Θα ΄θελα να ΄μπαιναν οι «Ματιές» «με το δεξί» στο 2007. Με ένα απλό, μα και τόσο ζεστό, «Καλή χρονιά». Δεν γίνεται, όμως. Στο τέλος του 2006 παραμόνευε ο θάνατος. Ο θάνατος του Μάριου Πλωρίτη. Ενός έντιμου, πραγματικού διανοούμενου. Και, πάνω απ΄ όλα, ενός υπέροχου ανθρώπου.

Να μη λέω τα ίδια. Αυτά που έγραψαν, και με τόση συγκίνηση, δεκάδες άλλοι, τούτες τις πικρές μέρες: ο Πλωρίτης δημοσιογράφος, αρθρογράφος, κριτικός, μεταφραστής, προσωπικότητα του θεάτρου. Προτιμώ, χίλιες φορές, να τον σκέφτομαι με τα μεγάλα, φωτεινά, μπλε μάτια του, στην ταβέρνα της Μίνας, στην Ακρόπολη, μαζί με την Κάτια, να μιλάει, ν΄ ακούει, κυρίως, να αφηγείται έξυπνες ιστορίες και να γελάει.

Τον γνώρισα στα πρώτα δημοσιογραφικά μου βήματα. Πήγα να του πάρω μια συνέντευξη για το θέατρο. Φορούσε μια ρόμπα σε χρώμα βυσσινί. Τα χειρόγραφά του, περιποιημένα, σ΄ ένα φάκελο. «Θέατρο: κρίση ή ακρισία;». Δυο κουβέντες έτσι, στο πόδι. Κι αποκεί και ύστερα, πολλές συζητήσεις, ιδίως στη Χρήστου Λαδά, όπου πάντοτε περίμενε κάποιον να τον παραλάβει με ένα αυτοκίνητο κι αυτός ο κάποιος αργούσε.

Θυμάμαι και μια τηλεοπτική μας «συνάντηση», που είχε οργανώσει η Όλγα Τρέμη, τρεις μέρες μετά τον θάνατο της Μελίνας: Ντασσέν, Μανουέλα Παυλίδου, Πλωρίτης κι εγώ. Μιλούσε ήρεμα και αργά. Με μικρές φράσεις, που τις συνόδευε με κοντές, τρυφερές χειρονομίες.

Μεγάλος πόνος, βαθύς, που ήταν περισσότερο υπόκωφος.

Πρώτος και καλύτερος, στις Πρωτοχρονιές του Λέοντα και της Ελένης. Πάντα στο μέσα δωμάτιο, περιστοιχισμένος από φίλους, συναδέλφους και ωραίες κυρίεςέναν κόσμο που τον αγαπούσε, τον σεβόταν και ήθελε ν΄ αλλάξει δυο κουβέντες μαζί του. Στην παρέα, μονίμως και ο Τάσος Μήνης, αυτό το παλικάρι της αντιδικτατορικής πάλης, που έλεγε, πως «ανυπομονούσε να ΄ρθει Κυριακή, για να διαβάσει τον Πλωρίτη, στο «Βήμα». Δουλέψαμε και στο θέατρο, πλάι πλάι. Εκείνος τη μετάφραση, εγώ τους στίχους. Άριστος συνεργάτης. Και γλυκύτατος στη συμπεριφορά του.

Αλλά, όλ΄ αυτά, είναι ρινίσματα. Δεν είναι το ίδιο το μέταλλο, το ατόφιο το μέταλλο, ο Μάριος Πλωρίτης: Ο Πλωρίτης της ρήξης με την εφημερίδα της Αποστασίας, ο Πλωρίτης του αντιμοναρχικού αγώνα, ο Πλωρίτης της Δημοκρατίας, ο Πλωρίτης των άρθρων που είχαν κύριο στόχο τους «καλαμοκαβαλάρηδες» της Εξουσίας. Συνηθίζουμε να λέμε, όχι πάντοτε με το χέρι στην καρδιά, πως με τον χαμό του τάδε, η δημοσιογραφία έγινε φτωχότερη. Με την περίπτωση του Μάριου Πλωρίτη, ναι, με το χέρι στην καρδιά, το καταλαβαίνουμε όλοι πως ο τόπος μας έγινε φτωχότερος. Πολύ. Κουράγιο, Κάτια…