Σε ελεύθερη πτώση το λιανεμπόριο των μουσικών CD. Ο τζίρος του συρρικνώνεται σε σταθερή βάση τα τελευταία χρόνια, ενώ εξίσου σημαντική είναι η μείωση του αριθμού των δισκοπωλείων. Τελευταίο κρούσμα, η προσπάθεια της εισηγμένης Vivere να πουλήσει τα πέντε εναπομείναντα και ζημιογόνα Virgin Μegastores μέχρι τις 16 Μαρτίου, που δείχνει οτι τα CD και οι δίσκοι αποτελούν μια αγορά υπό εξαφάνιση.

Μέσα σε πέντε χρόνια οι πωλήσεις μουσικών δίσκων έχουν μειωθεί κατά το ήμισυ και έχουν περιοριστεί γύρω στα 30 εκατ. ευρώ, από 62 εκατ. ευρώ στις αρχές της δεκαετίας. Τα δύο τελευταία χρόνια η πτώση των πωλήσεων κινείται γύρω στο 30% ετησίως, ρυθμός που αναμένεται να διατηρηθεί και φέτος. Παράλληλα, ο αριθμός των δισκοπωλείων έχει περιοριστεί σημαντικά, με αποτέλεσμα να λειτουργούν σήμερα γύρω στα 80, από περίπου 250 πριν από λίγα χρόνια. Στον αντίποδα βρίσκονται τα «ηλεκτρονικά» δισκοπωλεία, οι ιστοσελίδες και κόμβοι στο Ιnternet που πωλούν μουσική μέσω του Διαδικτύου και μάλιστα σε πιο προσιτές τιμές. Οι πωλήσεις στα «ηλεκτρονικά» δισκοπωλεία αυξάνονται συνεχώς.

Προτιμούν το Ίντερνετ

Όπως συμβαίνει διεθνώς, οι πωλήσεις μουσικής μέσω των CD και κατ΄ επέκταση μέσω των δισκοπωλείων δέχονται ισχυρές πιέσεις λόγω της διάδοσης του Διαδικτύου. Οι μουσικόφιλοι αγοράζουν πλέον τη μουσική τους ψηφιακά ή απλά την κατεβάζουν μέσω Ιnternet, τις περισσότερες φορές παράνομα στο πλαίσιο της σύγχρονης μορφής του φαινομένου της πειρατείας, η οποία έχει πάρει σημαντικές διαστάσεις και στην Ελλάδα. «Το CD σχεδόν αργοπεθαίνει» παρατηρεί ο κ. Κωνσταντίνος Πηλαδάκης, που έφερε στην Ελλάδα τα Virgin Μegastores, τα οποία διεθνώς παρουσιάζουν πτωτική πορεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πρόσφατη απόφαση να κλείσει το Virgin Μegastore στην καρδιά της Νέας Υόρκης, στην Τimes Square, που αποτελεί ένα από τα λιγοστά δισκοπωλεία που φέρουν μέχρι σήμερα τον τίτλο της γνωστής ανά τον κόσμο αλυσίδας δισκοπωλείων.

Το τέλος της εποχής των Virgin Μegastores, τα οποία αποτέλεσαν πρότυπο ανάπτυξης δισκοπωλείων και είχαν τοποθετηθεί σε ακριβούς δρόμους σε μεγάλες πόλεις και πρωτεύουσες ανά τον κόσμο, σήμανε με την έξοδο από την εταιρεία του βρετανού επιχειρηματία Ρίτσαρτ Μπράνσον το 2007. Η κίνηση είχε χαρακτηριστεί ιστορική στιγμή στην πορεία του πολυσυζητημένου επιχειρηματία, ο οποίος είχε ανοίξει το πρώτο Virgin δισκοπωλείο στο κέντρο του Λονδίνου στην εμπορική Όξφορντ Στριτ το 1971. Στον ίδιο δρόμο είχε ανοίξει και το πρώτο Virgin Μegastore το 1979.

Είκοσι οκτώ χρόνια αργότερα τα 125 Virgin Μegastores σε Μεγάλη Βρετανία και Ιρλανδία άλλαξαν σελίδα και μετονομάστηκαν «Ζavvi», εμπλουτίζοντας άρδην την γκάμα των προϊόντων τους.

