Η απελευθέρωση ακρίβυνε το ρεύμα


Η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έφερε τα πολυπόθητα αποτελέσματα της μείωσης των τιμών του ρεύματος για τους καταναλωτές. Αντίθετα μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, οδήγησε σε αυξήσεις τιμολογίων έως και 89% από το 2000 μέχρι σήμερα, γεγονός που δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας στους Έλληνες καταναλωτές για μείωση των τιμών εν όψει και της επικείμενης δραστηριοποίησης ιδιωτών στην αγορά.

Αλλού οι ιδιωτικοί όμιλοι εκμεταλλεύτηκαν το άνοιγμα της αγοράς και λειτούργησαν σαν καρτέλ- όπως για παράδειγμα στη Γερμανία, όπου αύξησαν ταυτόχρονα τις τιμές- και αλλού, όπως στη Σκανδιναβία, τα πάλαι ποτέ μονοπώλια δεν επέτρεψαν στους νέους παίκτες να δραστηριοποιηθούν ελεύθερα, βάζοντας εμπόδια στην εισόδό τους στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής.

Δεύτερο βήμα

Με άλλα λόγια, το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού, αντίθετα από ό,τι συνέβη στις τηλεπικοινωνίες δεν έφερε μείωση των τιμών και καλύτερες υπηρεσίες στους καταναλωτές. Το αποτέλεσμα είναι η Κομισιόν να έχει εισηγηθεί τώρα ένα δεύτερο βήμα απελευθέρωσης, πιο «σκληρής» από την προηγούμενη, το οποίο συναντά ήδη τις αντιδράσεις των κορυφαίων ενεργειακών κολοσσών της Ευρώπης, αφού θα οδηγήσει στο σπάσιμό τους και στην αυτονόμηση σημαντικών δραστηριοτήτων τους.

Το θέμα είναι εξαιρετικά επίκαιρο στην Ελλάδα μετά και το επίμαχο σημείο του καινούργιου επιχειρησιακού σχεδίου της ΔΕΗ για τον διαχωρισμό της σε έξι θυγατρικές, αλλά και εν όψει της εισόδου στην αγορά αρκετών ιδιωτικών ομίλων. Τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν και τυπικά το δικαίωμα να επιλέξουν άλλον προμηθευτή πέραν της ΔΕΗ από τον Ιούλιο του 2007. Το ότι ακόμη δεν δραστηριοποιούνται και στην Ελλάδα εναλλακτικοί πάροχοι έχει να κάνει κυρίως με τα διοικητικά ρυθμιζόμενα τιμολόγια.

Ωστόσο, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας εισηγήθηκε προ εικοσαημέρου προς το υπουργείο Ανάπτυξης την απελευθέρωση των τιμολογίων στο βιομηχανικό ρεύμα, ενώ οι πληροφορίες λένε ότι ίσως και μέσα στο 2008 να εισηγηθεί το ίδιο και για τα οικιακά τιμολόγια. Όπως εκτιμάται από τη ΡΑΕ, αν γίνει κάτι τέτοιο η διετία 2008-2009

tips

Αλλού οι ιδιωτικοί όμιλοι λειτούργησαν σαν καρτέλ και αύξησαν ταυτόχρονα τις τιμές και αλλού τα πάλαι ποτέ μονοπώλια δεν επέτρεψαν στους νέους παίκτες να δραστηριοποιηθούν ελεύθερα

θα συνοδευτεί από αυξήσεις της τάξεως του 14%.

Τι έγινε στην Ευρώπη

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν άρχισε η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας στην Ε.Ε. με την κατάργηση των κρατικών μονοπωλίων στο ηλεκτρικό ρεύμα και στο φυσικό αέριο, όλοι πίστευαν ότι οι τιμές θα πέσουν. Πράγματι, στο διάστημα 1996-2000, λόγω της θετικής συγκυρίας από τις χαμηλές τιμές του πετρελαίου αλλά και του ανταγωνισμού που αναπτύχθηκε από τους νέους παίκτες που εισήλθαν στην αγορά, τα οικιακά τιμολόγια παρουσίασαν μικρή μείωση.

Σε σχετικά σύντομο διάστημα, όμως, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Από το 2000 και μετά, σε πολλές από τις χώρες στις οποίες η αγορά ηλεκτρισμού απελευθερώθηκε, άρχισε να καταγράφεται σταθερή αύξηση των τιμολογίων. Σήμερα, σχεδόν 8 χρόνια από τότε που άνοιξε ο χώρος του ηλεκτρισμού, μπορεί να πει κανείς ότι με βάση ένα δείγμα 21 χωρών τα τιμολόγια είναι αρκετά υψηλότερα σε σχέση με την προ απελευθέρωσης εποχή.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Νορβηγίας, όπου το 2000 ένα μέσο νοικοκυριό με ετήσια κατανάλωση 3.500 κιλοβατώρες πλήρωνε 0,0720 ευρώ την κιλοβατώρα, ενώ σήμερα πληρώνει 89% περισσότερο, δηλαδή 0,1361 ευρώ/ kWh. Από ΄κεί και πέρα, είχαμε αυξήσεις 71% στη Σουηδία, 63% στη Δανία και 36% στη Φινλανδία, στην Κεντρική Ευρώπη τα τιμολόγια αυξήθηκαν κατά 89% στην Τσεχία και κατά 64% στην Ουγγαρία, στην Ολλανδία 49%, στην Πολωνία 33% και στην Κύπρο 39%.

