Ξεχάστε τα «αριστοκρατικά» Ρetrus και Μονρασέ. Σε μια τυφλή δοκιμή 15.000 κρασιών από όλο τον κόσμο, την πρώτη θέση κατέκτησε μια όχι και τόσο γνωστή ετικέτα από την κοιλάδα του Ροδανού, η Clos des Ρapes.


Στην κάτω περιοχή της κοιλάδας του Ροδανού υπάρχει ένας αμπελώνας γεμάτος με λείες οβάλ πέτρες, τόσες πολλές που θα μπορούσε να είναι παραλία με βότσαλα. Δύσκολα φαντάζεσαι να φυτρώνει κάτι εδώ, πολύ περισσότερο τα αμπέλια που παράγουν «το καλύτερο κρασί στον κόσμο».

Το όνομα του αμπελώνα Clos des Ρapes ήταν πάντοτε σεβαστό ανάμεσα στους λάτρεις του κρασιού. Στη Βρετανία κάθε φιάλη από αυτό τον αμπελώνα κοστίζει γύρω στις 30 στερλίνες (περίπου 42 ευρώ). Ακριβό; Ίσως, είναι όμως μάλλον φθηνό, αν σκεφθεί κανείς ότι ένα έγκυρο αμερικανικό

ΤΟ CLΟS DΕS ΡΑΡΕS

Πριν από την πρωτιά πούλησε 7.500 κιβώτια σε 35 χώρες, με τιμή χονδρικής 38 ευρώ η φιάλη. Τώρα κάθε μπουκάλι πωλείται, μέσω Ίντερνετ, 230 ευρώ

οινολογικό περιοδικό το ανακήρυξε το καλύτερο κρασί στον κόσμο κατά το 2007.

Σε πρόσφατη μεγάλη τυφλή δοκιμή 15.000 κρασιών από όλο τον πλανήτη που διενήργξσε το αμερικανικό περιοδικό «Wine Spectator», το σχετικά άγνωστο Clos des Ρapes 2005, κόκκινο κρασί από το Σαντονέφ-ντι-Παπ, κοντά στην Αβινιόν, στην κοιλάδα του Ροδανού, βγήκε πρώτο. Το κρασί αυτό παράγεται από όχι και τόσο φημισμένες ποικιλίες σταφυλιών όπως οι Γκρενάς, Μουρβέντρ, Σιρά και μικρές δόσεις από τρεις άλλες. Μετά τη «νίκη», οι φιάλες του Clos des Ρapes 2005 αλλάζουν χέρια σε τιμές έως και 230 ευρώ καθεμιά στην ιστοσελίδα δημοπρασιών e-Βay στο Ίντερνετ. Ο Αβρίλ δεν έχει άλλες φιάλες του 2005 για να πουλήσει. Ήδη, πριν το «Wine Spectator» ανακοινώσει το αποτέλεσμα, 7.500 κιβώτια του Clos des Ρapes πουλήθηκαν σε 35 χώρες, σε τιμή χονδρικής 38 ευρώ η φιάλη. Φυσικά ο Αβρίλ θα αυξήσει τις τιμές του την επόμενη χρονιά, δεν είναι; «Όχι, καθόλου. Γιατί να το κάνω; Θεωρώ αυτό το βραβείο ανταμοιβή για τη δουλειά που έχει γίνει κατά τη διάρκεια πολλών ετών από τον πατέρα και τον παππού μου».

«Γεύση» από… θερμοκήπιο


ΤΟ CLΟS DΕS ΡΑΡΕS φτιάχνεται σύμφωνα με την τοπική και οικογενειακή παράδοση από τον ιδιοκτήτη του αμπελώνα, τον Πολ-Βενσάν Αβρίλ, 42 χρόνων, η οικογένεια του οποίου φτιάχνει κρασιά στο Σατονέφ-ντι-Παπ από τις αρχές του 17ου αιώνα. Ο Αβρίλ αποδίδει την ποιότητα του κρασιού του κυρίως στις ιδιαίτερες συνθήκες της περιοχής- στην ποιότητα του εδάφους, το μικροκλίμα και την κλίση του αμπελώνα που κληρονόμησε από τους προγόνους του. Εντούτοις παραδέχεται πως τον βοήθησε πολύ και μια άλλη αναπάντεχη και ενδεχομένως αναξιόπιστη παράμετρος: η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη.

«Πρέπει να πω ότι για εμάς μέχρι στιγμής η κλιματική αλλαγή είναι μια μεγάλη βοήθεια», λέει. «Είχαμε μια σειρά από εξαιρετικούς τρύγους. Τα καλοκαίρια ήταν ακόμη πιο ζεστά και ηλιόλουστα, έδωσαν στο κρασί μεγάλη δύναμη και βάθος. Οι βροχές ήταν σπάνιες, όμως αυτό δεν έχει προκαλέσει μέχρι στιγμής προβλήματα».