«Το καμπανάκι που χτύπησε μέσα μου και με παρακίνησε να στραφώ προς τα βιολογικά προϊόντα ήταν το σκάνδαλο με τις διοξίνες στα κρέατα και στα γαλακτοκομικά το 1999. Δύο χρόνια πριν είχα γεννήσει την κόρη μου. Έτσι είχα ακόμη έναν σημαντικό λόγο για να αρχίσω να αναζητώ τρόπους προκειμένου να της προσφέρω πιο υγιεινή διατροφή. Μοιραία λοιπόν κατευθύνθηκα στη βιολογική αγορά».


Από τότε πέρασε σχεδόν μία δεκαετία και η κ. Κατερίνα Τσαπέλογλου, που μένει στο Αιγάλεω, έχει γίνει φανατική καταναλώτρια βιολογικών προϊόντων. Όπως λέει, «προσπαθώ πλέον όχι μόνο τα τρόφιμα που ψωνίζω και καταναλώνω αλλά και τα υπόλοιπα προϊόντα να είναι βιολογικά ή τουλάχιστον φυτικά, χωρίς επικίνδυνες χημικές ουσίες. Για παράδειγμα αγοράζω καλλυντικά, σαμπουάν, αποσμητικά».

Την ίδια «πράσινη» διαδρομή έχουν ακολουθήσει χιλιάδες άλλοι Έλληνες καταναλωτές τα τελευταία χρόνια. Η κυριότερη αιτία που τους έχει οδηγήσει στις λαϊκές και τα καταστήματα βιολογικών, όπως τονίζουν οι ίδιοι αλλά και οι παραγωγοί και οι καταστηματάρχες, είναι τα συνεχή διατροφικά σκάνδαλα. Ενδεικτικό είναι ότι τα περίπου 30-40 αμιγώς βιολογικά καταστήματα που υπήρχαν σε όλη την Ελλάδα πριν από 10 χρόνια έχουν γίνει σήμερα περισσότερα από 300! Επιπλέον, μέσα σε μία πενταετία έχει σχεδόν διπλασιασθεί ο τζίρος των βιολογικών προϊόντων: από 14 εκατομμύρια ευρώ το 2001 ξεπέρασε τα 25 εκατομμύρια το 2005.

Τα διατροφικά σκάνδαλα αναγκάζουν τους καταναλωτές να στρέφονται σε προϊόντα βιολογικών καλλιεργειών

Νέα μαγαζιά.

«Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο παρατηρείται μία αύξηση της τάξεως του 30% στο άνοιγμα καταστημάτων με βιολογικά», λέει στα «ΝΕΑ» η κ. Νανά Γκαραβέλου, ιδιοκτήτρια καταστήματος βιολογικών στο Αιγάλεω και πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Καταστηματαρχών Βιολογικών και Φυσικών Προϊόντων. Όπως προσθέτει, «την τελευταία 5ετία στρέφονται προς τη βιολογική αγορά όλες οι ηλικίες. Και νέοι και μεγαλύτεροι».

Αύξηση στην πελατεία διαπιστώνει και η κ. Ελευθερία Φεργάδη που διατηρεί κατάστημα με βιολογικά στο Γαλάτσι. «Εδώ και 4 χρόνια έχουμε πάρα πολλούς πελάτες νεαρής ηλικίας, που είναι μάλιστα σταθεροί».

Μεγάλη ποικιλία. Ένας ακόμη λόγος που φέρνει όλο και περισσότερο κόσμο στις βιολογικές αγορές και τα αντίστοιχα καταστήματα είναι ότι πλέον η γκάμα των προϊόντων που προσφέρονται έχει μεγαλώσει. Ο 38χρονος κ. Ιωάννης Μπαρουξής, για παράδειγμα, λέει ότι ανέκαθεν είχε μία τάση προς την υγιεινή διατροφή λόγω της σχέσης του με τον αθλητισμό. Ωστόσο, «πριν από 10-15 χρόνια δυσκολευόμουν να βρω τέτοια ποιοτικά- υγιεινά προϊόντα στην Αθήνα. Τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αγοράζω πλέον σχεδόν τα πάντα: από λαχανικά και κρέατα έως αλεύρι».

Η φίλη του, η κ. Μιρέλα Γκάρτσεβιτς συμπληρώνει από την πλευρά της ότι μεγάλη ποικιλία υπάρχει τώρα πια και σε καλλυντικά, απορρυπαντικά που είναι απαλλαγμένα από χημικές ουσίες. «Τις περισσότερες φορές μάλιστα αποδεικνύονται το ίδιο ή και περισσότερο αποτελεσματικά από τα συμβατικά».

Γκρίζο τοπίο στην αγορά


Oι «πράσινοι» καταναλωτές ολοένα και αυξάνονται αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχει σταματήσει και η αμφισβήτηση των βιολογικών προϊόντων. Το τοπίο στην αγορά των βιολογικών, όπως παραδέχονται οι ίδιοι οι καταστηματάρχες, εξακολουθεί να είναι «γκρίζο». Όπως λέει η καταστηματάρχης κ. Νανά Γκαραβέλου, «αρκετοί πελάτες εξακολουθούν να ρωτούν “είναι βιολογικό; Να μείνω ήσυχος;”».

Όλα ξεκινούν από την αδειοδότηση των καταστημάτων: Οι καταστηματάρχες δεν παίρνουν άδεια για κατάστημα βιολογικών προϊόντων αλλά… άδεια παντοπωλείου. Συνεπώς δεν διαθέτουν κάποιο ειδικό διακριτικό σήμα που να ενημερώνει τους πελάτες. «Το αποτέλεσμα είναι κάποιοι να εκμεταλλεύονται αυτό το κενό. Δηλαδή ανοίγουν ένα κατάστημα, λένε ότι πωλούν βιολογικά, αλλά μπορεί να πωλούν 90% συμβατικά και μόλις… 10% βιολογικά παραπλανώντας έτσι τους πελάτες», τονίζει η κ. Γκαραβέλου.

Τα πιστοποιημένα. Μία καλή λύση για τους καταναλωτές είναι να αγοράζουν προϊόντα από τα καταστήματα του Πανελληνίου Συλλόγου, αναφέρουν οι καταστηματάρχες. Κι αυτό διότι τα μέλη του συλλόγου είναι υποχρεωμένα να έχουν στο κατάστημά τους πιστοποιημένα βιολογικά σε ποσοστό τουλάχιστον 95%. Το υπόλοιπο 5% μπορεί να είναι συμβατικά αλλά πιο παραδοσιακά και όχι μαζικής παραγωγής (σε περίπτωση που δεν υπάρχει αντίστοιχο είδος σε βιολογικό). Κι αυτά τα καταστήματα όμως δεν έχουν κάποιο εμφανές διακριτικό (σήμα, αυτοκόλλητο) που να αναφέρει ότι πωλούν μόνο βιολογικά. Έτσι, οι καταναλωτές για σιγουριά θα πρέπει να ρωτούν τους καταστηματάρχες.