Σε κάποιες άλλες χώρες τα κρατικά μονοπώλια έδωσαν τη θέση τους στα ολιγοπώλια, με πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα τη Γερμανία. Εκεί οι τέσσερις ενεργειακοί όμιλοι που ελέγχουν την αγορά ηλεκτρισμού κατηγορούνται σήμερα από την Κομισιόν ότι λειτούργησαν σαν καρτέλ και εφάρμοσαν εναρμονισμένη τιμολογιακή πολιτική.

Καλύτερα φαίνεται ότι λειτούργησαν οι αγορές στη Νότια Ευρώπη, με αύξηση μόλις 12% στην Ισπανία και 10% στην Ιταλία, ενώ στη Γαλλία τα τιμολόγια έχουν παραμείνει στα επίπεδα του 2000. Στη Γαλλία έλυσαν το πρόβλημα της εξάρτησης αλλά και του ακριβού ηλεκτρισμού επενδύοντας στην πυρηνική ενέργεια. Σήμερα, το 80% του ηλεκτρισμού που καταναλώνει η Γαλλία προέρχεται από πυρηνικά εργοστάσια ηλεκτρισμού. Στις χώρες με τα χαμηλότερα ποσοστά αύξησης συμπεριλαμβάνεται η Ελλάδα, όπου λόγω του φθηνού λιγνίτη και επειδή τα τιμολόγια είναι κρατικά ρυθμιζόμενα, από το 2000 μέχρι σήμερα έχουν αυξηθεί μόνο κατά 17%.

Εν όψει διαχωρισμού

Δεν είναι τυχαίο ότι η Κομισιόν διαπιστώνοντας αυτά τα πολύ φτωχά αποτελέσματα, όσον αφορά την ανάπτυξη του ανταγωνισμού στην Ε.Ε. και συνεπώς την πτώση των τιμών για τον καταναλωτή, έθεσε σε διαβούλευση από τον Σεπτέμβριο σχέδιο οδηγίας για τον διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της μεταφοράς και διανομής από την παραγωγή και από την εμπορία. Αν αυτή υιοθετηθεί, πρακτικά οδηγεί στο σπάσιμο των μεγάλων ενεργειακών κολοσσών της Ευρώπης, γι΄ αυτό και συναντά ισχυρές πιέσεις από το πανίσχυρο ευρωπαϊκό ενεργειακό λόμπι.

Το παράδειγμα της Γερμανίας


Αυτό που συνέβη στη Γερμανία είναι χαρακτηριστικό. Το άλλοτε μονοπώλιο της κρατικής εταιρείας ηλεκτρισμού έδωσε τη θέση του στο ολιγοπώλιο. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, η αρμόδια Επίτροπος Ανταγωνισμού της Ε.Ε. Νέλι Κρόες απείλησε τους τέσσερις ενεργειακούς ομίλους που ελέγχουν το 80% της γερμανικής αγοράς ότι θα κινήσει εναντίον τους τη διαδικασία ελέγχου των καρτέλ. «Οι τιμές ηλεκτρικού στη Γερμανία», είπε σε συνέντευξή της η κ. Κρόες, «είναι υψηλότερες από όσο θα ανέμενε κανείς σε μια αγορά με πραγματικό ανταγωνισμό». Για τον λόγο αυτόν οι Βρυξέλλες ερευνούν κατά πόσο στη γερμανική αγορά, που μέχρι πρότινος εθεωρείτο παράδειγμα προς μίμηση για το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού πανευρωπαϊκά, υπάρχουν «πρακτικές καταστρατήγησης του ανταγωνισμού».

Να σημειωθεί ότι η αφορμή για την έρευνα της Κομισιόν δόθηκε από τις συνεχόμενες ανατιμήσεις που έχουν πραγματοποιήσει εδώ και καιρό οι γερμανικές εταιρείες. Μέχρι τον ερχόμενο Ιανουάριο, μάλιστα, αναμένονται νέες ανατιμήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα της τάξεως του 10%. Και σύμφωνα με δημοσίευμα της «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ελέγχου των Καρτέλ «έχει αποδείξεις για συμφωνίες των μάνατζερ των εταιρειών να καθορίσουν ίδια ποσοστά αυξήσεων των τιμολογίων τους».