Σάββατο πρωί, καλύπτω μια διαδήλωση στη Δυτική Βηρυτό. Ξαφνικά λαμβάνω ένα SΜS από μια Λιβανέζα. Με ρωτάει αν θα είναι υποχρεωμένη να φοράει μαντίλα όταν επιστρέψει στον Λίβανο. Τι να απαντήσω; Ότι τα εστιατόρια είναι ακόμα ανοιχτά; Ότι μπορείς ακόμα να συνοδεύσεις με κρασί το φαγητό σου;

Ο πόλεμος στη Δυτική Βηρυτό (και τα περίχωρά της και την Τρίπολη…) δεν γίνεται για τη θρησκεία. Το διακύβευμα είναι η πολιτική νομιμότητα της λιβανικής κυβέρνησης και της «φιλοαμερικανικής» στάσης της (το τελευταίο επίθετο είναι απαραίτητο σε κάθε ρεπορτάζ αμερικανικού πρακτορείου ειδήσεων) την οποία το Ιράν, όπως είναι κατανοητό, πολεμάει. Πρόσφατα επισκέφθηκα μια έκθεση- εδώ στη Βηρυτό – με αφίσες από τον φριχτό εμφύλιο πόλεμο που στοίχισε στους Λιβανέζους και στους Παλαιστινίους 150.000 ζωές. Ο τίτλος της ήταν «Σημάδια Σύγκρουσης: Πολιτικές Αφίσες από τον Λιβανικό Εμφύλιο, 1975-1990». Κατέληξα στο συμπέρασμα πως δεν επρόκειτο ποτέ ξανά να ξεσπάσει εμφύλιος στον Λίβανο. Πώς θα μπορούσε ένας λαός πρόθυμος να εκθέσει τόσο αποτρόπαιες αφίσες να επανεμπλακεί σ΄ αυτήν τη μάταιη διαμάχη; Από την άλλη, όμως, μήπως δεν είδα τελευταία παρόμοιες «αφίσες» στους δρόμους της Δυτικής Βηρυτού;

Παρά τα όσα παρακολουθήσαμε τις τελευταίες ημέρες (ή τα τελευταία δύο, 30 ή 2.000 χρόνια), δεν πιστεύω πως οι Λιβανέζοι θέλουν έναν νέο εμφύλιο. Και το λέω αυτό έχοντας μπροστά μου τα γεγονότα: οι άνδρες της Χεζμπολάχ παρήλασαν ένοπλοι στην Κορνίς (την παραλιακή λεωφόρο της Βηρυτού) μπροστά από το διαμέρισμά μου, και το αυτοκίνητό μου είναι γεμάτο τρύπες από σφαίρες, ευγενική χορηγία των παραδόπιστων συμμάχων τους, της πολιτοφυλακής Άμαλ (ιδιοκτήτης: Ναμπί Μπέρι, πρόεδρος του Κοινοβουλίου). Όπως όλοι όσοι ζούμε εδώ, ο οδηγός μου κι εγώ είμαστε ευτυχείς που δεν βρισκόμασταν μέσα στο αυτοκίνητο. Αλλά στον Λίβανο το ερώτημα είναι: ποιος θα οδηγήσει το αυτοκίνητο;