ΤΟ ΘΛΙΒΕΡΟΤΕΡΟ συμπέρασμα που προκύπτει από τις τελευταίες πυρκαγιές, με τις τραγικές συνέπειες σε ανθρώπινες ζωές, περιουσίες και τον δασικό πλούτο, είναι τούτο: είμαστε μια χώρα που λειτουργεί μόνον υπό κανονικές συνθήκες. Η διοικητική δομή, η διάρθρωση και ο προσανατολισμός των υπηρεσιών, τα σχέδια και τα προγράμματα που υλοποιούνται, ο καταμερισμός των διοικητικών ευθυνών και οι στόχοι που τίθενται, έχουν δομηθεί με την προϋπόθεση ότι κάθε ημέρα είναι μια ημέρα ρουτίνας, χωρίς έκτακτα περιστατικά, χωρίς παρέκκλιση από το συνηθισμένο, χωρίς απρόοπτα. Δυστυχώς, όμως, η ζωή δεν είναι μία ευθεία γραμμή, ούτε ακολουθεί τον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα και ασφαλώς δεν προσαρμόζεται εκείνη στις διαθέσεις μας, αλλά εμείς στις δικές της. Επομένως, ένα κράτος που σέβεται τον εαυτό του και τους πολίτες που υπηρετεί οφείλει να έχει οργάνωση, σχέδια, αρμόδιες υπηρεσίες, εξοπλισμό και ανθρώπινο δυναμικό ικανό και κατάλληλο να αντιμετωπίσει και αυτές τις παρεκκλίσεις από τη ρουτίνα:

μια πυρκαγιά, μια πλημμύρα, έναν καύσωνα, έναν καταστροφικό σεισμό, μια ασυνήθιστη χιονόπτωση. Ακόμη κι ένα σοβαρό ατύχημα, ας πούμε ένα ναυάγιο, μια αεροπορική τραγωδία, ένα έκτακτο συμβάν σε βιομηχανική ή άλλη εγκατάσταση. Στη χώρα μας υπάρχουν μηχανισμοί γι΄ αυτές τις περιπτώσεις.

Και μάλιστα έχουν ξοδευτεί σημαντικά ποσά από τα χρήματα των φορολογουμένων για να δημιουργηθούν, να στελεχωθούν, να εξοπλιστούν και να εκπαιδευτεί το προσωπικό τους. Τότε, πού είναι το πρόβλημα; Το πρόβλημα είναι ότι όλοι αυτοί οι φορείς, ειδικές υπηρεσίες και σχετικοί οργανισμοί που υπάρχουν, ουδέποτε μέχρι σήμερα και σχεδόν σε καμία περίπτωση (με εξαίρεση τους σεισμούς του 1999) έκτακτου γεγονότος δεν ήταν εκεί όταν έπρεπε, όπως έπρεπε και με την αποτελεσματικότητα που θα ήθελε ο πολίτης. Δυστυχώς, οι υπηρεσίες και οργανισμοί αυτοί δημιουργήθηκαν και υπάρχουν κυρίως για να βολεύονται στις θέσεις και τις θεσάρες τους οι γνωστοί κομματικοί ημέτεροι, για να διορίζονται υπάλληλοι, ίσως για να μειώνεται η ανεργία, για να κάνουν προμήθειες με το γνωστό ελληνικό σύστημα.

Αλλά, την ώρα που τους χρειαζόμαστε: παρακαλώ μη μας ξυπνάτε…