Η άποψη της Νένης Ευθυμιάδη βγαίνει ανάγλυφη μέσα από τις ανατροπές που μας επιφυλάσσει στην πλοκή, αλλά και μέσα από τις εσωτερικές αλλαγές στις ψυχές των ηρώων της. Και το φινάλε του βιβλίου της μοιάζει τόσο φωτεινό και αισιόδοξο όσο η νέα ζωή που θα ξεκινήσει ο Μπίλυ Μπλου στα 69 του, πετώντας από πάνω του τη νοσταλγία της νιότης αλλά και τα βάρη (μίση, απογοητεύσεις κ.λπ.) που του επεφύλασσαν τα τελευταία γεγονότα της ζωής του. Είναι ένα είδος πρότασης για το πώς να βλέπουμε τα πράγματα. Τη διατυπώνει καθαρά ο Μπίλυ Μπλου: «Τι πείραζε κι αν τον εκμεταλλεύτηκε ο Πέτρος; Παράλληλα τον υποχρέωσε να ζει. Κι εκείνος ο ψεύτικος γιος φερόταν πολύ χαριτωμένα. Στην πραγματικότητα, καλό του έκαναν και οι δύο. Τον έβγαλαν από τις σπηλιές της αρχαίας βίλας του, τον ανάγκασαν να γνωρίσει ανθρώπους, να τρέξει, να σκεφτεί». Με μια τόσο αισιόδοξη ματιά, είναι δυνατόν να μη σε συναντήσει η τύχη στον δρόμο;