Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα είναι ουραγός σε θέματα περιβάλλοντος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι χαμηλές μας επιδόσεις ήρθαν και πάλι στην επικαιρότητα με αφορμή τη συζήτηση για το περιβάλλον και την ανάγκη προστασίας του, που έγινε χθες τη Βουλή, σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών. Το περιβάλλον είναι δημόσιο αγαθό. Μας αφορά όλους. Τα οφέλη από την προστασία του είναι ζωτικής σημασίας για το βιοτικό επίπεδο της χώρας και όχι μόνο. Το περιβάλλον αποτελεί ακόμη αναπτυξιακό πόρο και συγκριτικό πλεονέκτημα. Και ως τέτοιο απαιτεί πέρα από την ανάληψη πρωτοβουλιών για την αναβάθμισή του, τη χάραξη πολιτικής, η οποία θα οδηγήσει στην επονομαζόμενη «πράσινη οικονομία». Πώς είναι δυνατόν να συνεχίσουμε να αγνοούμε τις επιπτώσεις των κλιματολογικών αλλαγών σε βασικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας, όπως είναι ο τουρισμός και η γεωργία; Η ανάπτυξή τους στηρίζεται άμεσα στην ποιότητα του περιβάλλοντος, ενώ υπό το πρίσμα της «πράσινης οικονομίας» μπορούν να στραφούν σε νέες πηγές ανάπτυξης, όπως είναι ο δωδεκάμηνος τουρισμός ή οι βιολογικές καλλιέργειες. Αλλά και η πολιτική στον χώρο της ενέργειας και των μεταφορών χρειάζεται να προσαρμοστεί στα κελεύσματα των καιρών. Η αύξηση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ακόμα και η πάταξη της λαθρεμπορίας των πετρελαιοειδών- που προκάλεσε την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης- ή ο εκσυγχρονισμός μεταφορικών υποδομών, όπως είναι οι σιδηρόδρομοι, αποτελούν στοιχεία μιας «πράσινης οικονομικής πολιτικής». Η «πράσινη οικονομία» αποτελεί βάση για μια βιώσιμη ανάπτυξη και ως τέτοια θα πρέπει ενδεχομένως να αναχθεί σε εθνικό στόχο.