καρπός αυτής της τακτικής.

Η εισβολή

Όμως η δημοκρατία που ήταν ακόμα στα σπάργανα, έπειτα από σαράντα χρόνια δικτατορικής διακυβέρνησης από τον στρατάρχη Φρανθίσκο Φράνκο, ήταν εξαιρετικά εύθραυστη. Τον Φεβρουάριο του 1981, στρατιωτικοί υπό τον συνταγματάρχη Τεχέρο εισέβαλαν μέσα στο περίφημο «ημικύκλιο», την ισπανική Βουλή, κατά τη διάρκεια μιας κρίσιμης ψηφοφορίας. Διέκοψαν τη διαδικασία διά της βίας, πυροβολώντας πολλές φορές στον αέρα και απειλώντας πως αν δεν συνεργάζονταν οι βουλευτές θα επακολουθούσε αιματοχυσία.

Η Βουλή έμεινε παγωμένη και η χώρα μετέωρη για δεκαεπτά ολόκληρες ώρες. Ο Χουάν Κάρλος, που είχε νωπή την εμπειρία της λανθασμένης κρίσης του κουνιάδου του Κωνσταντίνου το 1967, ήταν αυτός που έβαλε τέλος στην παρατεταμένη αγωνία με διάγγελμά του, όπου στήριζε το δημοκρατικό πολίτευμα και καταδίκαζε το πραξικόπημα σε αποτυχία.

Ο Θέρκας παίρνει ως αφετηρία του τη στιγμή της δραματικής εφόδου των πιστολέρο αξιωματικών, στις έξι και είκοσι το απόγευμα, και προσπαθεί να αναλύσει το πώς και το γιατί του αποτυχημένου πραξικοπήματος. Τι μεσολάβησε; Τι πήγε στραβά; Τι ρόλο έπαιξε το υπόλοιπο στράτευμα και οι μυστικές υπηρεσίες; Γιατί οι πάντες υπονόμευαν το δημοκρατικό πολίτευμα και τον ίδιο τον Σουάρεθ για μήνες πριν από το πραξικόπημα;

Αμέσως μετά ο Θέρκας καταπιάνεται με μια διόλου ευκαταφρόνητη λεπτομέρεια και τη σημειολογία της: οι κάμερες της Βουλής κατέγραψαν πως με τις πρώτες ριπές ολόκληρο το Κοινοβούλιο έπεσε φοβισμένο στα γόνατα κάτω από τα έδραναολόκληρο εκτός από τρεις φιγούρες που έμειναν όρθιες ενώ οι σφαίρες σφύριζαν γύρω τους: τον πρωθυπουργό Σουάρεθ, τον αντιπρόεδρο της κυβερνήσεως στρατηγό Γκουτιέρεθ Μεγιάδο και τον γ.γ. του Κομμουνιστικού Κόμματος Ισπανίας, Σαντιάγο Καρίγιο, ο οποίος μάλιστα συνέχισε να καπνίζει ατάραχος το τσιγάρο του. Γιατί μόνο αυτοί οι τρεις από τους 350 βουλευτές; Τι περνούσε εκείνη την ώρα από το μυαλό τους; Αυτό είναι ένα από τα βασικά ερωτήματα που απασχολούν τον Θέρκας, όπως παλιότερα τον βασάνιζε το τι σκεφτόταν ο στρατιώτης τη στιγμή που επέτρεπε στον φαλαγγίτη να διαφύγει.