Η Ε.Ε. είναι ένας βραδυκίνητος γίγαντας που παραλύει εύκολα. Οι λίβελλοι ενάντια στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία και τα «πανίσχυρα» κέντρα ισχύος των Βρυξελλών έχουν μια δόση αλήθειας, στο μέτρο που περιγράφουν ή υπονοούν τον βασανιστικό τρόπο διαμόρφωσης των επιλογών, τις ατέρμονες διαπραγματεύσεις, την αυξημένη συμμετοχή των τεχνοκρατών στη χάραξη πολιτικής, τη δυσκολία αναθεώρησης των ειλημμένων αποφάσεων ή τα δυσνόητα κείμενα συμβιβασμού που παράγουν οι ευρωπαϊκές ελίτ. Στερούνται όμως σοβαρότητας όταν υποτίθεται ότι περιγράφουν ένα ισχυρό και δήθεν υπερδιογκωμένο γραφειοκρατικό ή πολιτικό κέντρο, διότι και η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία είναι ασθενής και το εξουσιαστικό σύστημα των Βρυξελλών χαρακτηρίζεται από μια μάλλον αναιμική κεντρική δημόσια εξουσία (αυτό άλλωστε διαφοροποιεί καίρια την Ε.Ε. από τις ΗΠΑ). Πώς αντέδρασε λοιπόν στη χρηματοπιστωτική καταιγίδα η Ε.Ε. και πώς οι συνθήκες έκτακτης ανάγκης και τα σκαμπανεβάσματα της κρίσης επηρέασαν τη ρουτίνα ενός συστήματος χωρίς γρήγορα αντανακλαστικά; Πώς, επιπλέον, η κρίση επηρέασε τις ενδοευρωπαϊκές θεσμικές ισορροπίες;

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε μια εξόχως ταραγμένη περίοδο, φάνηκε (για τα δεδομένα της Ε.Ε.) ιδιαίτερα ενεργητικό. Χάρις κυρίως στην ανορθόδοξη προεδρία Σαρκοζί, τον πολλαπλασιασμό των διαβουλεύσεων, των ανεπίσημων εξουσιοδοτήσεων και των έκτακτων συναντήσεων, κατάφερε να λειτουργήσει σαν ένα κέντρο πολιτικών πρωτοβουλιών και, σε μικρότερο βαθμό, πολιτικών και οικονομικών αποφάσεων. Το Συμβούλιο προσέδωσε ένανπέραν του συνήθους μέτρου- πολιτικό και επιθετικό τόνο στη δράση της Ε.Ε. Η κληρονομημένη εικόνα της βραδυκίνητης γραφειοκρατικής μηχανής που περιορίζεται στη διαχείριση των πολλών μικρών δικών της υποθέσεων φάνηκε να υποχωρεί και, εν μέρει, να διορθώνεται- αναμφίβολα συγκυριακά. Υπ΄ αυτή την έννοια, το Συμβούλιο είναι ο θεσμικός νικητής στο εσωτερικό του πολύπλοκου ευρωπαϊκού συστήματος ισορροπιών, διότι ενίσχυσε τον ρόλο του. Επιβλήθηκε, περισσότερο από ό,τι στο παρελθόν, ως το πολιτικό κέντρο της Ε.Ε.

Αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ο ηττημένος θεσμός αυτής της φουρτουνιασμένης περιόδου. Κατά το παρελθόν, η Επιτροπή υπήρξε πηγή πρωτοβουλιών, δύναμη έμπνευσης και brain trust της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ωστόσο, στην παρούσα συγκυρία, η γραφειοκρατική υφή ενός σημαντικού τμήματος της δράσης της και ο νεοφιλελεύθερος προσανατολισμός της ήταν αναμενόμενο να δημιουργήσουν μια σημαντική κρίση ρόλου, με δεδομένες τη μεγάλη επιτάχυνση των εξελίξεων και την ισχυρή απονομιμοποίηση της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης. Φύλακας των Συνθηκών (και θεματοφύλακας του Συμφώνου Σταθερότητας) είχε την τάση να λειτουργεί, στο εσωτερικό της Ε.Ε., ως το θεσμικό κέντρο του οικονομικού φιλελευθερισμού (εσωτερική αγορά, κανόνες ανταγωνισμού, εξωτερικό εμπόριο). Αυτό μοιραία, με το ξέσπασμα της κρίσης, την έφερε σε δύσκολη θέση. Έτσι, η Επιτροπή, παρά τη σχετική ευλυγισία που επέδειξε, ούτε έδωσε τον τόνο στις εξελίξεις ούτε μπόρεσε να πείσει ως φύλακας των Συνθηκών, τη στιγμή που το Σύμφωνο Σταθερότητας, είχε ξεπεραστεί από τα γεγονότα. Στο πλαίσιο αυτό, η γνωστή παραχώρηση προς τους Ιρλανδούς (να διατηρηθεί ένας Επίτροπος κατά χώρα, παρά την αντίθετη πρόβλεψη της Λισαβώνας) δεν πρόκειται στο μέλλον να διευκολύνει, αν η Συνθήκη της Λισαβώνας επικυρωθεί, τη δυναμική της. Είναι κοινή πεποίθηση πλέον ότι χωρίς έναν ισχυρό πρόεδρο, η Επιτροπή- ένας από τους πιο ζωτικούς και πράγματι «κοινοτικούς», σε αντίθεση με το «διακυβερνητικό» Συμβούλιο, θεσμούς του ευρωπαϊκού οικοδομήματος- θα τείνει να μετατραπεί σε μια υψηλής ποιότητας Γραμματεία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Συνολικά, πώς βαθμολογείται η αντίδραση της Ε.Ε.; Εάν η Ε.Ε. είναι ένας γίγαντας που παραλύει εύκολα, αυτή τη φορά δεν παρέλυσε. Επέδειξε καλύτερα του αναμενόμενου αντανακλαστικά. Ωστόσο, η δράση της αξιολογείται ως εμφανώς κατώτερη των περιστάσεων. Ο συντονισμός των πολιτικών υπήρξε και παραμένει ανεπαρκής, η δε απάντηση των εθνικών κρατών στην κρίση δεν είναι ούτε ενιαία ούτε ιδιαίτερα τολμηρή. Εάν η Ε.Ε. ξεπέρασε σε κάποιον βαθμό τον εαυτό της, δεν ξεπέρασε ένα θεμελιακό και ανυπέρβλητο ενδογενές μειονέκτημα: το ότι δεν διαθέτει το θεσμικό σύστημα και την ενιαία κεντρική εξουσία για να αντιμετωπίσει, ως Ευρώπη, μια τέτοιου μεγέθους κρίση. Δεν διαθέτει, όπως έγραψε ο Ρ. Κrugman (και όπως γνωρίζουν όλοι οι ειδικοί των ευρωπαϊκών θεσμών) τη θεσμική μηχανή και την ηγεσία που θα μπορούσαν να αναλάβουν την ευθύνη της ευρωπαϊκής οικονομίας ως σύνολο. Βέβαια, η Συνθήκη της Λισαβώνας, εάν κάποτε τεθεί σε ισχύ, έχει σχεδιαστεί με σκοπό να καλύψει σε έναν βαθμό αυτό το έλλειμμα κεντρικής ηγεσίας. Ταυτόχρονα, όμως, έχει σχεδιαστεί με σκοπό να αποτρέψει την υλοποίηση μη συμβατικών οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών. Έχει σχεδιαστεί στη βάση του παρελθόντος. Η σημερινή κρίση δεν ανέδειξε απλώς τις αντιφάσεις και τα όρια της σημερινής Ε.Ε. Ανέδειξε ανάγλυφα και τις σκληρές αντιφάσεις τής Ευρώπης τού αύριο.

Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, εντεταλμένος διδασκαλίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών.

ΟΙ ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ

Η σημερινή κρίση δεν ανέδειξε απλώς τις αντιφάσεις και τα όρια της σημερινής Ε.Ε. Ανέδειξε ανάγλυφα και τις σκληρές αντιφάσεις της Ευρώπης τού αύριο