Από το 1996 στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα το πρώτο Virgin Μegastore άνοιξε το 1996 στην οδό Σταδίου για να εξελιχθεί σε αλυσίδα 14 καταστημάτων, εκ των οποίων σταδιακά έμειναν μόνο πέντε με τη δραστηριότητά τους να αποτιμάται σε 4,5 εκατ. ευρώ. Πρόσφατα έκλεισε και το Virgin στο Ηράκλειο της Κρήτης, ενώ το κατάστημα στου Ρέντη έχει περιοριστεί σε 120 τ.μ. από 600 τ.μ. Το κατάστημα στο Μall παραμένει μεγάλο, καθώς διαθέτει στο μεγαλύτερο κομμάτι προϊόντα (ρούχα, παπούτσια κ.λπ.) prime timers. Υπό το βάρος των ζημιογόνων δισκοπωλείωνμάλιστα, η μετοχή της εταιρείας είχε τεθεί για ένα διάστημα υπό καθεστώς επιτήρησης- ο κ. Πηλαδάκης, επικεφαλής της εταιρείας, αναζήτησε διέξοδο σε νέες δραστηριότητες ψυχαγωγίας με την απορρόφηση του Καζίνου της Ξάνθης, αλλά και την πρόσφατη ανάδειξη της εταιρείας από κοινού με το Καζίνο του Ρίου σε πλειοδότη του διαγωνισμού για το Καζίνο της Κέρκυρας. Σήμερα δεν αποκλείει την πιθανότητα να αγοράσει ο ίδιος τα ανεξάρτητα πλέον από τη Vivere Virgin Μegastores, σε περίπτωση που δεν υπάρξει άλλος ενδιαφερόμενος, διευρύνοντας την γκάμα των προϊόντων τους προκειμένου να επιβιώσουν οικονομικά.

Τips

Στην Ελλάδα η αλυσίδα διέθετε 14 καταστήματα, εκ των οποίων έχουν απομείνει μόνο πέντε, με τη δραστηριότητά τους να αποτιμάται σε 4,5 εκατ. €

Μουσική μέσω της κινητής τηλεφωνίας


Σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό ΙFΡΙ που καταγράφει τις εξελίξεις στην αγορά της μουσικής, οι ψηφιακές πωλήσεις της μουσικής στην Ελλάδα εκτιμάται ότι έφτασαν γύρω στα 1,3 εκατ. ευρώ πέρυσι. Αν και στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι η αγορά είναι ακόμη σε αρχικό στάδιο και πως η ανάπτυξή της θα είναι ραγδαία, θεωρούν ότι κάτι τέτοιο θα γίνει εφόσον περιοριστεί η μουσική πειρατεία. Κάτι που γίνεται ήδη σε άλλες χώρες. Διεθνώς, μάλιστα, εκτιμάται ότι ο 2010, το 10% του τζίρου των δισκογραφικών εταιρειών θα προέρχεται από τις πωλήσεις τραγουδιών μέσω του Ιnternet και της κινητής τηλεφωνίας.

Στο επίκεντρο των εξελίξεων βρίσκονται οι συμφωνίες δισκογραφικών εταιρειών με τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας για τα ringtones ή ακόμα και το μουσικό μενού που κατεβάζουν οι συνδρομητές τους στα κινητά τηλέφωνα.

Στην Ελλάδα το μεγαλύτερο μέρος των ψηφιακών εσόδων από τη μουσική προέρχεται από την πώληση τραγουδιών μέσω της κινητής τηλεφωνίας. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και κυρίως στην Ιταλία και την Ισπανία, όπου καταγράφεται μεγάλη διείσδυση της κινητής τηλεφωνίας. Μάλιστα οι συνεργασίες της μουσικής βιομηχανίας με εταιρείες κινητής τηλεφωνίας διευρύνονται συνεχώς, υιοθετώντας νέους τρόπους και υπηρεσίες για την πώληση τραγουδιών. Στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι οι ψηφιακές πωλήσεις μέσω του Διαδικτύου θα αυξηθούν σημαντικά και στην Ελλάδα, χάρη στην ολοένα αυξανόμενη χρήση του γρήγορου Ιnternet και τη διεύρυνση του ελληνικού ψηφιακού ρεπερτορίου τραγουδιών.